Κατά την ιδίαν πεδινήν οδόν μίαν ώραν προβαίνοντες (απὸ το Βόλο), ερχόμεθα εις τα Λεχώνια. Αυτά κείνται επί μιας με χωράφια, αμπέλους, κήπους νεραντζίων, κίτρων και άλλων διαφόρων οπωρίμων δέντρων φυτευμένης πεδιάδος...

(Νεωτάτη της Θεσσαλίας Χωρογραφία-Ιωάννης Αναστασίου Λεονάρδος, 1836)

Π Ρ Ο Σ Ο Χ Η ! Μπορείτε να αντιγράφετε κείμενα κ.ά. από το ιστολόγιο. Αυτό, ΔΕΝ αποκλείει αναφορά στην ΠΗΓΗ. - Φωτογραφίες άλλων να μην ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝΤΑΙ - Ιδιωτικά αρχεία να ΜΗΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝΤΑΙ.

Κυριακή 18 Μαρτίου 2012

Η Επανάσταση στο Πήλιο (5) Τέλος α΄ έτους

Συνέχεια  από: Η Επανάσταση στο Πήλιο (4)

Αντίσταση Τούρκων – Τέλος α΄ έτους

Μετά από λίγες μέρες ξεσηκωμού και η πολιορκία του Κάστρου (Βόλου) και του Βελεστίνου συνεχίζονταν άκαρπες, μολονότι ένα σκοπελίτικο καράβι έριχνε τις μπόμπες του στο κάστρο.
Τρεις  μέρες πριν από την εμφάνιση του τούρκικου στρατού, οι επαναστάτες του Βελεστίνου ξεγελάστηκαν από τη σκόνη που σήκωσε κάποιο κοπάδι αγελάδων και που οι Έλληνες πίστεψαν πως ερχόταν ο τούρκικος στρατός, διαλύθηκαν προς Μακρινίτσα και Φάρσαλα. Οι Βελεστινιώτες Τούρκοι ξεθάρρεψαν και κυνήγησαν τους Έλληνες. Σκότωσαν κάμποσους Έλληνες και έκαψαν τα σπίτια των χριστιανών στο Βαρούσι στις 13 Μαΐου
Στις 24 Μαΐου οι επαναστάτες της Θετταλομαγνησίας βλέποντας πως δύσκολα θα πέσει ο Βόλος, στέλνουν στα Ψαρά τον Κωνσταντά και τον Παρίση Χρυσοχού, για να ζητήσουν βοήθεια, που ήλθε αργότερα μικρή.
Όταν φάνηκε από τη Λάρισα ο Μαχμούτ πασάς (Δράμαλης) με πολύ στρατό, οι Έλληνες είχαν σκορπίσει. Αυτός χωρίς ουσιαστική αντίσταση προχώρησε στα Κανάλια και την Κάπουρνα κατασφάζοντας τους κατοίκους. Στη Μακρινίτσα μόνον ο Χατζηρήγας με λίγους πολεμιστές που έμειναν, πολέμησε γενναία. Μαζί του πολέμησαν και οι γυναίκες Σκαρλάταινα και Ακρίβαινα που σκότωσαν πολλούς Τούρκους. Τότε σκοτώθηκε και ο Αντώνης Στέφος αρχηγός των ζαγοριανών πολεμιστών. Εκεί στη Μακρινίτσα ο πολυάριθμος τούρκικος στρατός σκότωσε και αιχμαλώτισε γυναικόπαιδα σε αντίποινα για την αντίσταση των κατοίκων, έκαψε τα σπίτια των φιλικών και έβαλε στους ραγιάδες των χωριών επιπλέον φόρους. Ακόμη έπαυσε και το δεσπότη της Δημητριάδας Αθανάσιο ως συνεργάτη των επαναστατών. Ο Χατζηρήγας πέρασε στην Πορταριά και μετά στο Τρίκερι, όπου  είχε τραγικό τέλος δολοφονημένος.
Οι Τούρκοι του Δράμαλη μετά τη σφαγή στη Μακρυνίτσα, πέρασαν στην Πορταριά και  κατέβηκαν στα Λεχώνια  όπου έκαψαν σπίτια, αιχμαλώτισαν, κρέμασαν και έσπειραν το φόβο παντού. Όμως το μένος τους στα Λεχώνια ήταν μικρότερο, επειδή οι Τούρκοι των Λεχωνίων επέστρεψαν ζωντανοί από την κράτησή τους από τους Αγιωργίτες και Αγιολαυρεντίτες. 
Οι προεστοί τότε του Πηλίου, έφεραν δώρα στον πασά και αυτός σταμάτησε το χαλασμό των χωριών. Ήθελε να προχωρήσει προς το νότιο Πήλιο για να κυνηγήσει τους αρχηγούς στο Τρίκερι. Στο Μαλάκι στις 15 Μαΐου μια ομάδα επαναστατών αντιστέκεται. Ο τούρκικος στρατός  δεν προχωρά στις Μηλιές, αλλά φτάνει ως τη Μηλίνα. Στις Μηλιές και τα γύρω χωριά καίνε μόνον τα σπίτια των φιλικών. Οι κάτοικοι καταφεύγουν στο Τρίκερι και στα νησιά. Εκεί καταφεύγει κι ο Γαζής με τον καπετάνιο Μήτρο Βασδέκη, γιο του Κυριάκου που δε σταματά την ετοιμασία νέου κινήματος.
Οι Μηλιώτες προεστοί για να μαλακώσουν την οργή του Δράμαλη, του έστειλαν πεσκέσια  και φλουριά. Μαζί με την επιτροπή ήταν αναγκαστικά κι ο Γιάννης Δήμου, που στο δρόμο για τη συνάντηση στη Μηλίνα, δολοφονήθηκε. Ο Δράμαλης βλέποντας πως κι ο ζαμπίτης(=αξιωματικός ή αστυνόμος) Ιμπραήμ αγάς ήταν ζωντανός, πείστηκε για τη μετάνοια των Μηλιωτών, τους έδωσε αμνηστία (ράι μπουγιουρντί) και μετά ο ίδιος επέστρεψε στη Λάρισα χωρίς να προχωρήσει στο Τρίκερι. 
Έτσι τελείωσε ο πρώτος χρόνος (1821) του ξεσηκωμού στο Πήλιο, χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα, παρ’ όλο που ο Δημ. Υψηλάντης κι ο Ιωαν. Κωλέττης, συνιστούν στους Πηλιορείτες θάρρος κι υπομονή μέχρι την τελική νίκη.
Δύο δημοτικά που αναφέρονται στον ξεσηκωμό του πρώτου χρόνου: 
Χατζηρήγας
Δε φταίει ο Χατζηρήγας, δε φταίνε τα χωριά,
μόν’  φταίνε τα καράβια που βγήκαν στην Αγριά.
Κλάψιτι δέντρα και κλαριά κι εσείς κουντουραχούλες,
Κι εσείς του Γόλου τα χουριά, χουριά της Μακρινίτζας
Σας γέλασαν, σας πλάνεψαν Πιτσιώτες κι Νιδριώτες,
σας στείλαν τουν Μαχμούτ πασιά μι δώδικα χιλιάδες
Βάλνι φουτιά στην Πουρταριά, φουτιά στην Μακρινίτζα
κι στην καημένη Αργαλαστή σ’ ούλους τους μαχαλάδες.

Του Στέφου

Σήμερα μαύρος ουρανός, σήμερα μαύρη μέρα,
σκουτώθηκε ο Στέφος μας, το άξιο παλικάρι
που πολεμούσε την Τουρκιά πέρα απ’ τη Μακρινίτζα.
Στα δόντια σέρνει το σπαθί, στα χέρια το ντουφέκι,
σκοτώνοντας Αγαρηνούς, αγάδες. Τουρκαλάδες.
Ένας αητός εκάθησε ψηλά σε μια ραχούλα,
τηρά δεξιά, τηρά ζερβά, την Πορταριά τηράει.
-Πούναι ο Στέφος αρωτά, πούναι ο αντρειωμένος,
που οι Τούρκοι τον φοβότανε και οι γκέκηδες τον τρέμαν;
Πέτα πουλί μ’ στη Ζαγορά, πάηνε στους δικούς του,
για να τους πεις πως πέθανε τους Τούρκους πολεμώντας.
Κι ο αητός επέταξε  στην Περαχώρα πάει
κι εκάθησε στουν πλάτανο πούναι στην εκκλησία.
-Κλάψτε Περαχωρίτισσες, κλάψτε Περαχωρίτες,
ο Στέφος το καμάρι σας ο ξανθομουστακάτος,
Τουρκιά πολλήν πελέκησε, Τούρκους κι Αρβανιτάδες,
πέρα στη Μακρινίτζα μας, στης Πορταριάς του ρέμα.
Την ώρα που πολέμαγε, την ώρα που χιμούσε,
κεφάλια Τούρκων κόβοντας, κορμιά θερίζοντάς τα,
βόλι πικρό τον βάρεσε μέσα στα φυλλοκάρδια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου