Το παρακάτω κείμενο (αντιγραφή) δείχνει το πώς είδε τον μοναδικό
(σήμερα) μπακάλη του Αγίου Βλασίου (πριν τριάντα περίπου χρόνια) ο Νορβηγός κ. Ίβαρ
Παπαδόπουλος Σάμουελσεν στο βιβλίο του «Η
δική μου Ελλάδα»- Θραύσματα μιας ελληνικής πραγματικότητας, Εκδ. Αρμός
2008.
Σήμερα, ιδιαίτερα, σ’ όλα τα χωριά μας, οι κάτοικοι πρέπει να
στηρίζουμε όλα τα εναπομείναντα «μαγαζιά» . Είναι απαραίτητα!
[…] Ο Βασίλης Χατζόπουλος είναι ο ιδιοκτήτης
του μεγαλύτερου παντοπωλείου, το οποίο κατά ένα μεγάλο μέρος λειτουργεί σαν το
κεντρικό νευρικό σύστημα του χωριού. 'Ολη η αλληλογραφία του χωριού παραδίδεται
εδώ και ως το τέλος της δεκαετίας του 1990 έρχονταν εδώ οι κάτοικοι χωρίς
τηλέφωνο στο σπίτι για να τηλεφωνήσουν. Τώρα έχει τοποθετηθεί ένα τηλέφωνο για
το κοινό στην πλατεία του χωριού ακριβώς έξω από το παντοπωλείο, αλλά ακόμη οι
άνθρωποι τηλεφωνούν στο Βασίλη, όταν θέλουν να δώσουν ένα μήνυμα σε κάποιον στο
χωριό. Τα παιδιά που βρίσκονται στην πλατεία χρησιμεύουν σαν αγγελιοφόροι.
'Οπως και τα άλλα μαγαζιά έτσι και το δικό του είναι
σε κεντρική θέση στην πλατεία. Από δίπλα βρίσκεται ένα από τα πιο πολυσύχναστα
καφενεία, που ανήκει στον αδελφό του τον Νίκο. Μόνο μια πόρτα χωρίζει τα δυο
μαγαζιά. Παλαιότερα ήταν ο πατέρας που δούλευε τα μαγαζιά. Τώρα κάθεται τον
περισσότερο καιρό έξω και κοιτάζει τους γιους του που δουλεύουν.
Ο Βασίλης δεν πουλά μόνο τρόφιμα, σου προμηθεύει το
κάθε τι. Αν χρειάζεσαι ξύλα για να κάνεις κρεβατιά για την κληματαριά,
τσιμέντο, τούβλα ή ίσως άμμο, το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να τον
ρωτήσεις. Σου εξηγεί που μπορείς να τα βρεις, είτε στο σπίτι του είτε στην
αποθήκη. Σου δανείζει πρόθυμα τα κλειδιά και το καρότσι, αν τα χρειάζεσαι. Την
πληρωμή την κανονίζουμε αργότερα. 'Οταν αγοράζουμε αναψυκτικά ή μπύρα, δεν
κρατά ποτέ χρήματα για τα μπουκάλια, μας έχει απόλυτη εμπιστοσύνη ότι θα
επιστρέψουμε τα άδεια μπουκάλια.
Ο καιρός εδώ περνά πολύ γρήγορα. 'Οταν μετά από
τέσσερις βδομάδες είναι καιρός να επιστρέψουμε στο σπίτι μας, ο Βασίλης μας
φέρνει ένα μπουκάλι σπιτικό ρακί, άλλοι μας φέρνουν κρασί ή ούζο και η Ευρυδίκη
έρχεται με δύο γεμάτους κουβάδες με φρούτα να έχουμε γιατο δρόμο. 'Ολοι μας
εύχονται καλό ταξίδι και καλώς να ξαναρθούμε του χρόνου […]