Κατά την ιδίαν πεδινήν οδόν μίαν ώραν προβαίνοντες (απὸ το Βόλο), ερχόμεθα εις τα Λεχώνια. Αυτά κείνται επί μιας με χωράφια, αμπέλους, κήπους νεραντζίων, κίτρων και άλλων διαφόρων οπωρίμων δέντρων φυτευμένης πεδιάδος...

(Νεωτάτη της Θεσσαλίας Χωρογραφία-Ιωάννης Αναστασίου Λεονάρδος, 1836)

Π Ρ Ο Σ Ο Χ Η ! Μπορείτε να αντιγράφετε κείμενα κ.ά. από το ιστολόγιο. Αυτό, ΔΕΝ αποκλείει αναφορά στην ΠΗΓΗ. - Φωτογραφίες άλλων να μην ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝΤΑΙ - Ιδιωτικά αρχεία να ΜΗΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝΤΑΙ.

Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου 2011

Κάστρο - Παλιόκαστρο των Λεχωνίων



Κάστρο - Παλιόκαστρο των Λεχωνίων 

(όπως τα είδε ο A. Mézières, το 1851)

Υπόλειμμα καστρόπυργου νότιου τείχους 

(Αντιγραφή από τη «ΘΕΣΣΑΛΙΑ» - Διαδρομές, Κυριακή 5 Σεπτεμβρίου 2004 -  Κείμενο του Κ. Λιάπη)

Επόμενος σταθμός του Γάλλου περιηγητή είναι το Παλιόκαστρο των Λεχωνίων, απ’ το οποίο ο ίδιος μας δίνει ένα πλήθος από ενδιαφέρουσες πληροφορίες. Εδώ ο Mezieres είδε καλά διατηρημένα αρκετά τμήματα των βυζαντινών αλλά και των ρωμαϊκών τειχών που σχημάτιζαν στη νότια πλευρά του κάστρου διπλό περίβολο, είδε αρκετούς επίσης τετράγωνους πύργους κατά διαστήματα στα τείχη, διαπίστωσε πολυάριθμα ίχνη κατοικιών στο εσωτερικό της πραγματικά μεγάλης αυτής καστροπολιτείας, καθώς και το χορό μιας βυζαντινής εκκλησιάς στην ακρόπολή της και δικαιολογημένα κατέληξε στο συμπέρασμα πως «εδώ υπήρξε απ’ την περίοδο του bus embire μια πόλη κάποιας σπουδαιότητας». Αλλ’ ας δώσουμε καλύτερα  το λόγο στον ίδιο, για να μας παρουσιάσει, με τη χαρακτηριστική μεθοδικότητα που χαρακτηρίζει τις περιγραφές, τις παρατηρήσεις και τους προβληματισμούς του, την ταυτότητα κι αυτού του οχυρού τόπου.

...λόφος προστατευμένος από την ανατολή από μεγάλους βράχους
 που πέφτουν κατακόρυφα...
«Πάνω απ’ το χωριό», γράφει, ύστερα από μια σύντομη αναφορά του για τα φθίνοντα υπό την τουρκική ακόμα κατοχή Λεχώνια, «υψώνεται ένας λόφος προστατευμένος από τα βόρεια, την ανατολή και τη δύση από μεγάλους βράχους, που πέφτουν κατακόρυφα, μέσα σε μια χαράδρα βαθιά. Αν και δεν υπάρχει παρά ένα πολύ μικρό οροπέδιο στην κορυφή, το δε έδαφος ακόμα και στα νότια είναι πολύ απόκρημνο, όλο το ανώτερο μέρος αυτού του υψώματος φέρνει ίχνη πολυάριθμων κατοικιών. Τμήματα τειχών, υπόβαθρα, τούβλα συσσωρευμένα, δείχνουν πως εδώ υπήρξε κάποτε μια πόλη κάποιας σπουδαιότητας. Τα περισσότερα απ’ τα ερείπια αυτά ανάγονται στην εποχή της βυζαντινής αυτοκρατορίας (bus embire), μερικά ίσως μπορούν να είναι και ρωμαϊκά, κανένα απολύτως δεν είναι ελληνικό. Παρ’ όλη τη φυσική οχύρωση που σχηματίζουν οι τρεις πλευρές των απόκρημνων βράχων, στα ενδιάμεσα, που μου φάνηκαν λίγο οχυρωμένα, ύψωσαν τείχη από πέτρες και τούβλα τσιμεντωμένες. Στη βόρεια πλευρά, ένα τμήμα τείχους καλά διατηρημένο, μου έκανε εντύπωση από την κανονικότητα της κατασκευής του. Αποτελείται από εναλλασσόμενες σειρές τούβλων και λίθων συνδεδεμένων μ’ ένα παχύ στρώμα τσιμέντου. Νόμισα πως εγνώρισα ρωμαϊκή εργασία. Όλες οι οχυρώσεις της βορινής πλευράς φαίνονται να ανήκουν στην ίδια εποχή. Στη νότια όμως πλευρά δεν υπάρχουν παρά χονδροειδώς κατασκευασμένα τείχη βυζαντινής προέλευσης.
Στη ΒΔ γωνία του οροπεδίου, που στεφανώνει το ύψωμα, παρατήρησα τα ερείπια βυζαντινής εκκλησούλας, της οποίας διασώζεται ο χορός. Ήταν χονδροειδώς διακοσμημένη, αν κρίνει κανείς απ’ τις μικρές κολόνες από γκρίζο μάρμαρο κι από μερικές πέτρες φορτωμένες βάρβαρα ανάγλυφα που βρίσκει κανείς ανάμεσα στα θραύσματα.
Γύρω τριγύρω ήταν σπίτια, που τη θέση τους τη δείχνουν ακόμα σωροί από τούβλα. Απ’ το μέρος που κοιτάζει προς τη θάλασσα, το οποίο είναι και το μόνο που είδα σχεδόν βατό, αν και αρκετά απόκρημνο, η ακρόπολη προασπίζεται από διπλό τείχος, που εκτείνεται κατ’  ευθεία γραμμή απ’ τους προς Α βράχους εις τους προς Δ παρόμοιους.
Απ’ τα δυο αυτά τείχη το βορινό περικλείει τον κατοικήσιμο περίβολο της πόλης, ενώ το νότιο δεν είναι παρά ένα ψηλότερο οχυρό, που έγινε από περίσσεια μέριμνα προστασίας. Ανάμεσα δε στα δυο τείχη εκτείνεται ένα γήπεδο πολύ ανώμαλο και απότομο, που δεν μπορεί να είχε κατοικηθεί και που χρησίμευε αποκλειστικά για την άμυνα. Και το ένα και το άλλο (τείχος) είναι ενισχυμένα με πύργους τετράγωνους, χονδροειδώς χτισμένους, πιθανώς της ίδιας εποχής, δηλαδή της βυζαντινής αυτοκρατορίας.
Και αυτά είναι όσα γράφει ο Mezieres, στην προσπάθειά του να σχηματίσει και να μας δώσει μια εικόνα των λειψάνων και του παλιού τούτου οχυρού χώρου.
Ο ίδιος όμως με βάση τις παρατηρήσεις του και τα όσα ήταν γνωστά απ’ τον Όμιλο, τους αρχαίους γεωγράφους Σκύλακα, Στράβωνα και Πλίνιο, αλλά και τον σχεδόν συγκαιρινό το Άγγλο περιηγητή κι ερευνητή William Leake, καταπιάνεται στη συνέχεια με το θέμα του εντοπισμού της αρχαίας πόλης που πρέπει, κατά την άποψή του, να βρισκόταν στο συγκεκριμένο αυτό χώρο ή κοντά σ’ αυτόν. Και σημειώνει: «Αν και κανένα ερείπιο ελληνικό δεν υπάρχει στα Λεχώνια, παρ’ όλα αυτά μας επιτρέπεται να πιστεύουμε ότι μια τόσο ευνοϊκή τοποθεσία δεν ήταν δυνατόν ν’ αμεληθεί κατά την αρχαιότητα. Η θέση είναι απ’ τη φύση της οχυρή, η (διπλανή) πεδιάδα εύφορη, η θάλασσα σε μικρή απόσταση. Ξέρουμε άλλωστε ότι οι Ρωμαίοι δεν ίδρυσαν καμιά καινούργια πόλη στην Ελλάδα. Αρκούνταν στο να καταλαμβάνουν τις αρχαίες και να υψώνουν τα τυχόν κατεστραμμένα τείχη τους. Αν υπάρχουν ρωμαϊκά ερείπια στα Λεχώνια, δεν είναι αυτό κι ένα άλλο επιχείρημα για να τοποθετήσουμε στο ίδιο αυτό μέρος μια αρχαία ελληνική πόλη;
Δεχόμενοι την υπόθεση αυτή, που όλα μας την επικυρώνουν, τότε τα Λεχώνια μπορεί να είναι η θέση της ομηρικής πόλης Μεθώνης ή Μοθώνης, της μόνης πόλης που τοποθετείται από τον Πλίνιο και από το Σκύλακα ανάμεσα στην Ιωλκό και στην Ολιζώνα και την οποία δε συναντήσαμε στη δυτική παραλία της Μαγνησίας.
Μόνο μια δυσχέρεια γεννιέται στο ζήτημα αυτό: είναι ότι ο Στράβων (ΙΧ, 436) τοποθετεί τη Δημητριάδα ανάμεσα στις Παγασές και στη Νήλεια, την οποία Νήλεια κανένας άλλος συγγραφέας δεν μνημονεύει και ότι τα Λεχώνια βρίσκονται ακριβώς στην ίδια απόσταση απ’ τη Γορίτσα, όσο και η υποτιθέμενη τοποθεσία των Παγασών. Αν η Μεθώνη είναι στα Λεχώνια, τότε πού να αναζητήσουμε  τη Νήλεια; Δεν απομένει κανένα ερείπιο μέσα στο διάστημα των 4 μιλίων που χωρίζει το σημείο τούτο απ’ τη Γορίτσα κι όμως απ’ το μέρος αυτό θα έπρεπε να βρίσκεται η πόλη για την οποία μιλάει ο Στράβων, καθόσον ήταν σε κατεύθυνση αντίθετη προς την πόλη των Παγασών. Καθώς ο Έλληνας γεωγράφος δεν περιλαμβάνει τη Μεθώνη ανάμεσα στις γειτονικές της Ιωλκού πόλεις, επειδή δε και κανένας συγγραφέας δεν αναφέρει τη Νήλεια, πιθανόν τα δυο αυτά ονόματα να προσδιόριζαν, σε διαφορετικές εποχές, μια και την αυτή πόλη, ή μάλλον, αν πρέπει να δεχτούμε την ύπαρξη δυο ξεχωριστών πόλεων, τότε μπορούμε να τοποθετήσουμε τη Νήλεια στα Λεχώνια και να οπισθοδρομήσουμε τη Μεθώνη μέχρι το Γενιτσαρόκαστρο, παρόλο ότι το τελευταίο αυτό ύψωμα ταιριάζει πολύ λιγότερο σε μια πολεμική θέση, σε μια ομηρική πόλη, απ’ όσο η οχυρή θέση των Λεχωνίων».

Διαβάστε ακόμη περισσότερα στα παρακάτω :
1.      Τα Λεχώνια και το Παλιόκαστρό τους- Κ. Λιάπης -Ανάτυπο 39ος τόμος Θεσσαλικά Χρονικά -Λάρισα 2001
       2. Τα "Παλιόκαστρα" του Πηλίου - Κώστας Λιάπης - Πανεπιστημιακές Εκδόσεις   Θεσσαλίας-    2010



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου