Η ΒΑΠΤΙΣΙΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ - Παγώνης |
Φώτα
Α) Τα Κάλαντα των Φώτων
1. Αυτό το έθιμο υπήρχε από παλιά. Πριν τις γιορτές η ενορία «έβγαζε σε δημοπρασία» το ποιοι θα αναλάβουν τα τραγούδια των Φώτων. Αυτοί γύριζαν τα σπίτια του χωριού και τραγουδούσαν λέγοντας:
Σαν δεν έχεις κ’λούρα
δώσε παρά
για τον Άι Γιάννη
το φουκαρά.
Οι χωριανοί έδιναν χρήματα και κερνούσαν και την ομάδα με κρασί, τσίπουρο, γλυκά κ.ά.
Αυτά τα κάλαντα έχουν προέλευση καθαρά «την καθ’ ημάς Ανατολήν» και τραγουδιόνταν πριν τον ερχομό των Μικρασιατών προσφύγων στο χωριό από τους Πηλιορείτες. Είναι εξάλλου γνωστές οι επιρροές στο πηλιορείτικο τραγούδι από τα παράλια .
Σήμερα, την παραμονή της γιορτής, μετά το σούρουπο οι νέοι, αλλά κι οι επίτροποι της ενορίας μας, του Αγ. Αθανασίου, τα τραγουδούν ή μάλλον τα ψάλλουν σ’ όλα τα σπίτια του χωριού και στα Πλατανίδια. Μαζεύουν χρήματα για την ενίσχυση του Ναού.
Πάντα –διαχρονικά- ο σκοπός των «ιδιόρρυθμων καλάντων» είναι ο ίδιος: Να δοθούν ευχές στους χωριανούς εκ μέρους της Εκκλησίας και να συγκεντρωθούν χρήματα για τις ανάγκες του ενοριακού ναού.
Βεβαίως το έθιμο υπάρχει και σ’ άλλα χωριά του Πηλίου (Αγ. Γεώργιος, Ανήλιο κ.ά.), γνωστό ως «Νυχτοκάλαντα».
Οι τραγουδιστάδες λένε:
Καλησπέρα πάντες ω αδελφοί, ακούσατε την σήμερον εορτήν.
Ακούσατε την σήμερον την χαράν και την εορτήν την Δεσποτικήν .
Ακούσατε την σήμερον την χαράν και την εορτήν την Δεσποτικήν .
Σήμερον τα Φώτα κι ο Φωτισμός και του Ιησού μας ο βαπτισμός
Σήμερον βαπτίζεται ο Χριστός εις τον Ιορδάνην τον ποταμόν.
Ιωάννη Πρόδρομε λέγω σε και τον βαπτισμόν μου γυρεύω σε.
Πώς να σε βαπτίσω, ω Ιησού, όπου εγεννήθην εγώ εκ σου;
Πώς τολμώ να βάλω την χείρα μου, εις τον Ιησού τον Σωτήρα μου.
Κι έμεινεν εις δύο ο ποταμός, έως να τελειώσει ο βαπτισμός.
Και φωνή ηκούσθη εκ του Πατρός: Ούτος είν' Υιός μου αγαπητός.
Δότε των πτωχών το μνημόσυνον κι εις τον Ιησούν παν ευφρόσυνον
Τότε ο Χριστός μας θα χαίρεται και εις τον Παράδεισον δέχεται.
Ιωάννη Πρόδρομε λέγω σε και τον βαπτισμόν μου γυρεύω σε.
Πώς να σε βαπτίσω, ω Ιησού, όπου εγεννήθην εγώ εκ σου;
Πώς τολμώ να βάλω την χείρα μου, εις τον Ιησού τον Σωτήρα μου.
Κι έμεινεν εις δύο ο ποταμός, έως να τελειώσει ο βαπτισμός.
Και φωνή ηκούσθη εκ του Πατρός: Ούτος είν' Υιός μου αγαπητός.
Δότε των πτωχών το μνημόσυνον κι εις τον Ιησούν παν ευφρόσυνον
Τότε ο Χριστός μας θα χαίρεται και εις τον Παράδεισον δέχεται.
Ο Θεός να δώσει έτη πολλά και ευτυχισμένα και αγαθά.
2. Τα παιδιά -όπως σ’ όλες τις Δεσποτικές γιορτές- λένε τα κάλαντα:
Σήμερα είναι των Φώτων, φωτίζουν οι παπάδες
και μες στα σπίτια μπαίνουνε και λεν τον Ιορδάνη
και μες στα σπίτια μπαίνουνε και λεν τον Ιορδάνη
στη Γαλιλαία ήτανε και πάη στον Ιορδάνη
δια να λάβη βάπτισμα, από τον Ιωάννη
κι ο Άι Γιάννης σαν τα’ άκουσε τούτον το λόγο είπε
εγώ είμαι δούλος σου Χριστέ και πώς να σε βαπτίσω
στην αργυρά σου κορυφή δεν ημπορώ ν’ απλώσω
κι ο Άι Γιάννης σαν άπλωσε με το δεξί του χέρι
ανοίξαν τα ουράνια κατέβη περιστέρι
το άγιο φως κατέβηκε δια να μαρτυρήση
πως εβαπτίσθη ο Χριστός σ’ Ανατολή και Δύση.
Κι ακόμα ως τα σήμερα οι ναύτες το βαστούνε
να αγιαστούνε τα νερά στη θάλασσα να μπούνε.
Στο σπίτ' όπου τραγούδησα πέτρα να μη ραΐσει
κι ο νοικοκύρης του σπιτιού, χρόνια πολλά να ζήσει
να ζήσει χρόνια εκατό και να τα διαπεράσει
κι απ’ τα διακόσια κι ύστερα, ν' ασπρίσει, να γεράσει
να ασπρίσει σαν τον Όλυμπο, σαν τα’ άσπρο περιστέρι
σαν τα’ αηδονάκι που λαλεί, χειμώνα καλοκαίρι
το καλοκαίρι για δροσιία και το χειμώνα ζέστη.
Κυρά μ' ψηλή, κυρά μ' λιγνή, κυρά μ' καγκελοφρύδω
κυρά μ' όταν στολίζεσαι να πας στον αγιασμό σου
βάνεις τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι στήθη
και του κοράκου το φτερό βάνεις καγκελοφρύδι
Έχεις και κόρη όμορφη πες της να μας κεράσει
να μας κεράσει εφτά φορές ν’ ασπρίσει να γεράσει.
Κι αν έχεις γιο στα γράμματα, βάλ’ τον και στο ψαλτήρι,
να τ' αξιώσει ο Θεός να βάλει πετραχήλι.
Εσένα πρέπει αφέντη μου, καρέκλα καρυδένια
Να ακουμπά η μέση σου η μαργαριταρένια.
Άιντε και του χρόνου!
Κι όταν η πόρτα δεν ανοίγει στους τραγουδιστάδες, λένε:
Εσένα σου πρέπει αφέντη μου τροβάς και δεκανίκι
Να σε τραβούνε τα σκυλιά και δέκα πέντε λύκοι.
Την κόρη σου την όμορφη βάλ’ την μες στο ζεμπίλι
Και κρέμασέ τηνε ψηλά να μην την φαν οι ψύλλοι!
Στη νοικοκυρά που δεν τους «φίληυε» έλεγαν:
Κυρά μ' ψηλή, κυρά μ' λιγνή, κυρά μ' καγκελοφρύδου
Κυρά μου το σπιτάκι σου γιομάτο καρακάξες
Τα μ’σα γεννούν τα μ’σα κλωσούν
Τα μ’σα σ’ βγ’αζ’νει τα μάτια.
Βεβαίως στα παλιότερα χρόνια υπήρχαν και στιχάκια ειδικά για τον κάθε επαγγελματία του χωριού π.χ. τον τσαγκάρη, το χασάπη, τον μπακάλη, τον παπά κ. ά.
Β) Προετοιμασίες & Προλήψεις
1. Την παραμονή των Φώτων για να φύγουν τα «καρκατζούλια» τραγουδούσαν:
Ου παπάς μι του Σταυρό
η παπαδιά μι του θιρμό
τα κακάβια κατσουρέλια
τα πιδιά ζαλικουμένα
τζάγκαρ τζούγκαρ μες στου ρέμα.
2. Περιμένοντας τον παπά να «φουτίσει» -αγιάσει τα σπίτια, αλλά και τα παιδιά να πουν τα κάλαντα, έκαναν τις δουλειές του σπιτιού. Σφάζανε την κότα, την γεμίζανε (όπως την Πρωτοχρονιά) και βεβαίως μαγείρευαν για την ημέρα αυτή (του Σταυρού) αλάδωτο φαγητό.
3. Δίνανε στον παπά ή στο βοηθό του που τον συνόδευε, μαζί με τα χρήματα που έριχναν στο μπακράτσι (=χάλκινο δοχείο υγρών αλλά και του αγιασμού) και μια «λειτουργιά» που είχαν ζυμώσει την προηγούμενη μέρα κι αυτός την έβαζε στον «τουρβά» που είχε μαζί του. Στα χρόνια εκείνα ο παπάς κι ο δάσκαλος του χωριού πληρωνόταν, για τις υπηρεσίες τους στους χωρικούς, συνήθως με είδη διατροφής (λάδι, στάρι, μέλι κ.ά) ή σπανιότερα με χρήματα.
4. Το βράδυ τα μεσάνυχτα κοίταζαν τον ουρανό που -πίστευαν πως- θα άνοιγε, σύμφωνα με το γεγονός της Βάπτισης στον Ιορδάνη ποταμό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου