Κατά την ιδίαν πεδινήν οδόν μίαν ώραν προβαίνοντες (απὸ το Βόλο), ερχόμεθα εις τα Λεχώνια. Αυτά κείνται επί μιας με χωράφια, αμπέλους, κήπους νεραντζίων, κίτρων και άλλων διαφόρων οπωρίμων δέντρων φυτευμένης πεδιάδος...

(Νεωτάτη της Θεσσαλίας Χωρογραφία-Ιωάννης Αναστασίου Λεονάρδος, 1836)

Π Ρ Ο Σ Ο Χ Η ! Μπορείτε να αντιγράφετε κείμενα κ.ά. από το ιστολόγιο. Αυτό, ΔΕΝ αποκλείει αναφορά στην ΠΗΓΗ. - Φωτογραφίες άλλων να μην ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝΤΑΙ - Ιδιωτικά αρχεία να ΜΗΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝΤΑΙ.

Τρίτη 31 Μαΐου 2011

Πύργος Ολύμπιου

Αρχικό τμήμα 17ου-18ου αι.

Στο νότιο μέρος του χωριού και κάτω απ' τον επαρχιακό δρόμο Βόλου-Τσαγκαράδας, ανάμεσα σε οπωρώνες στέκεται αγέρωχος ο τρίπατος πύργος του Ολύμπιου.
Χτίστηκε τον 17ο-18ο αιώνα αρχικά το νότιο τμήμα του. Αυτός ο πύργος ήταν πάντα ελληνικής ιδιοκτησίας σε αντίθεση με τους άλλους πύργους των Λεχωνίων που ήταν αρχικά και Οθωμανικής.
Οικοδομήθηκε από τον Αλατζά ή Ατλαζά, πρόξενο της Ρωσίας στην Ελλάδα, μέσα σε αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα. 
Ο πρόξενος Αλατζάς-Ατλαζάς είχε μια κόρη που παντρεύτηκε τον Νικ. Πατάκη. 
Ο πορταρίτικης καταγωγής πλούσιος Πατάκης στη συνέχεια είχε κι αυτός κόρες. Η μία η Πολυξένη παντρεύτηκε με τον πρώτο δήμαρχο Παγασών-Βόλου Γεώργιο Χατζηαντώνη Καρτάλη. 
Η άλλη η Περσεφόνη, "απήχθη" από τον πρόξενο Κοντό και παντρεύτηκαν. Ο Νικόλαος Κοντός ως ιδιοκτήτης πια έκανε την προσθήκη του βόρειου τμήματος το 1860. Η προσθήκη έγινε προφανώς για να αυξηθεί ο χώρος της κατοικίας. Φαίνεται καθαρά η προσθήκη-προέκταση, γιατί το αρχικό οικοδόμημα διαφέρει σαφώς στη δόμηση. 

Αρχικό τμήμα -είσοδος
Ο  λιθανάγλυφος σταυρός στην τοιχοποιία (αγκωνάρια), μαρτυρά πως οι ιδιοκτήτες ήταν χριστιανοί.  Έτσι σήμερα ο πύργος έχει σχήμα Γ. 
Νεότερη προσθήκη 1860
Το αρχικό τμήμα έχει δίδυμη τοιχοποιία πάχους 1,8 μέτρων, ενώ το νέο που προστέθηκε έναν αιώνα αργότερα, έχει πάχος μόνον 0,8μ. Έχει δύο εισόδους. Η μία ανατολική τοξωτή με κυκλικά σκαλοπάτια στο πρότερο τμήμα και η άλλη βόρεια με σκάλα εξωτερική που οδηγεί στον α' όροφο, στη νεότερη προσθήκη.
Όπως και στον πύργο Κοκοσλή, έτσι κι εδώ ο τελευταίος όροφος έχει ξαναχτιστεί.
Γενικά η όψη του πύργου όπως εμφανίζεται σήμερα, συνδυάζει στοιχεία δόμησης της πρώτης οικοδομικής περιόδου στο Πήλιο (17ος-18ος αι. οχυρό πυργόσπιτο) και της οχυρής κατοικίας των μέσων του 19ου αιώνα.
Η στέγη είναι καλυμμένη με σχιστόπλακες και οι καμινάδες είναι με "φυλάχτρες".
Ο πύργος κατοικήθηκε από την καραμπασιώτικη οικογένεια Σαμαρά (που υπήρξε και βουλευτής) που ήταν πεθερικά του Δημ. Ολύμπιου και κατόπιν από τον Γρηγ. Ολύμπιο (1937). Ο πύργος δεν κατοικήθηκε από άλλη οικογένεια όπως κάποιοι ερευνητές αναφέρουν. Ο πύργος, τα υπόλοιπα κτίσματα και ο γύρω οπωρώνας τελικά αγοράστηκε από την οικογένεια Ολύμπιου το 1956 στην τιμή των 1000 χρυσών λιρών.
Πωλήτρια ήταν η τελευταία επιζώσα κόρη της οικογένειας Κοντού, Θέλξα (Θελξινόη). Εκπρόσωπος της Θελξινόης στην πώληση, ήταν η Μαρία Στάη.
Η αποθήκη-στάβλος με χαραγμένα τα αρχικά του ιδιοκτήτη Ι.Δ.Ο.
Δίπλα στον πύργο ανατολικά υπάρχει αποθήκη-στάβλος και δυτικά ερειπωμένη η "γαλιάγρια". 
Το κτήμα ήταν περιφραγμένο με μάντρα ξερολιθιάς και αρμολόι. Είσοδοι στο κτήμα υπήρχαν δύο. Μία δυτικά στο δρόμο προς Λωτό και μία βόρεια στον επαρχιακό δρόμο. 
Ακριβώς δίπλα στη βόρεια είσοδο και δυτικά  της βρίσκεται το γνωστό "αρχοντικό Κοντού" που ήταν της ίδιας πολυμελούς και πλούσιας οικογένειας.
Την περίοδο του ατυχούς πολέμου του 1897 και στις εκκαθαρίσεις του τουρκικού στρατού στο δυτικό πήλιο, πολλοί Καραμπασιώτες είχαν τον πύργο ορμητήριο και καταφύγιο. Εκεί φύλαγαν και τις οικοσκευές τους. Αυτό γινόταν γιατί στη στέγη του πύργου κυμάτιζε η ρώσικη σημαία του ιδιοκτήτη Κοντού και οι Τούρκοι δεν πλησίαζαν.
 Ο πύργος κατοικούταν μόνιμα ως τα 1970. Στα 1967 κεραυνός έπεσε στο βόρειο τμήμα με αποτέλεσμα να γίνουν ζημιές από την πυρκαγιά, που όμως αποκαταστάθηκαν. Σήμερα δεν κατοικείται πια και ο οπωρώνας έγινε οικόπεδα και σύγχρονες οικοδομές.
Μελέτες για τον πύργο, έχουν γίνει από πολλούς επιστήμονες, όπως  Κίζης, Μουτσόπουλος κ.ά.
Η κρήνη του πύργου
Απομεινάρια της καμένης παλιάς γαλιάγριας
Πατάκη-Κοντού

Κυριακή 29 Μαΐου 2011

Νικόλαος Αθ. Κοκωσλής (Κοκοσλής ή Κουκουσλής)

ΝΙΚΟΛΑΟΣ Α. ΚΟΚΩΣΛΗΣ


Μία τῶν ἐξοχοτέρων φυσιογνωμιὼν τοῦ Πηλίου. Ἐγεννήθη ἐν Πορταριὰ ἐξ ἔγκριτων γονέων καὶ ἄγει νῦν ἡλικίαν 65 ἐτῶν. Νεώτατος ἔτι, φύσει ἀποφασιστικού καὶ ῥιψοκινδύνου χαρακτῆρος, κατὰ τὴν ἐποχὴν τοῦ ἐν Θεσσαλία ἐπαναστατικοῦ κινήματος τοῦ 1854, σπουδαστὴς ὧν τότε ἐν Ἀθήναις, κατέλειπε τάς σπουδὰς τοῦ, καὶ καταρτισας μικρὸν ἐξ ἐθελοντῶν σῶμα, ἔσπευσε ἐκ τῶν πρώτων εἰς τὴν φωνὴν τῆς ἀγωνιζομένης πατρίδος, δοὺς ἐν βραχεῖ πλεῖστα δείγματα τῆς ἀνδρείας καὶ τοῦ πολεμικοῦ τοῦ μένους.  Ἐπολέμησε γενναιοτατα εἰς τάς μάχας Πλατάνου, Ἀρμυροὺ καὶ Ἀνωμαλίας. Ματαιωθείσης ὅμως ἀτελεσφόρως τῆς ἐπαναστάσεως ἐκείνης, ὁ νέος Κοκωσλὴς  ἐπεδόθη εἰς τὸ ἐμπόριον ἐν Σμύρνη ἐπὶ δεκαετίαν, ἔνθεν παλινοστήσας ἐγένετο  ἰδιοκτητης μεγάλου κτήματος ἐν Λεχωνίοις, ὅπου καὶ ἵδρυσεν ἐργοστάσιον μετάξης, ἐσχατως δὲ καὶ τελειότατον ὑδρομύλον, ἀπασχόλων περὶ τάς 200 γυναίκας καὶ κοράσια καὶ περὶ τοὺς πεντήκοντα ἐργάτας, παρέχων οὕτω στάδιον ἐντίμου ἐργασίας. Ἐν τούτοις οὐδέποτε ἔπαυσεν ἐνεργῶν καὶ πόθων τὴν ἀπελευθέρωσιν τῆς πατρίδος τοῦ.Ἡ ἐπανάστασις τοῦ 1878, εἰς ἢν ἠτο ἐκ τῶν πρώτων μεμυημένων, εὗρεν ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ ἕνα τῶν ἐνθερμοτέρων καὶ νοημονεστέρων ὑποστηρικτών. Ἐνῶ δὲ ἡ ναυαρχὶς τοῦ Χοβαρτ ἐστάθμευε πρὸ τῶν Λεχωνίων ἀπειλοῦσα ἀποβίβασιν. Ὁ δὲ πύργος καὶ τὰ ἐργοστάσια τοῦ Κοκωσλὴ ἐχρησίμευον ὡς ἀποθῆκαι πολεμοφοδίων καὶ καταφύγιον τῶν ἐπαναστατών, οὗτος, ἀτρόμητος , ἐπὶ κινδύνῳ τῆς ἰδίας ζωῆς, κατήρχετο καὶ συνεχρωτιζετο ἐν προσποιητῇ ἀταραξίᾳ μετὰ τῶν τούρκων πασσάδων, ἀποσοβὼν οὕτω πᾶσαν ὑπόνοιαν, καὶ ἐν διπλωματικὴ ἀληθῶς συνεργασίᾳ μετὰ τοῦ φίλου τοῦ Γ. Καρτάλη, ἠδυνήθη να σώσῃ τὰ χωρία τοῦ Πηλίου ἀπὸ βεβαίας καταστροφῆς, ἐν ἡ περιπτώσει ἀνεκαλύπτοντο οἱ κρύφα περιθαλόμενοι ἐπαναστάται. Ἐν τοῖς γειτονικοις χωριοῖς ἀπέβη πολλάκις ἡ ζῶσα ἐγγύησις τῆς τάξεως καὶ τῆς ἀσφαλείας. Ὅταν λῃστρικὴ συμμορία ἀπήγαγεν ἐξ Ἁγίου Λαυρεντίου τὸν πλούσιον Κ. Τσαμτζὴν καὶ δύο παῖδας ἐκ Προμυρίου, ὁ Κοκωσλής, ἐξελθὼν μετὰ τῶν φυλάκων τοῦ εἰς καταδίωξιν, κατόρθωσε καὶ τοὺς λῃστὰς να συλλάβῃ καὶ τοὺς αἰχμαλώτους να ἐλευθερώσῃ.
Μετὰ τὴν προσάρτησιν ἐξελέγη πολλάκις βουλευτής. Ἡ μέχρι Λεχωνιων προέκτασις τῶν Θεσσαλικῶν σιδηροδρόμων, δι ἧς μεγίστη ὠφέλεια προσκομίζεται τοῖς κατοίκοις, ὀφειλέται εἰς τὴν ἀποκλειστικὴν πρωτοβουλίαν καὶ ἐνέργειαν τοῦ προοδευτικου ἀνδρός.
Ἐπὶ τούτοις ἐπαξίως φέρει τὸν πρὸ τίνος χρόνου ἀπονεμηθέντα αὐτῷ Ἀργυροῦν Σταυρὸν τοῦ Σωτῆρος.                             
                                                                                                 ΑΔΡ.
Αντιγραφή από:
 Κωνσταντίνου Φ. Σκόκου "Ημερολόγιον" -1897 -
(Τόμος 12, Αρ.Ο)  Φυσιογνωμίαι εκ των επαρχιών, Σελ.134-135
(Ο Ν. Κοκοσλής καθιστός στη μέση. Αρχείο Νικ. Μαστρογιάννη)

Παρασκευή 27 Μαΐου 2011

O Πύργος Κοκοσλή

"ΑΚΤΙΝΕΣ ΕΚ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ - Εντυπώσεις ταξειδιώτου" -1897-Αλέξανδρος Φιλαδελφεύς
      Βρίσκεται στο βόρειο μέρος του χωριού κάτω από το ξωκλήσι των Αγίων Αναργύρων , δίπλα απ’ το παλιό μεταξουργείο των ίδιων ιδιοκτητών.
«Εκεί ένθα η πεδιάς μεταβαίνει εις τας υπωρείας του όρους επί θέσεως απόπτου και καταρρύτου...» γράφει ο Ν. Γεωργιάδης.
Εποπτεύει όλη την περιοχή-κάμπο των Λεχωνίων, αφού στέκεται στο κέντρο ενός τσιφλικιού, ακριβώς κάτω από το τείχος του «Παλιόκαστρου». Είναι ένα πολύ ισχυρό οικοδόμημα της περιοχής, καθαρά φρουριακής κατασκευής. Τα θεμέλιά του και οι εξωτερικοί τοίχοι στα κάτω πατώματα έχουν πλάτος ως τρία μέτρα!
Κτίστηκε στην τουρκοκρατία στα τέλη του 17ου αρχές του 18ου αιώνα. Αγοράστηκε από τους Τούρκους και από τον Πορταρίτη έμπορο, επιχειρηματία, μουχτάρη (=τοπάρχη, κοινοτάρχη, δήμαρχο) Αθανάσιο γιο του Γεωργίου (Γεωργούτσου Κοκοσλή -Κουκουσλή- Κοκωσλή)και αργότερα πέρασε στην ιδιοκτησία των παιδιών του. Του κομματάρχη και πρώτου μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας –1881-βουλευτή Μαγνησίας Νικόλαο (Νικολούτσο) Αθαν. Κοκοσλή, του Απόστολου και των θυγατέρων. Η αγορά έγινε αρκετά χρόνια πριν την προσάρτηση της Θεσσαλίας. Λέγεται πως ο πύργος και η τεράστια κτηματική περιουσία της οικογένειας αγοράστηκε σε χαμηλή τιμή από τους Οθωμανούς που έφευγαν. Σ’ αυτό συνετέλεσε ένας αδελφός των Κοκοσλήδων, που είχε γνωριμίες με Τούρκους αξιωματούχους  και την Πύλη.  
Η αυθεντική μορφή του πύργου πρέπει να ήταν η ίδια με τον πύργο Σουλεϊμάν-Καραγιαννοπούλου. Διαφορετική ήταν η κατασκευή των σαχνισιών. Τα φορούσια εδώ ήταν λοξότμητα κι όχι επάλληλα κάθετα δοκάρια.
Στα 1870 ένας Γάλλος αρχιτέκτονας που κλήθηκε από τον ιδιοκτήτη για το παρακείμενο μεταξουργείο, έκανε μετατροπές και προσθήκες στον πύργο.
 Έτσι:
 α) χτίστηκε ένα κυκλικό κλιμακοστάσιο στο βορρά. β) ανοίχτηκαν μεγάλα παράθυρα, που έγιναν μπαλκονόπορτες και οδηγούν σε σιδερένιους εξώστες και γ) κόπηκαν τα μεγάλα ξύλινα φορούσια με τα εξώστεγα. Άλλες επεμβάσεις ή αναπαλαίωση στο κτήριο δεν έχουν γίνει, εκτός από την ανακατασκευή της στέγης.
Για να στερεωθεί το οικοδόμημα ξαναχτίστηκαν περίπου όλοι οι τοίχοι του τελευταίου ορόφου. Εκεί υπάρχει και τουαλέτα με αποχέτευση. (προσθήκη νεότερη σε σχέση με τους πύργους αυτούς)
Ο πύργος αποτελείται από τέσσερις ορόφους και ισόγειο. Η πρόσβαση γινόταν παλιά από βορρά με κινητή σκάλα-γέφυρα. Σήμερα από σταθερή σκάλα πετρόχτιστη.
Ο πύργος Κοκοσλή ήταν η κατοικία της οικογένειας μέχρι το 1960. Εκεί έμεναν οι κόρες του Απόστολου Αθανασίου Κοκοσλή, Μαρίκα και Υπατία. Σήμερα είναι ιδιοκτησία των κληρονόμων τους.
Η ιδιόρρυθμη εικόνα του πύργου εξαιτίας του κυκλικού κλιμακοστάσιου, έχει τραβήξει το ενδιαφέρον των φωτογράφων. 
Φωτογραφίες του έχουν δημοσιευτεί επανειλημμένα σε καρτ ποστάλ, βιβλία, ταξιδιωτικούς οδηγούς κλπ.

Στο δίτομο έργο της ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΚΟΡΡΕ-ΖΩΓΡΑΦΟΥ, τομ. Α΄, σελ. 240 

«ΠΗΛΙΟ : ΘΕΑΤΕΣ ΚΑΙ ΑΘΕΑΤΕΣ ΟΨΕΙΣ», διαβάζουμε τη μαρτυρία της Υπατίας Αποστόλου Κοκοσλή για τον πύργο:

Δευτέρα 23 Μαΐου 2011

Το όνομα «Λεχώνια»


Οι εκδοχές για την προέλευση της ονομασίας του χωριού «Λεχώνια» είναι αρκετές:
1. Ο γλωσσολόγος καθηγητής Νικόλαος Ανδριώτης θεωρεί πως η ονομασία Λεχώνια προέρχεται από το φυτό «ηδύοσμος ο γλήχων» δηλαδή μέντα. Έτσι γλήχων>γληχώνι>λεχώνι>Λεχώνια.
2. Ο ιστορικός Γιάννης Κορδάτος λέει πως προέρχεται από τη σλάβικη  λέξη lech (λεχ= πεδινός). Πράγματι η περιοχή των Λεχωνίων είναι πεδινή, κάμπος και οι (Bελεγεζήτες) Σλάβοι ήρθαν στην περιοχή μετά τον ΣΤ΄αιώνα.
3. Από την παραφθορά της λέξης «Μεθώνη» >Λεχώνι>Λεχώνια.
4. Από το όνομα «Λέχων» ή «Λέκωνα», Ενετού αξιωματούχου ή φεουδάρχη, που έδωσε το όνομά του στην περιοχή.
5. Από τον εξελληνισμό των Liconia –Λεχωνίων, όπως ονόμαζαν το ΙΓ΄ αιώνα την περιοχή οι Μελησσινοί, μεσαιωνικοί τοπάρχες. (Ίσως να προέρχεται από το «λύκος»)
6. Από τη λαϊκή εκδοχή που λέει πως επειδή η γη είναι εύφορη, παράγει όλα τα αγαθά που επιθυμεί οποιαδήποτε "λεχώνα", ή όπως η γυναίκα γεννά, έτσι και η γη των Λεχωνίων παράγει άφθονα προϊόντα.
7. Ο αρχιολόγος Ν. Γιαννόπουλος στα 1932 έγραω: "Ο κ. Τσοποτός γράφει τη λέξη ΛΕΧΩΝΙΑ με ει. Επίσης ο κ. Ισοκράτης Π. Παλαμηδάς μου υπέδειξε πως στη Γαλλία στην περιοχή του Βερντέν (Verdun) υπάρχει μικρή πόλη και περιοχή που λέγεται Lihon (Λιχών). Θεωρεί τη λέξη Λεχώνια φράγκικη και υποθέτει ότι κατά τη Φραγκοκρατία στην Ελλάδα, κάποιος τιμαριούχος Γάλλος από το Lihon  που κατείχε το μέρος, θα έδωσε το όνομα της πατρίδας του απ' τη Γαλλία.
Ο ίδιος ο κ. Ισοκράτης Π. Παλαμηδάς μου είπε πως το Λεχών (Lihon) σαν μικρή πόλη και περιφέρεια βρίσκεται στο (Chaulnes Rosieres) Σώλν-Ροζιέρ, στην περιφέρεια Πικαρδίας (Picardie). Ακόμη ότι τη λέξη Λεχώνια, τη συναντάμε στη Σκιάθο, Σκόπελο και Σκύρο σαν θέση «Λεχωνίων Ρέμα».
Μήπως η λέξη Λεχώνια είναι παραφθορά του αρχαίου ονόματος  της πόλεως Μεθώνη= Λεχώνη-Λεχώνια; Τουλάχιστον δεν είναι μακριά απ’ την πραγματικότητα."

Η περιοχή των Λεχωνίων ήταν αρχικά ενιαία. Μετά με τη δημιουργία των δύο οικισμών, ονομάστηκαν Πέρα και Δώθε Λεχώνια, σε σχέση με την πόλη του Βόλου. Πέρα ήταν τα Άνω και Δώθε  τα Κάτω.

Τα Πλατανίδια, επίνειο της περιοχής, ήταν γνωστά από την περίοδο των Μελισσηνών με την ονομασία Scala di Liconia, ως παράλιος εμπορευματικός σταθμός.

Τετάρτη 18 Μαΐου 2011

Σταθμός Λεχωνίων (1)

Ο σταθμός στα 1924 
Ο σταθμός στα 1935 -
Συλλογή του λεχωνίτη Νικ. Μαστρογιάννη   
      Όταν αναφερόμαστε στο "Σταθμό Λεχωνίων" εννοούμε το σιδηροδρομικό σταθμό στα Άνω Λεχώνια. Στα Κάτω Λεχώνια δεν υπήρχε σταθμός παρά μόνο στάση. Κι αυτό γιατί, τα Άνω Λεχώνια ήταν κόμβος.
     Ο σταθμός εξυπηρετούσε τα ανατολικά χωριά του δήμου Νηλείας (έδρα του τα Άνω Λεχώνια), δηλαδή τον Άγιο Βλάσιο (Καραμπάσι) και τον Άγιο Γεώργιο Νηλείας.
Ο νέος ισόγειος σταθμός μετά τους σεισμούς του 1955
Με τους καταστρεπτικούς για το δυτικό Πήλιο και το Βόλο σεισμούς του Απρίλη του 1955, ο σταθμός γκρεμίζεται και στη θέση του χτίζεται ισόγειο κτήριο. (Το κτήριο αυτό φαίνεται στην ταινία του 1969 "Η δασκάλα με τα χρυσά μαλλιά" με το όνομα Κρυόβρυση) 
Αυτό κατεδαφίζεται τη δεκαετία του ΄80 και στη θέση του χτίζεται ο σημερινός που είναι πιστό αντίγραφο του παλιού.

Τρίτη 17 Μαΐου 2011

Το τρενάκι του Πηλίου

Στη Γορίτσα 1904 
Εγκαίνια στα Άνω Λεχώνια -1895
   
Εγκαίνια στις Μηλιές. 
(Εκδήλωση μπροστά στη Μηλιώτικη Σχολή) -1903

 Η ιδέα για μια νέα γραμμή που θα εξυπηρετούσε αρχικά τα χωριά του δυτικού Πηλίου και μετέπειτα θα προχωρούσε ως τη Τσαγκαράδα και τη Ζαγορά ήταν του Μαύρου Γορδάτου Έλληνα τραπεζίτη της Κων-πολης.
 Οι σιδηρόδρομοι της Θεσσαλίας στην προσπάθειά τους να αυξήσουν τα έσοδά τους, αποφάσισαν (1892) να κατασκευάσουν αυτήν τη σιδηροδρομική γραμμή. Έτσι το Μάιο του 1893, υπόγραψαν σύμβαση με το Δημόσιο και την ιταλική εταιρία Ev. De Chirico & Co, για να γίνει η γραμμή από το Βόλο ως τα Άνω Λεχώνια. Οι εργασίες κατασκευής της γραμμής άρχισαν το 1894 και μπήκε σε λειτουργία στις 12 Οκτωβρίου 1895. Γενικός μηχανικός ήταν ο Εβαρέστο ντε Κίρικο, πατέρας του γνωστού Ιταλού γλύπτη και ζωγράφου Τζιόρτζιο ντε Κίρικο.
Μετά από μερικά χρόνια η γραμμή αποδείχτηκε επικερδής. Το 1900 προκειμένου να γίνει πιο ωφέλιμη, υπογράφτηκε άλλη σύμβαση για προέκταση ως τις Μηλιές. Δημιουργήθηκε έτσι μια γραμμή συνολικού μήκους 28 χλμ. (12,5χλμ ως Άνω Λεχώνια και 15,5χλμ περίπου από Άνω Λεχώνια ως τις Μηλιές).
Το 1903 οι εργασίες κατασκευής προέκτασης τελείωσαν και δόθηκε σε κυκλοφορία. (Στη βιβλιοθήκη των Μηλεών υπάρχει η ιστορική φωτογραφία των εγκαινίων).
Στα τέλη του χειμώνα του 1903 μετά από κακοκαιρία και μεγάλες ζημιές στο δίκτυο η κυκλοφορία διακόπηκε ως το Μάιο το1904. έτσι εκτός από τα έργα αποκατάστασης αυτών των ζημιών, έγιναν κι άλλα συμπληρωματικά.
Το τμήμα της γραμμής Βόλου –Λεχωνίων έγινε εύκολα, με την κατασκευή δύο γεφυρών: του Αναύρου στο Βόλου και του Βρύχωνα, ( είναι η πρώτη γέφυρα στην Ελλάδα που φτιάχτηκε με οπλισμένο σκυρόδεμα-μπετόν) στα Κάτω Λεχώνια.
Το τμήμα της γραμμής Άνω Λεχωνίων –Μηλεών ήταν πολύ δύσκολο αφού κατασκευάστηκαν : επτά πέτρινες γέφυρες μονότοξες, τρίτοξες και μία πεντάτοξη, καθώς και μια μεταλλική, δύο σήραγγες κ.ά.
     Οι σταθμοί Αγριάς και Άνω Λεχωνίων ήταν όμορφα χτίσματα και λειτουργικοί. Οι σεισμοί όμως τους καταστρέψανε και τελευταία ξαναχτίστηκαν στην ίδια μορφή. Ο σταθμός των Λεχωνίων είναι ένα πανέμορφο διώροφο κτίριο με ξύλινα χαγιάτια, νεοκλασικού ρυθμού.
 Η σιδηροδρομική γραμμή έχει πλάτος 60 εκατοστά και είναι η μοναδική στην Ελλάδα με τέτοιο πλάτος. Στην Αγριά και στις Μηλιές το τρένο διανυκτέρευε και συντηρούνταν οι μηχανές και το τροχαίο υλικό. Οι μηχανές ήταν ατμοκίνητες και έκαιγαν κάρβουνο. Φόρτωναν κάρβουνο και νερό από το «καζάνι» στα Άνω Λεχώνια και στις Μηλιές. Αρχικά αγοράστηκαν τρεις γαλλικές μηχανές. Όταν το δίκτυο επεκτάθηκε πήραν σταδιακά άλλες πέντε  βελγικές, που πήραν τα ονόματα Βόλος, Μηλέαι, Τσαγκαράδα, Ιάσων και Πήλιον. Τα βαγόνια ήταν 14 κλειστά και 9 ανοιχτά -καλοκαιρινά- καθώς και 10 φορτάμαξες. Για κάποια χρόνια, μετά την ανακαίνιση σταθμών και γραμμής, οι συρμοί λειτουργούσαν με το παλιό τροχαίο υλικό που επισκευάστηκε από συνταξιούχους βασικά σιδηροδρομικούς και τεχνίτες του Βόλου. Όμως λόγω της δυσκολίας συντήρησής τους -εφόσον δεν υπήρχαν πια ανταλλακτικά επισκευής, αντικαταστάθηκαν -μόνον οι μηχανές κι όχι τα βαγόνια- με δύο νέες πετρελαιοκίνητες,
Το τρενάκι ως συγκοινωνία ήταν πολύτιμο για το Πήλιο και κύρια για το δυτικό. Οι άνθρωποι από τα χωριά πήγαιναν στην πόλη εύκολα -αν κι όχι γρήγορα, αφού η διαδρομή Βόλος -Μηλιές ήταν 2:15 ώρες- και μετέφεραν και τα προϊόντα τους. Έσφυζε από ζωή, κάνοντας μέχρι και επτά δρομολόγια με επιστροφή την ημέρα από το Βόλο στις Μηλιές.
Εφημερίδα ΚΗΡΥΞ του Βόλου 3-2-1912
Ακόμη και τις Αποκριές και την Πρωτομαγιά το τρενάκι αυτός ο θρυλικός «Μουτζούρης» ντυνόταν γιορτινά … Γνώρισε δόξες και μεγαλεία, λύπες και πόλεμο (1940-τότε καταστράφηκε μεγάλο μέρος τροχαίου υλικού), αλλά και την Αλίκη που γύρισε το έργο «Η δασκάλα με τα χρυσά μαλλιά»!
Στις 20 Ιουνίου 1971 έπαψε να είναι μέσο συγκοινωνίας και διέκοψε τη λειτουργία του σαν ασύμφορη αφού, η διάνοιξη αμαξιτών οδών σ’ όλο το Πήλιο -ειδικά μεταπολεμικά-  και η λύση του αυτοκινήτου, υποβίβασαν την επιβατική και εμπορική κίνηση.
Σήμερα επαναλειτουργεί –αφού πρώτα χαρακτηρίστηκε παραδοσιακό και διατηρητέο- κύρια για λόγους τουριστικούς, πολιτιστικούς, αλλά και συναισθηματικούς. Ξεκινά τα Σαββατοκύριακα και τις γιορτές, το πρωί από τα Άνω Λεχώνια και καταλήγει στις Μηλιές. Επιστρέφει  το απόγευμα.
Στην εποχή της ταχύτητας το τρενάκι  κάνοντας  μια διαδρομή 15,5 περίπου χλμ, βγαίνει μέσα από τους πίνακες του Ντε Κίρικο, απ’ τις φυλλωσιές των δέντρων, απ’ το άρωμα των λουλουδιών κι απ’ το απερίγραπτης ομορφιάς πηλιορείτικο τοπίο. Ας ταξιδέψουμε με τον «Μουντζούρη» αργά-αργά στο χώρο και στο χρόνο κι ας απολαύσουμε την ομορφιά του κόσμου. Αξίζει!
                                                                                                             (Επίσης δείτε εδώ )

Παρασκευή 13 Μαΐου 2011

Το τρένο και η τρίτοξη γέφυρα Κουφάλας

Μια από τις πολλές λιθόκτιστες γέφυρες του πηλιορείτικου τρένου κατασκευασμένη από ντόπιους τεχνίτες με την καθοδήγηση και το σχεδιασμό του μηχανικού Εβαρέστο ντε Κίρικο στην αρχή του 20ου αιώνα.

Δευτέρα 9 Μαΐου 2011

O Πύργος Σουλεϊμάν-Καραγιαννόπουλου

Ο πύργος δια χειρός του βολιώτη δικηγόρου Παντελή Μωραϊτη (1991), 
μαθητή του ζωγράφου Νικ. Γρύσπου.   
Πίνακας του ζωγράφου και φωτογράφου Κώστα Ζημέρη στα 1905
Βρίσκεται στο βόρειο μέρος του χωριού πιο κάτω από τον πύργο Κοκοσλή και κάτω ακριβώς από την οδό Δ. Ιατρίδη σε ερειπωμένη σχεδόν κατάσταση.
Λεχώνια και πύργοι
(Φωτογραφία Ζημέρης -αρχείο Νικ. Μαστρογιάννη)
             Αγοράστηκε, μαζί με τη γύρω περιοχή, από το δημοδιδάσκαλο Δημήτριο Καραγιάννη ή Καραγιαννόπουλο μέσω του πατέρα του (Γεωργίου-Ιωάννου Δ. Καραγιάννη), από την Τουρκάλα Σεϊντέ Χανούμ (θυγατέρα Αχμέτ Σουινοπούλου και σύζυγος Αλή Μουσταφά), στις 17 Δεκεμβρίου 1881. (Το πρώτο καταχωρημένο συμβόλαιο του Υποθηκοφυλακείου Νηλείας. (εδώ)
Ήταν οχυρός πύργος κτισμένος το 17ο αιώνα και ίσως πρώιμο 18ο με τέσσερις ορόφους και υπόγειο. Η τετραγωνική του κάτοψη έχει διαστάσεις 8Χ8 μέτρα.
Αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα αρχιτεκτονικής πρώιμου πυργόσπιτου.
Η είσοδος ήταν ανατολικά στον πρώτο όροφο, με ξύλινη κινητή σκάλα αρχικά, ενώ αργότερα όταν εξέλιπε ο κίνδυνος εισβολής και έπαψε να υπάρχει ανασφάλεια- σταθερή. Σε δεύτερη φάση «ντύθηκε» με δεύτερο εξωτερικό τοίχωμα για να συγκρατήσει το «άνοιγμα» της τοιχοποιίας. Πάνω στο φάρδος του τοίχου στηρίχτηκαν  τα φορούσια από καστανιά και τα «σαχνισιά». Έτσι μεγάλωσε η επιφάνεια του τελευταίου ορόφου όπου ήταν η κυρίως κατοικία.
Η τοιχοποιία είναι με πέτρες και λάσπη και κρυφές ξυλοδεσιές, τα γνωστά «σιδερώματα», ως τον τελευταίο όροφο. Τα σαχνισιά (=εξώστεγα) ήταν από «τσατμά» (=ξύλινο λασποασβεστωμένο χώρισμα). Είχε πολεμίστρες και καταχύστρα (=ζεματίστρα). Το εσωτερικό, όπως και το εξωτερικό των τοίχων ήταν «αρμολογημένο» (αρμολόγι = κλείσιμο των αρμών με ασβεστοκονίαμα για να μη περνά νερό και υγρασία βασικά, αλλά και για λόγους αισθητικής και υγιεινής).
 Ο τελευταίος όροφος ήταν κατοικία περίπου ως και το 1905. Οι πληροφορίες λένε πως ο γιος του δημοδιδασκάλου ιδιοκτήτη Ιωάννης Καραγιαννόπουλος, γιατρός (1887-1942) ή ο αδελφός του επίσης Γεώργιος παιδίατρος (;-1932), όταν μελετούσαν, για να μην ανεβοκατεβαίνουν τις σκάλες, κατέβαζαν καλάθι με σχοινί, όπου η μητέρα τους έβαζε νερό και φαγητό. Την ίδια εποχή η οικογένεια Καραγιάννη (Καραγιαννόπουλου) κατοικούσε στο δεύτερο σπίτι-πύργο του κτήματος (μικρότερο και νεότερης κατασκευής). Αυτό το σπίτι κατοικείται σήμερα και βρίσκεται σε απόσταση εκατό περίπου μέτρων δυτικά του πύργου και στους πρόποδες του λόφου Νεβεστίκι.
Ο πύργος σήμερα

Ο πύργος Σουλεϊμάν-Καραγιαννόπουλου ερειπωμένος πια, είναι ιδιοκτησίας των κληρονόμων της οικογένειας. Η καταστροφή του οφείλεται αφ’ ενός στην κατάρρευση του τελευταίου ορόφου και αφ’ ετέρου στο ότι οι λασπόχτιστοι τοίχοι διαβρέχονται και σωριάζονται. Η κατάρρευση των σαχνισιών άρχισε μετά το 1935 όταν καταστράφηκε η κεραμοσκεπή.
Όταν άρχιζε η κατάρρευση
Γενικά ο πύργος δεν κατέρρευσε από τους σεισμούς (1955-57), αλλά από την αδιαφορία παλιότερων ιδιοκτητών. Σήμερα αποτελεί αντικείμενο μελέτης από αρχιτέκτονες.
Οξύμωρον: Το ΦΕΚ του 1991 που χαρακτηρίζει διατηρητέο
έναν πύργο που ερειπώθηκε πριν τα 1950 !

Τετάρτη 4 Μαΐου 2011

Πυργόσπιτα των Άνω Λεχωνίων

Πύργος Σουλεϊμάν-Καραγιαννοπούλου

Πυργόσπιτα των Άνω Λεχωνίων (γενικά)
Στο Πήλιο υπήρχαν και υπάρχουν παραδοσιακά κτίσματα. Το ίδιο και στα Άνω Λεχώνια. Η αρχιτεκτονική των κτηρίων σύμφωνα με τους ειδικούς χωρίζεται σε τέσσερις περιόδους. Οι πύργοι (πυργόσπιτα) των Άνω Λεχωνίων είναι κατασκευές της πρώτης περιόδου (17ος-μέσα 18ου αιώνα).
Σύμφωνα με τον Αργ. Φιλιππίδη (1815) υπήρχαν στα Λεχώνια και το Καραμπάσι «υπέρ τα 60 σπίτια, όλα πύργοι δίπατοι και τρίπατοι όλοι ασβεστωμένοι».
Σήμερα στα Άνω Λεχώνια σώζονται σε καλή κατάσταση δύο πύργοι: Του Ολύμπιου και του Κοκοσλή. Ο τρίτος πύργος Σουλεϊμάν-Καραγιαννόπουλου είναι ερειπωμένος.
Οι άλλοι πύργοι των Λεχωνίων (εκτός των παραπάνω), ήταν του Αρμάγου κάτω από το νότιο τείχος Νεβεστίκι, του Δημητριάδη ανατολικότερα, του Κ’στόδουλου Αποστολάκη (Χριστόδουλου) ακριβώς κάτω από τη διασταύρωση προς Άγιο Βλάση  στο κέντρο. Υπήρχε επίσης ο πύργος του Αγραφιώτη ανατολικά του αρχοντικού Χατζηκυριαζή.
Οι πύργοι Ολύμπιου και Κοκοσλή έχουν υποστεί μεταβολές στα μέσα του 19ου αιώνα μετά από επεμβάσεις των ιδιοκτητών τους, για βελτίωση της λειτουργικότητας και αύξηση της ωφέλιμης επιφάνειάς τους.
Πύργος Ολύμπιου
Είναι ψηλόκορμες οχυρωματικές κατασκευές και περιλαμβάνουν τρία, τέσσερα και πέντε πατώματα, συνήθως τετραγωνικής κάτοψης, χωρίς εσωτερικές διαιρέσεις (αβέρτο). Το μέσο εμβαδόν ανά όροφο δεν ξεπερνά τα 15 τετραγωνικά μέτρα. Η τοιχοποιία είναι δίδυμη (διπλοντούβαρο) λιθοδομή με ξυλοδεσιές από ξύλο καστανιάς. Το πάχος του τοίχου ξεπερνά το 1,5 μέτρα, πράγμα που εξασφαλίζει σιγουριά. Ο τελευταίος όροφος εξέχει περιμετρικά και δημιουργεί «εξώστεγα» (τολμηρές προβολές). Οι κλειστοί χώροι είναι τα «σαχνισιά» (ξεπεταχτά) και οι ανοιχτοί τα «χαγιάτια» (ξάνωγα). Αυτά στηρίζονται σε αλλεπάλληλα οριζόντια «φορούσια» (δοκάρια). Όταν το μήκος ων φορουσιών ήταν μεγάλο, στηρίζονται από κάτω με λοξές αντηρίδες.
Η είσοδος των πύργων είναι στον α΄ όροφο. Η πρόσβαση γίνεται συνήθως με κινητή σκάλα. Η πόρτα της εισόδου είναι σχετικά μικρή. Πάνω της υπάρχει «καταχύστρα ή φονιάς ή ζεματίστρα»(πέτρινο λούκι), απ’ όπου έριχναν καυτό νερό ή λάδι, όταν ο εχθρός πλησίαζε την είσοδο.
Σ΄ όλους τους πύργους υπάρχουν στις όψεις τους «πολεμίστρες» (πολεμότρυπες) σχισμοειδείς, απ’ όπου αμύνονταν.
Ο πύργος Ολύμπιου μάλλον από το σπίτι Σαράφη.
(ΔΗΚΙ Βόλου)
Παράθυρα υπάρχουν μικρά για φωτισμό και εξαερισμό, ενώ στον τελευταίο όροφο, όπου και η κύρια κατοικία, πολλά και μεγάλα.
Οι όροφοι εκτός του τελευταίου, χρησιμοποιούνταν βασικά ως αποθηκευτικοί χώροι.
Ο όλος εξοπλισμός τους είναι οι «παραθύρες» (εσοχές στους τοίχους) και μικρά ντουλάπια. Ο νεροχύτης της κουζίνας είναι προσαρμοσμένος στο περβάζι ή σε κάποιο παράθυρο.
Πύργος Κοκοσλή
        Η σκεπή (στέγη) των πύργων έχει κάλυψη από σχιστόλιθο (σκεπόπλακες) ή βυζαντινά κεραμίδια. 
Έξω από τους πύργους που συνήθως αυτοί βρίσκονται στο κέντρο κάποιου οπωρώνα (μπαχτσέ), υπάρχουν «χαμπ’λά» (βοηθητικά παράσπιτα) όπου στέγαζαν τους στάβλους, τις αποθήκες ζωοτροφών κλπ.
Η περιοχή γύρω από τους πύργους ήταν περιτριγυρισμένη με μαντρότοιχο (ξερολιθιά) πλάτους τουλάχιστον μισού μέτρου και ύψους ενάμισι.
Σήμερα οι πύργοι των Άνω Λεχωνίων είναι κτήρια διατηρητέα και την ευθύνη έχει η εφορεία Νεότερων Μνημείων. 

Πέτρινο γεφύρι στη ρεματιά Κουφάλας




Δίπλα και προς βορρά από το τρίτοξο πέτρινο γεφύρι του τρένου, βρίσκεται το παλιό επίσης πέτρινο γεφυράκι σκεπασμένο από την πυκνή βλάστηση

Ελαιοτριβείο Γεωργούδη