ΑΠΟ
ΤΑ ΟΜΟΡΦΑ ΧΩΡΙΑ ΤΟΥ ΠΗΛΙΟΥ
ΚΑΤΩ
ΛΕΧΩΝΙΑ
ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
ΒΑΕΝΑ (Λαογράφου- Συγγραφέως)
«Λεχώνια
μου πανέμορφα, χωριό μου αγαπημένο,
η
φύση μ’ αγαθά πολλά σ' έχει προικισμένο.»
Πολλές είναι πράγματι οι ομορφιές που έχουν τα Λεχώνια
και μ’ αγαθά πολλά η φύσις τα έχει προικισμένα. Δέκα χιλιόμετρα Ν.Α. του Βόλου
εκτείνεται η πιο εύμορφη κοιλάδα του Πηλίου που βρίσκονται κτισμένες οι δύο
κοινότητες των Άνω και Κάτω Λεχωνίων, σε απόσταση ενός χιλιομέτρου η μία από
την άλλη. Ένας καταπράσινος κάμπος απλώνεται από τους πρόποδες της δυτικής
πλευράς του ξακουσμένου βουνού των Κενταύρων και φθάνει ως τις όμορφες
ακρογιαλιές του Παγασιτικού που απέχουν από τα δύο χωριά από 500 - 2000 μέτρα.
Ασημόφυλλες ελιές με τον ευλογημένο τους καρπό, λογής λογής οπωροφόρα δέντρα, φορτωμένα με γλυκόχυμα, λαχταριστά φρούτα σκεπάζουν όλη την έκτασιν και της δίδουν όψι παραδεισένια. Όμορφα κάτασπρα σπίτια ξεπροβάλλουν εδώ κι εκεί μέσα από τις πυκνές φυλλωσιές των δέντρων μέσα από πορτοκαλιές και λεμονιές με τούς κατάλευκούς ανθούς την άνοιξι και με τους ολόχρυσους καρπούς αργότερα, σαν αρχίσουν να ωριμάζουν. Πολύχρωμα λουλούδια πλημμυρίζουν τις αυλές, σκαρφαλώνουν στις πόρτες, στα παράθυρα τα κάγκελα και συνθέτουν την εικόνα ενός απέραντου ανθοστόλιστου κήπου. Ανοιχτός, ολοφώτιστος ο ορίζοντας προς τη Δύσι και το Νότο φθάνει ως τις κορφές της Όθρυος και τις ακτές των Τρικέρων. Κι ο Παγασητικός, σαν μια πανώρια λίμνη, γεμίζει με τα αστραφτερά ασήμια που σκορπάει ο λαμπερός ήλιος την ημέρα και με τις όμορφες πορφύρες του γλυκού δειλινού. Ανατολικά και βόρεια κατηφορίζουν οι δασωμένες πλαγιές του Πηλίου, στολισμένες με τα κάτασπρα σπίτια πολλών γειτονικών χωριών. Ένδεκα χιλιόμετρα από τα Κάτω Λεχώνια φαίνεται σκαρφαλωμένος στην πλαγιά του βουνού ο Άγιος Λαυρέντιος. Τέσσαρα και μισό (4 1/2) χιλιόμετρα από τα Άνω Λεχώνια είναι ο Άγιος Βλάσιος ή Καραμπάτσι και δέκα χιλιόμετρα ο Αγίας Γεώργιος Νηλείας. Δύο χιλιόμετρα από τα Κάτω Λεχώνια και στον αμαξόδρομο που πηγαίνει για το Βόλο βρίσκεται το γραφικό παραθαλάσσιο χωριό Αγριά.
Ασημόφυλλες ελιές με τον ευλογημένο τους καρπό, λογής λογής οπωροφόρα δέντρα, φορτωμένα με γλυκόχυμα, λαχταριστά φρούτα σκεπάζουν όλη την έκτασιν και της δίδουν όψι παραδεισένια. Όμορφα κάτασπρα σπίτια ξεπροβάλλουν εδώ κι εκεί μέσα από τις πυκνές φυλλωσιές των δέντρων μέσα από πορτοκαλιές και λεμονιές με τούς κατάλευκούς ανθούς την άνοιξι και με τους ολόχρυσους καρπούς αργότερα, σαν αρχίσουν να ωριμάζουν. Πολύχρωμα λουλούδια πλημμυρίζουν τις αυλές, σκαρφαλώνουν στις πόρτες, στα παράθυρα τα κάγκελα και συνθέτουν την εικόνα ενός απέραντου ανθοστόλιστου κήπου. Ανοιχτός, ολοφώτιστος ο ορίζοντας προς τη Δύσι και το Νότο φθάνει ως τις κορφές της Όθρυος και τις ακτές των Τρικέρων. Κι ο Παγασητικός, σαν μια πανώρια λίμνη, γεμίζει με τα αστραφτερά ασήμια που σκορπάει ο λαμπερός ήλιος την ημέρα και με τις όμορφες πορφύρες του γλυκού δειλινού. Ανατολικά και βόρεια κατηφορίζουν οι δασωμένες πλαγιές του Πηλίου, στολισμένες με τα κάτασπρα σπίτια πολλών γειτονικών χωριών. Ένδεκα χιλιόμετρα από τα Κάτω Λεχώνια φαίνεται σκαρφαλωμένος στην πλαγιά του βουνού ο Άγιος Λαυρέντιος. Τέσσαρα και μισό (4 1/2) χιλιόμετρα από τα Άνω Λεχώνια είναι ο Άγιος Βλάσιος ή Καραμπάτσι και δέκα χιλιόμετρα ο Αγίας Γεώργιος Νηλείας. Δύο χιλιόμετρα από τα Κάτω Λεχώνια και στον αμαξόδρομο που πηγαίνει για το Βόλο βρίσκεται το γραφικό παραθαλάσσιο χωριό Αγριά.
Ι Έκτασι, έδαφος, προϊόντα.
Τα Κάτω Λεχώνια περιλαμβάνουν έκτασι 2.887 στρεμμάτων και
τα Άνω 4.000 στρέμματα. Το έδαφος, πεδινό και εύφορο, καλύπτεται περισσότερο από
αειθαλή δένδρα, ελιάς και εσπεριδοειδή και ολιγώτερον από άλλα οπωροφόρα. Τα
κυριώτερα προϊόντα είναι ελιές, πορτοκάλια, λεμόνια, μανδαρίνια και φρούτα από
όλα τα είδη και όλες τις ποικιλίες (μήλα, αχλάδια, βερύκοκα, κεράσια κ.τ.λ.). Το
υψόμετρο κυμαίνεται από 0 - 100 μέτρα. Το κλίμα είναι εύκρατο και ήπιο, γλυκύ το
χειμώνα, λίγο ζεστό το καλοκαίρι. Η μεγαλύτερη θερμοκρασία το θέρος φθάνει τους
35° Κελσίου και η χαμηλότερη τον χειμώνα 14°. Παγωνιές παρατηρούνται πολύ αραιά,
κάθε δέκα χρόνια περίπου και τότε η θερμοκρασία κατεβαίνει 3° κάτω του μηδενός.
Βροχές πέφτουν περισσότερες το φθινόπωρο ως την άνοιξι, χιόνια πολύ αραιά επίσης
πέφτουν χωρίς να υπερβαίνουν τα 0,20 του μέτρου. Άνεμοι συνήθως πνέουν
ανατολικοί και νότιοι και κάποτε από βορρά.
ΙΙ
Κάτοικοι.
Ο πληθυσμός των Κάτω Λεχωνίων φθάνει τα 1260 άτομα και
των Άνω Λεχωνίων στα 1245. Οι περισσότεροι τούτων είναι εντόπιοι, υπάρχουν όμως
και πολλές οικογένειες που ήλθαν από άλλες Κοινότητες του Πηλίου, ιδίως από τα
γειτονικά χωριά και από το έτος 1920 και εντεύθεν. Επίσης πολλές οικογένειες
ήλθαν από την ορεινή δυτική Θεσσαλία από την νήσον Εύβοια, τις Κυκλάδες και τη
Στερεά Ελλάδα. Η προσέλευσις των ξένων στοιχείων και η μόνιμος εγκατάστασίς των
στα Λεχώνια μπορεί να αποδοθή εις την ευφορίαν του εδάφους.
ΙΙΙ
Ιστορία του χωριού.
Πότε ακριβώς κτίστηκαν τα Λεχώνια δεν είναι γνωστό.
Πάντως στην Ιστορία αναφέρονται από τις αρχές του 13ου αιώνα.
Εκτείνονται από τον χείμαρρο Βρύχωνα ως τον άλλον χείμαρρο Κουφάλα κι
αποτελούσαν μίαν μικρή πόλι και λέγονταν Λεχώνια και σπανιώτερον Λεκώνια. Στα
μισά του 14ου αιώνα (1378) φαίνονται σαν ηγεμόνες των Λεχωνίων οι
Μελισσηνοί, αρχοντική 'Ελληνική οικογένεια που έδρασε στην Κωνσταντινούπολι,
Ήπειρο, Στερεά, Ελλάδα, Θεσσαλία και Πελοπόννησο επάνω από χίλια χρόνια από τον
8ο έως τον 18° αιώνα μ.Χ. Ο
πιο ονομαστός από την οικογένειαν των Μελισσηνών των Λεχωνίων ήταν ο Στέφανος
Μελισσηνός, ισχυρότατος ηγεμών που είχε στην κυριότητά του το μεγαλύτερον μέρος
του λεκανοπεδίου των Λεχωνίων και μεγάλες κτήσεις στην Φωκίδα και στους
Δελφούς. Στο τέλος του 14ου αιώνα τα Λεχώνια τα κατέλαβον και τα
κατείχαν οι Ενετοί. Στα χρόνια της Ενετοκρατίας εζήτησαν την παραχώρησιν των
Λεχωνίων εις το Δουκάτον Αθηνών οι Ατζαγιόλοι, μεγάλη Ιταλική οικογένεια,
δούκες των Αθηνών. Την πρότασιν την έκαμε ο Αντώνιος Ατζαγιόλος Α' δούκας των Αθηνών
κατά τα έτη 1405 - 1435 και κύριος των Θηβών και της Λειβαδειάς.
Οι Ενετοί όμως δεν
δέχθηκαν και εξηκολούθησαν να κατέχουν τα Λεχώνια μέχρι τα 1423 μ.Χ. που τα
κατέλαβε ο Τούρκος Πασάς Τουραχάν ή Τουραχάνης, στα χρόνια του Μουράτ του Β΄. Από
τους κατοίκους άλλοι τότε εσφάγησαν, άλλοι έφυγαν και ολίγοι παρέμειναν σαν
δούλοι και ραγιάδες των Τούρκων. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας τα Λεχώνια
κατοικούνται περισσότερο από Τούρκους που δεν ενδιαφέρονται καθόλου για την
πρόοδο, αλλά περιορίζονται εις το να καρπούνται τα προϊόντα και να ζουν
καλύτερα. Έτσι παρακμάζουν και διχοτομούνται και εκεί που άλλοτε άνθιζε η πόλι των
Λεχωνίων δεν απομένουν παρά μόνον δύο χωριά τα σημερινά Άνω και Κάτω Λεχώνια. Οι
κάτοικοι όμως δεν λησμονούν την παλιά δόξα των Λεχωνίων και παρά τον χωρισμόν αυτών
εξακολουθούν να έχουν μία Κοινότητα μέχρι του 1914, οπότε σύμφωνα με τον Νόμον
ΔΩΖ (Περί Δήμων και Κοινοτήτων) τα δύο χωριά απετέλεσαν ξεχωριστή Κοινότητα το
καθένα. Η μεγάλη Ελληνική Επανάστασις που κηρύχθηκε το 1821 δεν άφησε
ασυγκίνητο και το Πήλιο. Ο Κυριάκος Βασδέκης που έγινε μέλος της Φιλικής
Εταιρείας από τον Άνθιμο Γαζή και ήταν τρίτος αρχηγός στο αρματολίκι Πηλίου εκήρυξε
την επανάστασι στις 7 Μαίου 1821 και ανέλαβε την στρατιωτική αρχηγία αυτής.
Αμέσως εστράφη κατά των Λεχωνίων, τα οποία επολιόρκησε και κατόπιν φονικής
μάχης στην οποία έπεσαν πολλοί Έλληνες και Τούρκοι, κατέλαβε τα Λεχώνια και
εγκατέστησε το πολεμικό κέντρο των Επαναστατών του Πηλίου. Έτσι τα Λεχώνια,
έστω και για λίγο χρονικό διάστημα, έμειναν ελεύθερα επί δύο χρόνια είδαν,
μέρες δόξας και ξανάζησε η παλαιά αίγλη αυτών. Αργότερα έρχεται εναντίον των
επαναστατών στην αρχή ο μεν Μαχμούτ
Δράμαλης, Πασάς της Λαρίσης από του 1820 και γενικός διοικητής της Χωροφυλακής της
Ρούμελης, ο οποίος κατέπνιξε την Επανάστασι στο Πήλιο. Οι Έλληνες όμως
επαναστάται παρέμειναν εις τα Λεχώνια επί ένα έτος, χωρίς να ένοχλούνται από
τους Τούρκους, οι οποίοι δεν είχαν την δύναμιν να επιτεθούν εναντίον των. Τον
Μάιον όμως του 1823 ο Μεχμέτ Ρεσίτ Πασάς, ο αποκαλούμενος και Κιουταχής,
διοικητής των Τρικάλων από το 1821, κατεδίωξε τους επαναστάτας των Λεχωνίων
μέχρι των Τρικέρων. Ο Κυριάκος Βασδέκης, που επολέμησε ηρωικά, ετραυματίσθηκε βαρειά
εις τα Τρίκερι και αναγκάστηκε να περάση στην Εύβοια όπου και απέθανε. Μετά την
καταστολή της Επαναστάσεως αυτής, όσοι από τους Έλληνες κατοίκους των Λεχωνίων
έζησαν και διέφυγαν την σφαγήν που επικολούθησε, κατέφυγαν στην Αργαλαστή, το
Μετόχι και προπαντός εις τον Λαύκον. Ύστερα από δύο χρόνια, στις αρχές του
1825, μερικοί από τους κατοίκους αυτούς των Λεχωνίων που εξεπατρίσθησαν,
έρχονται κατά διαστήματα στα Λεχώνια ως πλανόδιοι έμποροι. Στο τέλος του 1825,
κατόπιν επιμονής των γυναικών των Τούρκων, επιτυγχάνουν πολλοί από αυτούς να επανέλθουν
και εγκατασταθούν στο χωριό τους. Από όλες τις παλιές οικογένειες των Λεχωνίων
πρώτες επανέρχονται εις τα Κάτω Λεχώνια του Παπασακελλαρίου, που είχεν πρώτα το
όνομα Σαριστάθη και του Κουρούπη. Άλλες απ’ αυτές ασχολήθηκαν με την αλιεία και
την γεωργία, άλλες δε βοηθούσαν τους Τούρκους εις τας εργασίας των και ζούσαν
σαν ραγιάδες αυτών. Μόλις έγινε η απελευθέρωσις της Θεσσαλίας το 1881 όλοι οι
Τούρκοι έφυγαν από τα Λεχώνια και εγκαταστάθησαν στη Μ. Ασία.
Παρέμεινε μόνον μία οικογένεια του Σουλεϊμάν εις τα Άνω
Λεχώνια οπού είχε μεγάλην ακίνητον περιουσίαν, αλλά και αυτή έφυγε αργότερα εις
την Μ. Ασίαν κατά το έτος 1924 με την συνθήκην της Λωζάνης «περί ανταλλαγής των
πληθυσμών». Τότε οι κάτοικοι των Λεχωνίων και των γειτονικών χωρίων, Αγ.
Λαυρεντίου, Αγ. Βλασίου και Αγ. Γεωργίου ηγόρασαν κτήματα των Τούρκων, αρκετοί δε
και των κατοίκων των ξένων αυτών χωριών εγκατεστάθησαν μονίμως εις τα Λεχώνια.
[ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ στο Κάτω Λεχώνια (2)]
Πολύ χαιρομαι που σε "βλέπω" ξανά στις επάλξεις! Σιδερένιος.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑντώνης Ζ.