Τρία άγνωστα εγκλήματα από τους Γερμανούς και τους συνεργάτες τους (Ομάς Λεχωνίων), τρεις τραγικές δολοφονίες απλών ανθρώπων που αντιστάθηκαν στους κατακτητές:
Η πρώτη περίπτωση αφορά μια νεαρή γυναίκα-μάνα τεσσάρων παιδιών που βοηθούσε τους αντάρτες κάνοντας τον σύνδεσμο-ταχυδρόμο σε μυημένους επιβάτες του τρένου Πηλίου, όταν αυτό σταματούσε στο σταθμό των Άνω Λεχωνίων. Η γενναία αυτή γυναίκα ήταν η Ελένη Κοσμά συζ. Ιωάννη. Η καταγωγή της ήταν από τη Βυζίτσα, αλλά έμενε στα Λεχώνια όπου ο σύζυγός της ήταν «κιρατζής». Ήταν πολύ καλή γυναίκα και πονετική.
Ήταν αγράμματη, αλλά παρόλο τούτο δεν έπαυε να κάνει το σύνδεσμο μεταξύ των αντιστασιακών. Έπαιρνε μηνύματα γραμμένα σε χαρτάκια που της ρίχνανε οργανωμένοι επιβάτες από το τρενάκι στο Σταθμό. Άλλοτε της τα διάβαζαν και η ίδια έδινε το μήνυμα προφορικά κι άλλοτε αυτούσιο στους παραλήπτες. Κάποτε την κατέδωσαν και την έπιασαν οι Γερμανοί. Την πήγαν στο κτίριο Κοντού σε ανακρίσεις για να αποκαλύψει τους συνεργάτες της. Αυτή έμεινε ανυποχώρητη στις πιέσεις και στους βασανισμούς. Μεταφέρθηκε τότε λίγο παρακάτω στο κτήμα Σπύρου -κοντά στον πύργο Ολύμπιου. Πάνω σ’ έναν «ανωβολιό» την σκότωσαν κτυπώντας την. Άφησε τα μικρά παιδιά της ορφανά με τον πατέρα τους μέσα στη δυστυχία και τον πόνο. Αυτά σοκαρισμένα (αφού κάποια είδαν τον τραγικό θάνατο της μάνας τους) έκτοτε δεν έμειναν στο χωριό, παρά επέστρεψαν αργότερα ως επισκέπτες.
Ήταν αγράμματη, αλλά παρόλο τούτο δεν έπαυε να κάνει το σύνδεσμο μεταξύ των αντιστασιακών. Έπαιρνε μηνύματα γραμμένα σε χαρτάκια που της ρίχνανε οργανωμένοι επιβάτες από το τρενάκι στο Σταθμό. Άλλοτε της τα διάβαζαν και η ίδια έδινε το μήνυμα προφορικά κι άλλοτε αυτούσιο στους παραλήπτες. Κάποτε την κατέδωσαν και την έπιασαν οι Γερμανοί. Την πήγαν στο κτίριο Κοντού σε ανακρίσεις για να αποκαλύψει τους συνεργάτες της. Αυτή έμεινε ανυποχώρητη στις πιέσεις και στους βασανισμούς. Μεταφέρθηκε τότε λίγο παρακάτω στο κτήμα Σπύρου -κοντά στον πύργο Ολύμπιου. Πάνω σ’ έναν «ανωβολιό» την σκότωσαν κτυπώντας την. Άφησε τα μικρά παιδιά της ορφανά με τον πατέρα τους μέσα στη δυστυχία και τον πόνο. Αυτά σοκαρισμένα (αφού κάποια είδαν τον τραγικό θάνατο της μάνας τους) έκτοτε δεν έμειναν στο χωριό, παρά επέστρεψαν αργότερα ως επισκέπτες.
Η δεύτερη τραγική επίσης ιστορία θανάτωσης αφορά την Αγγελική Μαστρογιάννη από τον Άγ. Βλάση. Την έπιασαν στα Άνω Λεχώνια όπου συχνά κατέβαινε για να «διακονέψει», αφού είναι γνωστό πως γύρω από το σιδ. σταθμό γινόταν ανταλλαγές προϊόντων και μαύρη αγορά. Οδηγήθηκε στο αρχοντικό Κοντού όπου ήταν το αρχηγείο των Γερμανών και ΕΑΣΑΔιτών κι από εκεί -όπως και την Ελ. Κοσμά- λίγο παρακάτω στο κτήμα Σπύρου όπου κι αυτήν την εκτέλεσαν πετροβολώντας την. Κι ήταν η δύστυχη... έγκυος!
Ο Γ. Χαρίτος με τη σύζυγό του. |
Η τρίτη επίσης τραγική περίπτωση έχει να κάνει με το Γεώργιο Χαρίτο, με καταγωγή απ’ το Βόλο.
Ήταν αγρότης και ζούσε στον Άγιο Βλάση με τη σύζυγο του Κασσιανή και τα τρία κοριτσάκια του. Ως εφεδροελασίτης είχε κάποια δράση στο χωριό την εποχή εκείνη.
Στο «χτένισμα» του Πηλίου την Άνοιξη του 1944 από τους Γερμανούς, πιάστηκε μαζί με άλλους Καραμπασιώτες οδηγήθηκαν στα Άνω Λεχώνια, εκεί στου Κοντού στο στρατηγείο των Γερμανοεσαδιτών. Μεταφέρθηκαν όλοι στην Κίτρινη Αποθήκη του Βόλου απ’ όπου κάποιοι ελευθερώθηκαν και κάποιοι απαγχονίστηκαν στο Ορμάν Μαγούλα. Ο Γ. Χαρίτος μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο της Λάρισας όπου και εκτελέστηκε.
Το τραγικό κι εδώ είναι πως κι αυτός άφησε στη φτώχεια και την ορφάνια τη σύζυγό του και τα κοριτσάκια του που υπέφεραν πολύ από την πείνα και τις στερήσεις.
Στο «χτένισμα» του Πηλίου την Άνοιξη του 1944 από τους Γερμανούς, πιάστηκε μαζί με άλλους Καραμπασιώτες οδηγήθηκαν στα Άνω Λεχώνια, εκεί στου Κοντού στο στρατηγείο των Γερμανοεσαδιτών. Μεταφέρθηκαν όλοι στην Κίτρινη Αποθήκη του Βόλου απ’ όπου κάποιοι ελευθερώθηκαν και κάποιοι απαγχονίστηκαν στο Ορμάν Μαγούλα. Ο Γ. Χαρίτος μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο της Λάρισας όπου και εκτελέστηκε.
Το τραγικό κι εδώ είναι πως κι αυτός άφησε στη φτώχεια και την ορφάνια τη σύζυγό του και τα κοριτσάκια του που υπέφεραν πολύ από την πείνα και τις στερήσεις.