Κατά την ιδίαν πεδινήν οδόν μίαν ώραν προβαίνοντες (απὸ το Βόλο), ερχόμεθα εις τα Λεχώνια. Αυτά κείνται επί μιας με χωράφια, αμπέλους, κήπους νεραντζίων, κίτρων και άλλων διαφόρων οπωρίμων δέντρων φυτευμένης πεδιάδος...

(Νεωτάτη της Θεσσαλίας Χωρογραφία-Ιωάννης Αναστασίου Λεονάρδος, 1836)

Π Ρ Ο Σ Ο Χ Η ! Μπορείτε να αντιγράφετε κείμενα κ.ά. από το ιστολόγιο. Αυτό, ΔΕΝ αποκλείει αναφορά στην ΠΗΓΗ. - Φωτογραφίες άλλων να μην ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝΤΑΙ - Ιδιωτικά αρχεία να ΜΗΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝΤΑΙ.

Δευτέρα 24 Αυγούστου 2015

Οδηγός 1911

Ιδού και ο ΕΜΠΟΡΙΚΟΣ ΟΔΗΓΟΣ του 1911! 
Είναι ένα σπάνιο βιβλίο που μας δίνει πάμπολλες πληροφορίες για την πόλη του Βόλου, τα χωριά του Πηλίου, την περιοχή και τα χωριά Βελεστίνου και Αλμυρού.
Τμήμα του που αναφέρεται στα Άνω Λεχώνια και στον παλιό δήμο Νηλείας είχα αναρτήσει παλιότερα.
Σήμερα από (ΕΔΩ) μπορείτε να τον διαβάσετε και να τον κατεβάσετε στην ηλεκτρονική βιβλιοθήκη σας.
Επίσης από κάτω "πατώντας" πάνω στον τίτλο μπορείτε να τον διαβάσετε ξεφυλλίζοντάς τον: 
ΕΜΠΟΡΙΚΟΣ ΟΔΗΓΟΣ ΒΟΛΟΥ- ΠΗΛΙΟΥ- ΑΛΜΥΡΟΥ,1911
Σίγουρα θα βρείτε γνωστά ονόματα με τις δράσεις τους!  
Καλή ανάγνωση! 

Πέμπτη 20 Αυγούστου 2015

Μια οικογένεια προσφύγων στα Άνω Λεχώνια

Σήμερα 20 του Αυγούστου 2015, θα θυμηθούμε μέσα από ντοκουμέντα, έναν άλλον "μαύρο" Αύγουστο του 1922, τότε που άρχισε  εκδίωξη του ελληνικού πληθυσμού της Μ. Ασίας. 
Μέσα σ' όλον αυτόν τον προσφυγικό πληθυσμό που κατέφτασε στην Ελλάδα με τα "τρία μαύρα κύματα" όπως είπε κι ο Τάκης Οικονομάκης, ήταν και η οικογένεια Δ. Γοργού που εγκαταστάθηκε στα Άνω Λεχώνια, όπως και πολλοί άλλοι προσφυγες. (ΕΔΩ) 
Έφτασε με τη σύζυγό του Αναστασία και τα δυο ανήλικα κορίτσια του Πηνελόπη και Αλίκη αρχικά το Σεπτέμβριο του 1922 στη Θεσσαλονίκη και τον Ιούλιο του 1923 μετακόμισε στη Νιγρίτα. Τον Απρίλιο της επόμενης χρονιάς ήρθε στο Βόλο και εγκαταστάθηκε στην αποθήκη Δήκου. Υστέρα έρχεται οριστικά στα Άνω Λεχώνια.  
Δείτε τα έγγραφα-ντοκουμέντα της εποχής που ευγενικά μου παραχώρησε (και τον ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ !) ο Γιώργος Ηλ. Σακελλάρης, απόγονος της οικογένειας:
Ταυτότητα του Μικρασιατικού Συλλόγου
Έγγραφο επιτροπής που καταγράφει την περιουσία του. 
Έγγραφα της επιτροπής εκτίμησης της εγκαταληφθείσης
περιουσίας του πρόσφυγα στην Κίο, για αποζημίωση.
Άδεια για μετεγκατάσταση της οικογένειας στη Νιγρίτα Σερρών
από τη Θεσ/νίκη τον Ιούλιο του '23 .
Το πρώτο οικογενειακό βιβλιάριο με καταγραφή
της αρχικής εγκατάστασης και την παροχή ...κινίνου!
Το οικογενειακό βιβλιάριο του πρόσφυγα και της οικογένειάς του,
όπου έχουν καταγραφεί οι τόποι εγκατάστασής τους
και τα προσφυγικά επιδόματα που έλαβαν..
Φωτογραφίες του Δ. Γοργού και της συζύγου του Αναστασίας
Βεβαίωση της Κοινότητας Άνω Λεχωνίων,
πλησιεστέρων συγγενών του Δ. Γοργού 

Σάββατο 15 Αυγούστου 2015

Νέος Απόστολος -πίστη

Απολυτίκιον
Ήχος γ’ -Θείας πίστεως.
Θείον βλάστημα της Θεσσαλίας,
νέον καύχημα της Εκκλησίας,
ανεδείχθης Νεομάρτυς Απόστολε,
υπὲρ Χριστού γαρ αθλήσας στερρότατα,
της ευσέβειας την δόξαν ετράνωσας.
Αλλά πρέσβευε Κυρίω τω Σε δοξάσαντι,
δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος
.
Η ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΟΡΡΕ - ΖΩΓΡΑΦΟΥ στο βιβλίο-λεύκωμα «ΠΗΛΙΟ -ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ: ΘΕΑΤΕΣ ΚΑΙ ΑΘΕΑΤΕΣ ΟΨΕΙΣ» (2τόμοι), Ι.Μ.Ε. 2013,αναφέρεται στο Πήλιο μέσα από παλιές φωτογραφίες και μαρτυρίες παλιότερων κατοίκων (του πρωτογενούς, αδημοσίευτου υλικού του Σπουδαστηρίου Λαογραφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών).
Εδώ, γίνεται λόγος για την μεγάλη πίστη προς τον Άγιο Απόστολο το Νέο (δείτε κι ΕΔΩ), που γιορτάζει αύριο, από μια Λεχωνίτισσα:   

Μεγάλη είναι η πίστη, όχι μόνο στα Λεχώνια, αλλά και στη γύρω περιοχή, στη θαυματουργική διάσταση του Αποστόλου του Νέου.
 Η Σοφία Ραφτογιάννου* θα μιλήσει «για τα οράματα και τα θάματα»...
Η Νέος έφκιασε πολλά θαύματα, το λέω κι' αλαφιάζομαι (ενν. «ανατριχιάζω»), απ' τα παλιακά τα χρόνια και στο θ'κό μας το χωριό. Μια βραδυά, φλάγαν σκοπιά η εθνοφρουρά, εδώ σαπάν'. Ακούνε βήματα οι στρατιώτες, γιαλούσαν πριν και βλαστ’μάγαν κι ένας λέει αλτ! Τα βήματα δε σταματούσαν. Βλαστήμ’σε πάλι η στρατιώτ'ς τον Άγιο, και τότε κάποιος τον μπάτσ’σε και τ' πήρε τ’ όπλο. Ήταν η Αγιος, μεγάλη η χάρη Τ'.

Ηγώ, κορτσάκι μ’ δεν είχα μάνα, είχα μητρυιά κι' αυτή είχε δυο θ’κά τα’ς παιδιά. Αυτά όλο αρρωστούσαν, τα προγόνια ήταν γερά σα τ'μ πέτρα. Φ’σούσι αέρας σ’ Τσαγκαράδα, στο Λεχών’, αυτά αρρωστούσαν! Μια μέρα τα’να τό'πιασε κοκύτ’ς και πυρετός. Λέω, λέει η μητρυιά μ' στ' πατέρα μ', να το πάω στο Νέο, στον Αη-Λαυρέντη (το κοντινό χωριό, όπου και η εκκλησία του Θαυματουργού Αγίου), να το πετάξω κι' ότι γένει! Το πάνε, το διαβάζνε κι όλ’ τ’ νύχτα μείναν εκεί. Τ’ν νύχτα, το πιάνει μεγάλος πυρετός. Η μάνα μ' λιποθήμ'σε, η πατέρας μας κμόταν σα πεθαμένος κι ούτε άκουγε. Το σκουντάει να φύγνε κι ούτε νοιώθ' εκείνος. Η Νέος είναι μεγαλόκαρδος! Σηκώνει τρικυμία, τραμουντάνα, κι  η μάνα μ’ στο χαλασμό κοιμήθκε. Πιάνει η χαλασμός, η μάνα μ' ξαναλιγώθκε (ολιγοπίστησε πάλι) και όπως κμόταν ένοιωθε τον Άγιο να τ' μπιέζει δυνατά με ένα βάρος και τ'ς είπε: « Άμα θες, ξαναπέ τ’γ κουβέντα απ’ είπες: πάρε Γιάνν' το μ’κρό και πάμε γιατί κι εδώ δε γένεται τίπτα!». Τότε γυρνάει στο μ’κρό και λέει: « Ας το διαβάσω, το παιδί, αθώο είναι!». Κι έγ’νε καλά! Τόλεγ’ το πρωί τ’ν αντρού τ’ς και πάνε σ'γ καλογριά. Αυτή τη νείρευε (ενν. της έδινε ενόραση) η Άγιος και τ’ς ξειδιάλυνε το ‘νειρο...
* Απεβίωσε το 2014 σε ηλικία 103 ετών.

Τρίτη 11 Αυγούστου 2015

Νταμούχαρη

Μεσούντος του Θέρους και της ραστώνης του και αναμένοντας τη γιορτή της Παναγίας, ένα ακόμη όμορφο κείμενο του Σταύρου Βασαρδάνη, γραμμένο στα 1978. 
Είναι από το βιβλίο του ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΑΡΓΟΝΑΥΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΕΝΤΑΥΡΩΝ, εκδόσεις ΟΜΗΡΟΣ , Βόλος 
(Αντιγραφή των σελ.74-77 σε μονοτονικό, χωρίς αλλαγές στην ορθογραφία)
ΝΤΑΜΟΥΧΑΡΗ
(Το Σαν Μικέλε του Πηλίου)
Μια από τις πιο γραφικές ακτές του ανατολικού Πηλίου είναι το λιμανάκι της Νταμούχαρης. Στην Νταμούχαρη μπορείς να πας από την Τσαγκαράδα ή από το Μούρεσι. Η κάθοδος από την Τσαγκαράδα, από το καλντερίμι, είναι μεγαλειώδης από απόψεως φυσικών καλλονών και θέας. 
Απέχει μιαν ώρα με το πόδι. Ελάτε αν θέλετε να κάνουμε μαζί αυτόν τον περίπατο, αξίζει τον κόπο. Μόνο πρέπει να ξεκινήσουμε πρωί για να ιδούμε την ανατολή τον ήλιου από τη Βίγλα. Η ανατολή του ήλιου, καθώς τη βλέπεις από τη ράχη της Βίγλας κατηφορίζοντας για την Νταμούχαρη, είναι κάτι πού γιομίζει ομορφιά την ψυχή και φτάνει ως την κατάνυξη. Και τότε δικαιώνεις τους αρχαίους προγόνους που ελάτρεψαν τον ήλιο για θεό: Στην αρχή ο ορίζοντας παίρνει ένα λευκό ρόδινο χρώμα απαλό. Είναι η ροδοδάκτυλη ηώς που προαναγγέλλει την εμφάνιση του θεού του φωτός... Σε λίγο το χρώμα γίνεται πιο φωτεινά κόκκινο και ξεπροβάλλει η πύρινη σφαίρα... Είναι ο Φοίβος (φωτεινός) Απόλλων, ο Θεός του φωτός που προβάλλει στη γη με το άρμα του, να σκορπίση τη χαρά, την ομορφιά, το φως. Ολόκληρος ο ορίζοντας της ανατολής κι’ η θάλασσα πνίγονται στο φως και στα χρώματα... Τα πουλιά μέσα στις φυλλωσιές υμνούν την ανατολή... Όλα τα ζωντανά πλάσματα χαιρετούν τον ήλιο που ανατέλλει... 
Ύστερα σιγά σιγά η αποθέωση αυτή των χρυσoρόδινων χρωματισμών και της ομορφιάς υποχωρεί... Ο ήλιος τώρα έχει ανέβει στον ορίζοντα και δεν μπορείς να τον κοιτάξης με γυμνό μάτι... Μπορούμε κι’ εμείς να ξεκινούμε από τη Βίγλα και να συνεχίσουμε την κάθοδό μας προς την Νταμούχαρη... εδώ η κλίση από το καλντερίμι γίνεται φοβερή, τόσο που σου προκαλεί δέος... Αν είσαι καβάλλα σε ζώο, ο αγωγιάτης ή θα σε κρατά σερνάμενο ή θα σε συμβουλεύση να κατεβής με τα πόδια... Κάτω στο βάθος, μπροστά στα πόδια σου, απλώνεται η αμμουδιά της παλαιάς Νταμούχαρης, πού φαίνεται από ψηλά ασπριδερή και δεν θέλεις πολύ για να αχνοϊδής τις νεράιδες του Ευριπίδη να χορεύουν πιασμένες από το χέρι καλό χορό, κρούοντας στη γης τα ωραία λευκά πόδια τους με τα αργυρά σαντάλια... Καθώς τις είδε ο ποιητής να χορεύουν στο γάμο του Πηλέα και της Θέτιδος. 
Τώρα πια κατεβαίνουμε το μεγάλο καγκιόλι, που είναι το τελευταίο και το πιο απότομο. Περνούμε το γεφυράκι και σε λίγο είμαστε στην Νταμούχαρη... Η αμμουδιά είναι ολοκάθαρη, στρωμένη με κάτασπρες στρογγυλές πέτρες... Τα νερά γαλάζια... Ένα καθαρό ζαφείρινο γαλάζιο, με εκπληκτική διαφάνεια. Όταν είναι μπουνάτσα, μπορείς να πάς μέσα στα βαθιά και να κοιτάς ολοκάθαρα το βυθό με όλο τον κόσμο των ψαριών, των θαλασσίων φυτών, των πετραδιών του... Χαίρεσαι να κολυμπάς στα πεντακάθαρα νερά της Νταμούχαρης... και τώρα πού τέλειωσες το μπάνιο σου, μπορείς να περάσης στο συνεχόμενο πλαϊνό λιμανάκι, για να απολαύσης το γεύμα κάτω από τη δροσερή σκιά της κληματαριάς του κύρ Στέργιου. 
Ψάρι της ώρας, μόλις το πιάσανε στο παραγάδι, ζωντανό ακόμα. Τυρί φρέσκο, πρόβειο και μαύρο μπρούσκο κρασί πηλιορείτικο... 
Η Νταμούχαρη έχει πολλά κτίρια μεγάλα, υπολείμματα παλιάς εποχής της ακμής του λιμανιού. Γιατί το λιμάνι αυτό άκμασε στα παλιά χρόνια. Ήτανε το επίνειο των χωριών του ανατολικού Πηλίου, απ’ όπου γινόταν όλο το εμπόριο του ακμαίου τότε πληθυσμού του Πηλίου. Μικρά Ασία, Ρουμανία, Ρωσία. Η Νταμούχαρη είναι το μοναδικό ασφαλές λιμάνι σ’ όλη τον τραχειά και αλίμενη αυτή πλευρά του ανατολικού Πηλίου. Πολλοί αρχαιολόγοι θέλουν να πουν πως εκεί κοντά ήταν αι αρχαίαι Μύραι. Όταν πέφτουν τα πελαγήσια μελτέμια και οι τραμουντάνες στο ανατολικό Αιγαίο, τα καΐκια αυτού πάνε και απαγκιάζουν... Η Νταμούχαρη αν επικοινωνούσε με αμαξιτό δρόμο με το κύκλωμα του Πηλίου, θα μπορούσε να γίνη σένα λιμάνι άπ’ το οποίο θα διοχετεύονταν άπ’ ευθείας στο Πήλιο τουρίστες με βαπόρια. Θα μπορούσε δηλαδή να γίνη το λιμάνι του Πηλίου από την ανατολικό πλευρά... Από απόψεως τόπου, το λιμανάκι είναι ένα γραφικό τοπίο γιομάτο ομορφιά και ρομαντισμό. Είναι μια βαθειά εσοχή της θάλασσας, που την περιβάλλουν γύρω γύρω ψηλοί βράχοι, κοφτοί, απότομοι, που ωστόσο το εύφορο χώμα του Πηλίου κατάφερε να δημιουργήση ανάμεσά τους μια βλάστηση αξιόλογη. Στη μια πλευρά τού λιμανιού, τη δεξιά, είναι ένα μεγάλο πέτρινο κτίριο, που σήμερα είναι το πανδοχείο του κυρ-Στέργιου, μα που στα παλιά τα χρόνια στέγασε μιαν ιστορία ρομαντική. Αν θέλετε μπορώ να σας διηγηθώ την τρυφερή αυτή ιστορία.
Λοιπόν, το αρχοντικό αυτό, καθώς μας το βεβαιώνει μια μαρμάρινη πλάκα που είναι εντοιχισμένη ως σήμερα, είναι Cleopatra's miramare. Το σπίτι της Κλεοπάτρας. Και το έχτισε ο Ι. Vainopoulos captain of Brit R. Navy. Ο κάπταιν Βαϊνόπουλος, λοιπόν, γυρίζοντας με τα καράβια του τις θάλασσες, ερωτεύτηκε την Κλεοπάτρα, μια κόρη από παλιά αριστοκρατική ρουμανική οικογένεια. Και μια σεληνοφώτιστη νύχτα την επήρε με το καράβι του την καλή και την έφερε στην Νταμούχαρη. Λένε πως η Κλεοπάτρα ήτανε πολύ ωραία και πώς ο κάπταιν την εζήλευε και την είχε κλεισμένη στο μεγάλο αυτό πέτρινο σπίτι. Ο καπετάνιος ταξίδευε στις μακρινές Θάλασσες και η ωραία Κλεοπάτρα την καρτερούσε μόνη στο πέτρινο σπίτι... Το πάθος του καπετάνιου για την αγαπημένη ήτανε μεγάλο, τυραννικό, απόλυτο. Η τρυφερή Κλεοπάτρα δεν το άνθεξε και πέθανε ένα μελαγχολικό δειλινό από μαρασμό. Ο καπετάνιος έθαψε την αγαπημένη του στην αντικρινή μεριά του λιμανιού, όπου ο τάφος της υπάρχει ως τα σήμερα. Αυτή είναι η μικρή ιστορία της Νταμούχαρης... Μια ιστορία που άρχισε με τον έρωτα στη μια άκρη και τέλειωσε στην άλλη πλευρά του λιμανιού κάτω από μια μαρμάρινη πλάκα, όπου φυτρώνουν σήμερα επάνω της αγριολούλουδα με χαρούμενα χρώματα... Και πλάι στη φυλλωσιά κελαηδούν τ’ αηδόνια την άνοιξη για να μας πουν πως έτσι τελειώνουν ύλες οι ανθρώπινες ιστορίες. όποιες κι’ αν είναι, είτε μικρές είτε μεγάλες.
Στην άκρη άπ’ το δεξιό βραχίονα υψώνεται ένας κοφτός βράχος και στην κορφή του είναι λείψανα από παλιό φρούριο. Είναι το Κάστρο, καθώς το αποκαλούν οι ντόπιοι. Ανεβαίνοντας στην κορφή του κάστρου, έχεις ψηλά τη θέα του Αιγαίου, μια θέα μεγαλειώδη. Τα βράχια είναι κοφτά, απότομα και στο βάθος σπάζουν αφρίζοντας τα κύματα, σαν τα δέρνουν οι άνεμοι με βουή και αντάρα... Και φτάνει ως πάνω σε σένα ο αχός. Και οι λευκοί γλάροι, με σίγουρο πέταγμα, πετούνε πάνω στ’ αφρισμένα κύματα από κορφή σε κορφή, αγγίζοντας θαρρείς τις κορφές τους με τα λευκά φτερά. Η εικόνα είναι από κείνες πού κάνουν τον ψυχή να γεμίζη από ελαφράδα και ν’ αναζητά φτερά και πετάγματα. Σου έρχεται στο νου το Σαν - Μικέλε, καθώς το περιγράφει ο Άξελ Μούντε στο ξακουστό «Χρονικό του». Οι τόποι αυτοί όπου κατοικεί η ομορφιά, είναι οι τόποι που λαχταρά κάθε ανθρώπινη ψυχή να χτίση το Σαν Μικέλε της...

Τετάρτη 5 Αυγούστου 2015

Ο Μέγα-Σωτήρας στα Κανάλια (2)

Εν μέσω θέρους και παραμονή της γιορτής της Μεταμόρφωσης, είπα ν' αναρτήσω-αντιγράφοντάς το-  ένα σχετικό κείμενο του κοντοχωριανού μας ιστοριοδίφη Κώστα Λιάπη (ΕΔΩ) που βρίσκεται στο ογκώδες έργο του «Ο μεγάλος Αϊ-Γιώργης του Πηλίου» Βόλος 1994 και στις σελίδες 335-340. 
Αναφέρεται στο μικρό μοναστηράκι που γιορτάζει και βρίσκεται στην κτηματική περιφέρεια του Αϊ-Γιώργη Νηλείας, τα Κανάλια, ανάμεσα στην Άνω Γατζέα και στον Άγιο Βλάση. 
Σε τούτο το ιστολόγιο υπάρχει παλιότερη περιληπτική δημοσίευση για το ίδιο θέμα (ΕΔΩ).
(Ο ίδιος ο συγγραφέας -όπως αναφέρει σε υποσημείωσή του- έχει δημοσοσιεύσει στο «ΘΕΣΣΑΛΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ» 1983, σελ.81-96 την αρχική μελέτη του για τη μονή, απ' όπου και οι φωτογραφίες). 
Ας γνωρίσουμε καλύτερα το απλό κι όμορφο μοναστηράκι που σήμερα έχει αναπλαστεί: 

Η «Μεγα-Σωτήρα» 1
Ανάμεσα στο «Χωριό» και στα «Καλύβια» της Γατζέας, σε μια πανεποπτική όσο και ήμερη φυσική έξαρση του εδάφους2 μέσα στη λιόφυτη αγροτική περιοχή που λέγεται «Κανάλια», υψώνεται το παλιό αϊγιωργίτικο μοναστήρι της «Μεταμορφώσεως του Σωτήρος», που στο τοπικό γλωσσικό ιδίωμα λέγεται «Μεγα-Σωτήρα».
Ο χώρος ενάγυρο του μοναστηριού, περισσά γοητευτικός, ήμερος και καταπράσινος, απλώνεται ολούθε κυματιστός και μ’ ένα ανοιχτό «θώρι» που αποκαλύπτει εικόνες με σπάνια βουκολική ομορφιά.
Το πόσο παλιές είναι οι ρίζες τον θρησκευτικού αυτού χτενίσματος, που εδώ κι αρκετά πια χρόνια ανασαίνει βουβό κι εγκαταλειμμένο μέσα στη γραμμένη ερημιά του, δε μας είναι γνωστό, αφού η σκαλισμένη πάνω απ' την κεντρική πύλη του χρονολογία 1841 απλά μας θυμίζει κάποια νεότερη ανακαίνισή του.
Ωστόσο απ’ τον Παπούλια παίρνουμε την πληροφορία ότι, πριν οικοδομηθεί με τη σημερινή του μορφή το μοναστήρι, υπήρχε στον ίδιο χώρο «ερειπωμένη παλαιά μονή, ακμάζουσα επί της βυζαντινής εποχής, ήτις και κατεστράφη το 1310 παρά των Καταλανών»3. Δεν ξέρουμε (όπως και αλλού έχουμε σημειώσει) πόση αλήθεια κρύβεται στον ισχυρισμό αυτό του παλιού αϊγιωργίτη λόγιου, όσον αφορά την παλαιότητα της Μονής.
Εκείνο πάντως που έχουμε ως σίγουρο είναι πως η «Μεγα-Σωτήρα» βρίσκεται ερειπωμένη στο συγκεκριμένο χώρο απ’ το τέλος του 17ου ή τις αρχές τουλάχιστον του 18ου αιώνα.
Κι αυτό διαπιστώνεται έμμεσα από ένα «ιδιοθέλητον και αυτοβούλητον» αφιερωτήριο γράμμα του Χατζηευαγγελινού Ευθυμίου Διαμαντή αλλά κι από ένα μεταφρασμένο τούρκικο χοντζέτι του 1755, που εκδόθηκε στην Αργαλαστή
_________________________
1. Για την ιστορία αυτού του μοναστηριού βλ. Κ. Λιάπη, «Αρχειακά της μονής «Μέγα - Σωτήρα» του μεγάλου Αϊ - Γιώργη του Πηλίου», «Θεσσαλικό Ημερολόγιο», τ. Δ', (και σχετικό ανάτυπο), Λάρισα 1983. Πρβλ. του ίδιου, «Η «Μεγα-Σωτήρα» του Αη-Γιώργη», εφημ. «Η Θεσσαλία» της 8/6/1980 και «Η ιστορία της μονής «Μεγα-Σωτήρα» του Αη-Γιώργη μέσα απ' τα χοντζέτια», στην ίδια εφημερίδα της 17/6/1980.
2. Κι εδώ είναι το περίεργο, γιατί ο γάλλος περιηγητής Alfred Mczieeres (Αλφρέντ Μεζιέρ), περιγράφοντας στο βιβλία του «Mémoires sur le Pélion et l'Ossa (1853)» (= Αναμνήσεις απ' το Πήλιο και την 'Οσσα) την «άγρια φύση» της περιοχής του Αϊ - Γιώργη, την οποία μάλλον την αντικρίζει εκ του μακρόθεν, παρουσιάζει το «τριγυρισμένο από λεύκες μοναστήρι του «Αγίου Σωτήρος» επί μιας προεξοχής που σχηματίζουν οι βράχοι επάνω από μια μεγάλη χαράδρα» (όπ. π., σ. 37). Κάτι που βέβαια δεν ανταποκρίνεται στην πραγματική εικόνα που παρουσιάζει το μοναστήρι. Και το κακό είναι πως στο ίδιο λάθος πέφτει λίγες δεκάδες χρόνια αργότερα κι ο δικός μας Νικόλαος Γεωργιάδης ο οποίος αντιγράφοντας, σ’ αυτό, όπως και σε πολλά άλλα σημεία, το Μεζιέρ, «βρίσκει» και τούτος τη «μονή του Σωτήρος, κειμένη επί τίνος βράχου αποτόμω υπερκειμένου της παραλίας πεδιάδος του Αγίου Γεωργίου» (βλ. Ν. Γεωργιάδη, «Θεσσαλία», όπ. π., σ. 117). Γεγονός βέβαια που σημαίνει πως δεν το επισκέφτηκε κι αυτός το μοναστήρι και πως απλά στηρίχτηκε στις εντυπώσεις του Μεζιέρ, που κι εκείνος το είδε απ’ αλάργα.
3. Γ. Παππόπουλου, όπ. π., σ. 68.
___________________________
από τον περιοδεύοντα ιεροδίκη Λιβαδιάς Μουσταφά Ρεσάτ εφέντη, ακριβώς για να επικυρώσει το παραπάνω αφιερωτήριο .
Τι γράφει στο αφιερωτήριο του ο φιλόθρησκος αϊγιωργίτης Χατζηευαγγελινός2, που απ’ ό,τι φαίνεται από τα παραπάνω έγγραφα ήταν ιδιοκτήτης της παραπάνω Μονής πως στα χρόνια που «κάνει βακούφι»3 σ’ αυτή όλη την ακίνητη περιουσία του, ο ίδιος είχε ήδη ανακαινίσει τη μονή «ούσαν παλαιάν» και «εις κατάστασιν ερειπιώσεως»4 .
Το τελευταίο μάλιστα στοιχείο κάνει τον Παπούλια να γράψει πως η μονή «ανεκαινίσθη εκ βάθρων» απ’ το Χατζηευαγγελινό Διαμαντή, όταν ο ίδιος αποφάσισε να της αφιερώσει όλη την περιουσία του και να ηγoυμενεύσει ο ίδιος σ’ αυτή «κοσμικός ων, έχων μισθωτόν ιερομόναχον», με απώτερο σκοπό η ίδια μονή (κι όσα ανήκαν σ' αυτή) μετά τον θάνατόν του «να μένη αφιέρωμα παρ’ αυτού εις την ημετέραν κοινότητα»5.
Ωστόσο η ανακαίνιση και η επαναλειτουργία της μονής απ' τον Χατζηευαγγελινού, πρέπει να είχε προηγηθεί, και μάλιστα κατά πολύ της δωρεάς του ίδιου. Κι αυτό φαίνεται πάλι μέσα απ’ τα παραπάνω έγγραφα, όπου ο ίδιος ο Χατζηευαγγελινός συμπεριλαμβάνει την προς τη μονή δωρεά του κι όλα τ’ ακίνητα που είχαν ήδη αφιερωθεί σ’ αυτή από άλλους φιλόθρησκους αϊγιωργίτες, πριν από αρκετά, προφανώς, χρόνια.
Το ότι εξάλλου η ανακαίνιση της μονής απ’ το Χατζηευαγγελινό πρέπει να προηγήθηκε κατά πολύ απ’ την εποχή που ο ίδιος έκανε την παραπάνω δωρεά του (1755), αποδείχνεται έμμεσα κι απ’ το γεγονός ότι στα 1764, όταν πια ο δωρητής είχε πεθάνει κι η μονή είχε περιέλθει στο «κοινόν της χώρας», ζητήθηκε απ' τους κατοίκους του Αϊ-Γιώργη η άδεια του Βοεβόδα Αργαλαστής Γιουσούφ Σουλεϊμάν για μια νέα επισκευή της «Μεγα-Σωτήρας», «επειδή ένεκα της παρελεύσεως του χρόνου αι εν λόγω οικοδομαί (της μονής) παλαιωθείσαι ήρχισαν να καταπίπτωσιν». Άδεια που δόθηκε τότε στους κατοίκους του Αϊ-Γιώργη, «υπό τον όρον του να τηρήσωσιν αμετάβλητον το σχήμα και τας διαστάσεις (της μονής)»6.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ότι η «Μεγα-Σωτήρα» ανακαινίστηκε από το Χατζηευαγγελινό πολύ πριν πλουτιστεί απ’ αυτόν με όλη την ακίνητη περιουσία του. Πότε; Πιθανότατα στο τέλος του 17ου ή στις αρχές του 18ου αιώνα. Που, κοντολογίς, επίσης σημαίνει πως το παρελθόν της μονής αυτής είναι ακόμα μακρύτερο και χάνεται στο βάθος του χρόνου.
______________________________
1. Και τα δυο φυλάγονται στο αρχείο της Κοινότητας του Αϊ-Γιώργη. Το κείμενο δε του δεύτερου απ' αυτά (μεταφρασμένο στα 1901 απ’ τον Κ. Ζ. Λιβανό) περιλαμβάνεται στο παράρτημα των εγγράφων (μοναστηριακά έγγραφα, αριθ. Ι) που υπάρχει στο τέλος της παρούσης μελέτης.
2. Ο Χατζηευαγγελινός Διαμαντή ήταν γόνος μιας από τις πιο πλούσιες κι αρχοντικές οικογένειες του Αϊ-Γιώργη, που είχε συχνά εμπορικά πάρε-δώσε με την Πόλη. Ο ίδιος ο Χατζηευαγγελινός, όπως δείχνει και τ’ όνομά του, είχε ευτυχήσει να ταξιδέψει ως προσκυνητής στους Αγίους Τύπους, όπου κι είχε βαφτιστεί στον Ιορδάνη.
3. Δηλαδή αφιερώνει.
4. Αυτό αναφέρεται στο παραπάνω χοντζέτι.
5. Γ. Παππόπουλον, όπ. π., σσ. 6Κ - 69.
6. Το τούρκικο τούτο έγγραφα, μεταφρασμένο κι αυτό απ’ τον Κ. Ζ. Λιβανό στα 1901, βρίσκεται στο αρχείο της Κοινότητας του Αϊ-Γιώργη. Το ίδια μπορεί ο αναγνώστης τούτης της μελέτης να το βρει και να τα διαβάσει  παράρτημα των εγγράφων (μοναστηριακά, αριθ. 2).
     _____________________________
Και φυσικά επίμονα προκύπτουν εδώ τα ερωτήματα πόσο τελικά μακρύ ήταν αυτό το παρελθόν της «Μεγα-Σωτήρας», και πώς τελικά η ίδια περιήλθε στην ιδιοκτησία του φιλόθρησκου αυτού αϊγιωργίτη;
Κι όσον αφορά βέβαια το πρώτο ερώτημα η απάντηση είναι μάλλον αδύνατη. Για το πώς όμως ο Χατζηευαγγελινός έγινε κάτοχος της μονής, μπορούμε με σχετική ασφάλεια να υποθέσουμε πως ο ίδιος κληρονόμησε τα χαλάσματά της απ' τους προγόνους του, όταν αυτοί, άγνωστο πότε και από πού προερχόμενοι, ιδιοποιήθηκαν την γύρω «υλομανή» περιοχή, κάνοντας χρήση του παλιού γνωστού δικαιώματος κτήσης.
Κι αυτό διαπιστώνεται απ’ το γεγονός ότι τα κτήματα που περιέβαλλαν τη μονή, όταν έγινε το παραπάνω αφιέρωμα, ανήκαν στον αφιερωτή Χατζηευαγγελινό κι όχι στην ίδια τη μονή ή στην Κοινότητα του Αϊ-Γιώργη. Αυτό άλλωστε αποδείχνεται κι απ' το γεγονός ότι η Κοινότητα, που τελικά βέβαια, και μετά το θάνατο του Χατζηευαγγελινού, έγινε κάτοχος και της μονής και της αφιερωμένης σ’ αυτή περιουσίας, ανακήρυξε πολύ αργότερα κι οπωσδήποτε καθυστερημένα το Χατζηευαγγελινό ως μεγάλον ευεργέτη της.
Αλλά μια κι ο λόγος μας στέκεται ακόμα στο Χατζηευαγγελινό και στις ευεργεσίες του, ας δούμε ποια ήταν η όλη προσφορά του στη «Μεγα-Σωτήρα», μέσα πάντα απ’ τα αναφερόμενα παραπάνω έγγραφα.
Απ’ ό,τι, λοιπόν, φαίνεται τόσο απ’ το αφιερωτήριο όσο κι απ’ το χοντζέτι του 1755, ο Χατζηευαγγελινός όταν αποφάσισε να ανακαινίσει την παλιά μονή
_______________________
    1.  Αυτό έγινε με την από 23/Ι 1/1407 πράξη του δημοτικού συμβουλίου Νηλείας.
_______________________
και να αφιερωθεί σ' αυτή, δεν περιορίστηκε μόνο ν’ αναστυλώσει το παλιό καθολικό της αλλά ανέγειρε σχεδόν εκ βάθρων και όλο το συγκρότημα των γύρω απ’ αυτό «ένδεκα ανωγείων κελλίων, μετά των κατωγαίων αυτών».
Ο ίδιος αργότερα, με το αφιερωτήριο του γράμμα, χάρισε στη μονή συνολικά 17 κομμάτια ακίνητα (λιοπερίβολα, μωρεοπερίβολα, αμπέλια, αγρούς κλπ., καθώς, και το ανήκον στον ίδιο μισό μαγαζί της πλατείας του Αϊ-Γιώργη), «μεθ' όλων των εν τη μονή οικοδομών και των εν αυτή κινητών (μιας καρούτας, μιας κάδης, πιθαριών, χάλκινων και αργυρών αγγείων, κλινοστρωμνών, σκεπασμάτων, σιδηρών εργαλείων και άλλων πραγμάτων), όπως το εισόδημα αυτών λαμβάνεται και χρησιμεύη προς διατροφήν των εν αυτή μοναχών, των επισκεπτών και προσκυνητών αυτής και των πενήτων».
Και βέβαια εννοείται ότι μετά το θάνατο τον Χατζηευαγγελινού, που πρέπει να συνέβη γύρω στα 1760, τόσο η μονή όσο και όλα αυτά τα κινητά και ακίνητά της περιήλθαν στην ιδιοκτησία του « κοινού της χώρας», δηλαδή στην Κοινότητα του Αϊ-Γιώργη, όπως έγινε και με την περίπτωση της μονής των Ταξιαρχών.
Και είναι η Κοινότητα του Αϊ-Γιώργη που φροντίζει πια για τη λειτουργία κι αυτής της μονής, μεριμνώντας για την κτιριακή της επάρκεια και τη στελέχωσή της με ενοικιαστές ηγουμένους.
Έτσι στα κατοπινά χρόνια της Τουρκοκρατίας βλέπουμε δυο τουλάχιστον ανακαινίσεις της «Μεγα-Σωτήρας», μια στα 1764, για την οποία έγινε παραπάνω λόγος, και μια στα 1841, ενώ κι αργότερα, στα χρόνια του ρωμαίικου και μέχρι πρόσφατα, αλλεπάλληλες υπήρξαν οι μικροεπεμβάσεις της κοινοτικής αρχής για τη συντήρηση και την καλή κτιριακή κατάσταση και τούτης της μονής, παρ’ όλο που η ίδια, εδώ και αρκετές δεκάδες χρόνια, έπαψε να λειτουργεί.
Κι ενώ αυτά γνωρίζουμε για την παλιά λειτουργία της μονής, αγνοούμε τους ιερομόναχους και τους λοιπούς και τους μοναχούς που πέρασαν απ’ αυτή, ως κοινοτικοί ενοικιαστές, τουλάχιστον ως το 1865.
Τη χρονιά όμως αυτή η μονή νοικιάστηκε απ’ την Κοινότητα στον ιερομόναχο Νεόφυτο, που, όπως είδαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο, ήταν ως την ίδια χρονιά ηγούμενος της επίσης αϊγιωργίτικης μονής των Ταξιαρχών.
Απ’ ό,τι δε μαθαίνουμε απ’ το ενοικιαστήριο που συντάχθηκε τότε ανάμεσα στην Κοινότητα και στο Νεόφυτο, και που επικυρώθηκε απ’ τον τότε μητροπολίτη Δημητριάδος Δωρόθεο (1856 1870)1, ο «ειρημένος» ιερομόναχος ενοικίασε από την Κοινότητα τη μονή, με όλα τα παλιά κτήματά της, που τα διαχειριζόταν αυτή τα χρόνια (όπως κι εκείνα της μονής των Ταξιαρχών) η Εφορεία των Σχολών του χωριού, αντί του ποσού των 7.500 γροσίων το χρόνο. Η εκμίσθωση στον ιερομόναχο Νεόφυτο της «Μεγα-Σωτήρας», με όλη την ακίνητη περιουσία που της κληροδότησε εκατό και πλέον χρόνια νωρίτερα ο μακαρίτης Χατζηευαγγελινός, κράτησε ως το 1882, χρονιά κατά την οποία, σύμφωνα με τον Παπούλια2, πέθανε ο Νεόφυτος.
______________________________________
1. Φυλάγεται κι αυτό στο αρχείο της Κοινότητας. Το ίδιο περιλαμβάνεται (ΠΟ παράρτημα των μοναστηριακών εγγράφων (αριθ. 6) της παρούσας μελέτης.
2. Γ. Παππόπουλου, όπ. π., σ. 69.
________________________________________
Ο μακαρίτης ηγούμενος ίσως να προαισθάνθηκε το τέλος του, γιατί λίγο πριν πεθάνει έλυσε τη συμφωνία του με την Κοινότητα και παρέδωσε σ αυτή το μίσθωμα. Η σχετική δε πράξη, με ημερομηνία 12 Οκτωβρίου 1882, περιέχεται στο ίδια συμφωνητικό της μίσθωσης κι είναι γραμμένη πλάγια ανάμεσα στη 2η και στην 3η σελίδα με κοκκινωπή μελάνη2.
Ο επόμενος και τελευταίος ενοικιαστής της «Μεγα-Σωτήρας» ήταν για ένα σύντομο διάστημα γύρω στα 1894 ο μοναχός Ευγένιος Ευσταθίου, πνευματικό τέκνο του ηγουμένου της Μονής Ταξιαρχών Γαβριήλ, με τον οποίον ήρθε αργότερα σε δικαστική αντιδικία η Κοινότητα του Αϊ-Γιώργη για το χτήμα του τούρκου Νταλίλ Καραπιπέρη, που είχε αγοράσει ο Γαβριήλ για λογαριασμό των πνευματικών του τέκνων Ευγενίου και Ακακίου και που το διεκδικούσε και η Κοινότητα3.
Από τότε κι ύστερα η «Μεγα-Σωτήρα» με τα χτήματά της δεν ξανανοικιάστηκε σε μοναχούς, μετά δε και το θάνατο του ηγούμενου της μονής των Ταξιαρχών Γαβριήλ και τη συνακόλουθη λύση του ενοικίου κι αυτής της μονής, ιερουργούσε, όπως ήδη αναφέρθηκε και στο προηγούμενο κεφάλαιο, και στις δυο μονές, ο ίδιος έμμισθος κοινοτικός ιερέας. Το καλοκαίρι στη μονή των Ταξιαρχών, το χειμώνα στη «Μεγα-Σωτήρα».
Κι αυτό, ειδικά για τη «Μεγα-Σωτήρα», ως το 1950, που αποχώρησε απ' αυτή και τη μονή Ταξιαρχών κι ο τελευταίος έμμισθος ιερέας, ο παπα -Ηλίας Μουλατζίκος. Γιατί, όταν διορίστηκαν αργότερα στις δυο αναφερόμενες παραπάνω κοινοτικές μονές ως ιερείς οι ιερομόναχοι ηγούμενοι της μονής Αγίας Τριάδας Εφραίμ και Σάββας, ελάχιστες ήταν οι φορές που λειτούργησαν σε τούτο το μοναστήρι.
Έτσι η μονή της «Μεγα-Σωτήρας» μένει ουσιαστικά έρημη απ’ το 1950. Μόνη μέσα στην ερημιά της -καθώς ρήμαξε σιγά-σιγά κι ο γύρα μικρός αλλοτινός οικισμός των Καναλίων- και βαριά πια βλαμμένη απ' τις σφυριές του χρόνου και των στοιχείων της φύσης, μένει από τότε αλειτούργητη, μ’ εξαίρεση το βράδυ μάθε παραμονής της γιορτής της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, που έρχεται και χάνει το Μέγα Εσπερινό και την Αρτοκλασία ο ιερέας της εκκλησιάς του Αγίου Γεωργίου, στην ενορία τον οποίου έχει υπαχθεί στα τελευταία χρόνια και τούτη η μονή.
Κάναμε παραπάνω μια όσο γινόταν πιο πλατιά αναφορά στην ιστορία του παλιού τούτου αϊγιωργίτικου μοναστηριού και για να ολοκληρώσουμε πρεπούμενα την παρουσίασή του ας σημειώσουμε εδώ και κάποια στοιχεία από την οικοδομική του συγκρότηση και τον κειμηλιακό του εξοπλισμό. Και πρώτα-πρώτα να πούμε πως το λιθόκτιστο κι ασβεστωμένο καθολικό της Μονής, που κυριολεκτικά ασφυκτιά μέσα στο οικοδομικό τετράγωνο που την περιζώνει, είναι μια μικρή μονόκλιτη βασιλική, που μαζί με το κολλημένο σ’ αυτή παρεκκλήσι της έχει διαστάσεις 7,85 Χ 5,05 μ.
____________________________
1. Πάντως στην ουσία τα κτήματα της Μονής τα διαχειριζόταν τότε η Εφορεία των Σχολών του Αϊ-Γιώργη, για να εξασφαλίζει τους πόρους λειτουργίας των τριών σχολείων της «χώρας». Κι αυτό διαπιστώνεται κι απ' τον Εσφιγμενίτη στα 1887, όταν βρίσκει το χωρίς μοναχούς πλέον μοναστήρι του Σωτήρος να έχει «πολλά κτήματα» και να «διευθύνεται υπό της εφορείας» (βλ. Ζ. Εσφιγμενίτη, «Ημερολόγιον η Φήμη», όπ. π., σ. 146).
2. Βλ. παράρτημα εγγράφων, όπ. π. 3. Βλ. κεφάλαιο «Στη δύση του 14ου αιώνα», σελ.109, σημ. 4.
___________________________________
Το ίδιο δεν έχει ούτε πρόναο ούτε νάρθηκα, απλά μπαίνει κανείς σ’ αυτό ή στο παρεκκλήσι από δυο μικρές θύρες που βρίσκονται στο δυτικό ντουβάρι.
Στο ίδιο «πανί» υπάρχει μια κόγχη πάνω απ' τη Αύρα του Κυρίως ναού, όπου είναι ζωγραφισμένη η Μεταμόρφωση του Σωτήρος και πάνω απ’ αυτή ένα μικρό παραθύρι. Ένα πιο μεγάλο εξάλλου παράθυρο υπάρχει κι αριστερά από την πόρτα του παρεκκλησιού.
Το πιο χαρακτηριστικό όμως οικοδομικό στοιχείο του καθολικού είναι η στέγη του, ένας ψηλός πλακοσκεπαστός «κουμπές» που εξέχει απ' όλο το οικοδομικό συγκρότημα του μοναστηριού. Εσωτερικά εξάλλου το καθολικό δεν έχει σήμερα τίποτε το αξιόλογο, καθώς δεν υπάρχει στους τοίχους αγιογραφικός διάκοσμος και οι παλιές καλές φορητές εικόνες έχουν από χρόνια «κάνει φτερά» ή έχουν καταστραφεί από το νερό που μπήκε απ' την καταστραμμένη απ’ τους σεισμούς του 1955 στέγη, πριν βέβαια αυτή επισκευαστεί.
Σημειώνουμε, τέλος, πως το ξύλινο κι ασκάλιστο τέμπλο του ναού είναι κι αυτό ευτελούς αξίας, με κάποια αραιά έγχρωμα διακοσμητικά μοτίβα.
Εκείνο όμως που κυρίως εντυπωσιάζει στη «Μεγα-Σωτήρα» είναι το όλο οικοδομικό της συγκρότημα, και κυρίως το αθωνικού τύπου διώροφο οικοδομικό της τετράγωνο γύρω απ’ το καθολικό της. Ένα τετράγωνο τοιχογυρισμένο, με πλευρές 17 μόλις μέτρων και με ψηλά ως 5 μέτρα ντουβάρια. Ο επισκέπτης έχει την εντύπωση πως αντικρίζει ένα μικρό αλλοτινό κάστρο, καθώς μάλιστα βρίσκεται μπροστά σε μια μεγάλη αψιδωτή καστρόπορτα στη δυτική πλευρά του οχυρού αυτού τετραγώνου. Και θα έμενε ίσως μ’ αυτή την εντύπωση αν δεν υπήρχαν τα δυο θεόρατα κυπαρίσσια της μονής και το στενό, επίσης αψιδωτό και συνεχόμενο στο ντουβάρι, καμπαναριό της, πάνω ακριβώς απ’ τη μεγάλη μοναστηρόπορτα. Είναι φανερή, απ’ την πρώτη ματιά, η οχυρή οικοδομική συγκρότηση του παλιού μοναστηριού. Κι απόλυτα δικαιολογημένη αν σκεφτεί κανένας τους κινδύνους που διέτρεχε η μονή και οι «ενοικούντες εν αυτή» στα αλλοτινά και ληστοκρατούμενα χρόνια της ακμής της. Και βέβαια όπως συνηθίζεται απ’ τη μέσα μεριά του ντουβαριού που περικλείει τούτο το οχυρωματικό τετράγωνο βρίσκονταν κάποτε τα «ένδεκα ανώγεια κελλία» για χρήση των μοναχών και των επισκεπτών της μονής. Και λέω «βρίσκονταν» γιατί σήμερα, και μετά την τελευταία επισκευή των όσων σώζονταν ακόμα, επισκευή που έγινε πριν από αρκετά χρόνια, ελάχιστα υπάρχουν, κι αυτά σε πολύ κακή κατάσταση και μόνο στη δυτική και στη νότια πλευρά του τετραγώνου.
Πόσο θ’ αντέξουν κι αυτά και το καθολικό της μονής κάτω απ' την αδυσώπητη και καταλυτική πίεση του χρόνου και όντας χωρίς τη ζεστασιά της ανθρώπινης παρουσίας;
Ο γράφων πολύ φοβάται πως το τελεσίγραφο του χρόνου είναι ανέκκλητο για την από χρόνια έρημη κι εγκαταλειμμένη μονή. Και πως για τη «Μεγα-Σωτήρα» δε θα υπάρξει ...σωτηρία. Εκτός πια κι αν συμβεί κανένα μέγα θαύμα που θα «μεταμορφώσει» την καταρρέουσα σήμερα μονή της Μεταμορφώσεως σε μια νέα ζωντανή κυψέλη μοναχικής ζωής. Όπως έγινε και με τη μονή των Ταξιαρχών...

Τα μοναστηριακά έγγραφα που αναφέρονται παραπάνω, από το ίδιο βιβλίο σελ. 452-455 & 461-463: 
- Ξεφύλλισμα και ανάγνωση (ΕΔΩ) 

- Διάβασμα και λήψη (ΕΔΩ) 

Σάββατο 1 Αυγούστου 2015

Ο Μυλοπόταμος

Καλό μήνα !!
Σήμερα Πρωταυγουστιά του 2015, ας υποδεχτούμε το μήνα με ένα όμορφο κείμενο του Σταύρου Βασαρδάνη, γραμμένο στα 1978. 
Είναι αντιγραφή από το βιβλίο του ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΑΡΓΟΝΑΥΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΕΝΤΑΥΡΩΝ, εκδόσεις ΟΜΗΡΟΣ , Βόλος

Μυλοπόταμος Τσαγκαράδας
Η Μαγιόρκα του Πηλίου
Αν ο Σοπέν και η Γεωργία Σάνδη γνώριζαν τον Μυλοπόταμο της Τσαγκαράδας, πριν από τη Μαγιόρκα, σίγουρα θα έρχονταν εδώ να ζήσουν το γλυκό τους ειδύλλιο. Γιατί στην άγρια και πληθωρική ομορφιά ο Μυλοπόταμος της Τσαγκαράδας μοιάζει με την Μαγιόρκα... Μόνο που η τοποθεσία του Μυλοποτάμου είναι πιο παρθένα και σε καλεί σ’ ένα ειδύλλιο πιο όμορφο απ’ τους ανθρώπινους έρωτες... Σ’ ένα ειδύλλιο ανάμεσα σε σένα και στην ίδια την ομορφιά! Ένας δρόμος ασφαλτοστρωμένος, εφτά χιλιομέτρων, σε οδηγεί από το γραφικό ξενοδοχείο του Ε.Ο.Τ. «Ξ ε ν ί α Τσαγκαράδας», στην ακτή του Μυλοποτάμου. Και όταν πλησιάζεις την πλαζ και ιδείς από ψηλά κάτω στο βάθος την αμμουδιά να τη χαϊδεύει το κύμα του Αιγαίου με τους λευκούς αφρούς του, θαρρείς πως βρίσκεσαι σε τοπίο παραμυθένιο, που το δημιούργησε ο Κύριος για να ξεκουράσει τον ψυχή των θνητών από το άγχος των γήινων πραγμάτων. Ο δρόμος τελειώνει σ’ ένα πλάτωμα, που στέκεται πάνω σ’ ένα πανύψηλο κοφτό βράχο. Εκεί θα παρκάρεις το αυτοκίνητό σου. Και κάτω στο βάθος βλέπεις να σε καλούν για να κάνεις το μπάνιο σου τρεις αμμουδιές. Θα κατεβείς στις αμμουδιές αυτές από τσιμεντένια σκαλοπάτια, γιατί η κλίση του βράχου είναι κοφτή και δεν πηγαίνει δρόμος. Θαρρείς βρίσκεσαι σε αεροπλάνο. Κάθε εφτά οχτώ σκαλοπάτια είναι κι ένα μικρό μπαλκονάκι, όπου μπορείς να σταθείς και να θαυμάσεις το εξαίσιο θέαμα που απλώνεται μπροστά στα μάτια σου. Η δεξιά σκάλα θα σε οδηγήσει στη μιαν αμμουδιά, και η αριστερή, που είναι και μεγαλύτερη (130 σκαλοπάτια), στις δυο άλλες. Οι δυο αμμουδιές του αριστερού μέρους συνδέονται μεταξύ τους με μία μεγάλη τρύπα, σ’ έναν κυκλώπειο θεόρατο βράχο που τις χωρίζει. Η βλάστηση του Πηλίου φτάνει οργιαστική μέχρι κάτω. Αιωνόβια πλατάνια και ασημόφυλλοι ελαιώνες καλύπτουν το χώρο ως τη θάλασσα.
Η ποιότητα της αμμουδιάς μοναδική. Ολοκάθαρη άμμο και μαλακή σαν βελούδο και τα νερά πεντακάθαρα, διαφανή τόσο που, όταν είναι μπουνάτσα, μπορείς να δεις μες στα βαθιά, το βυθό με τα λογής λογής πετράδια του, τη βλάστηση τα ψάρια και όλον τον παράξενο κόσμο του. Χαίρεσαι να κολυμπάς στα πεντακάθαρα αυτά νερά. Κι ακόμη μοναδικός ψαρότοπος για ψαροντούφεκο. Μπορείς να χτύπησεις ανάμεσα στους κοφτούς βράχους συναγρίδες, θεόρατους ροφούς και ό,τι ψάρι επιθυμεί η καρδιά σου.
Κι’ αν πετύχεις μελτέμι πελαγίσιο, το τοπίο παίρνει μιαν ομορφιά άγριου μεγαλείου, με τα θεόρατα κύματα που έρχονται και ξεσπούν πάνω στα κοφτά βράχια. Τότε δεν τολμάς να κολυμπήσεις, γιατί το κύμα θα σε πάρει και θα σε κατρακυλήσει πάνω στην αμμουδιά σαν καρυδότσουφλο. Μπορείς μονάχα να ξαπλώσεις εκεί στην άκρη της αμμουδιάς και να περιμένεις το κύμα ναρθεί να σε σκεπάσει με τους φάρους του.
 Ύστερα θ’ αποσυρθεί και πάλι θα ξανάρθει, πεισμωμένο λες, γιατί δεν κατάφερε να σε ρίξει έξω... Στην αμμουδιά του δεξιού μέρους, υπάρχει στο βράχο μια βαθιά σπηλιά, που σίγουρα ήτανε στα παλιά χρόνια το ενδιαίτημα των Νηρηίδων του Πίνδαρου και του Ευριπίδη, που κατοικούσαν τις ακρογιαλιές αυτές του Πηλίου, κι έβγαιναν μέσ’ από το χύμα... ήχή πεσπεσίη... ακολουθώντας τη λευκόποδη Θέτιδα... Μια νεαρή Ελλήνιδα ποιήτρια που επεσκέφτηκε το καλοκαίρι το Μυλοπόταμο και μπήκε στη σπηλιά, μας είπε πως της φανερώθηκε εκεί η κρυμμένη θεά της γης, η μυστική Κυβέλη. Κατοικεί εκεί για... «ν’ ακούει το κύμα τη μέρα... να βγαίνει τη νύχτα επάνω, ανάμεσα στα σπίτια, ν' αφουγκράζεται από τα κλειστά παραθυρόφυλλα, πούχουν λουλούδια, τις ανάσες των ανθρώπων που κοιμούνται ξένοιαστοι. Να μπορέσει να νοιώσει τον ανασασμό της ζωής, να πιάσει, να γνωρίσει το σφυγμό της...» Τώρα στη σπηλιά του Μυλοποτάμου εκτός από την αρχαία θεά που φανερώθηκε και μίλησε στη μικρή ποιήτρια κατοικούν οι σημερινές... Νηρηίδες, που δεν υπολείπονται στην ομορφιά σε τίποτα από τις... αρχαίες!
Η ίδια η ομορφιά σου παραδίνεται εκεί μπροστά σου να τη χαρείς…