Κατά την ιδίαν πεδινήν οδόν μίαν ώραν προβαίνοντες (απὸ το Βόλο), ερχόμεθα εις τα Λεχώνια. Αυτά κείνται επί μιας με χωράφια, αμπέλους, κήπους νεραντζίων, κίτρων και άλλων διαφόρων οπωρίμων δέντρων φυτευμένης πεδιάδος...

(Νεωτάτη της Θεσσαλίας Χωρογραφία-Ιωάννης Αναστασίου Λεονάρδος, 1836)

Π Ρ Ο Σ Ο Χ Η ! Μπορείτε να αντιγράφετε κείμενα κ.ά. από το ιστολόγιο. Αυτό, ΔΕΝ αποκλείει αναφορά στην ΠΗΓΗ. - Φωτογραφίες άλλων να μην ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝΤΑΙ - Ιδιωτικά αρχεία να ΜΗΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝΤΑΙ.

Τετάρτη 9 Μαρτίου 2016

Απόκριες

Απόσπασμα για τις μέρες της Αποκριάς στο Πήλιο, 
από το βιβλίο  «ΠΗΛΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ»,του Κώστα Π. Καρυδάκη Βόλος 1968:

[...] Μετά τις μεγάλες αυτές γιορτές ερχόμεθα στην περίοδο της αποκρηάς και ιδιαίτερα την τελευταία Κυριακή της Τυρινής. Την ημέρα αυτή μπουλούκια-μπουλούκια οι αυτοσχέδιοι μασκαράδες πάσης ηλικίας με προσωπίδες από προβιές, με κουδούνια στο λαιμό και λογής-λογής παράξενα εξαρτήματα σαν τους αρχαίους σειληνούς γυρνούσαν από γειτονιά σε γειτονιά πηδώντας τους φράχτες και τρέχοντας στις αυλές, όπου οι νοικοκυρές τούς κερνούσαν κρασί με μεζέδες από πίτες και τυρί. Ανάμεσα στα κεράσματα και τις ευχές έδιναν και έπαιρναν τα χωρατά και τα αθώα πειράγματα των μασκαράδων ανάμικτα με φανταστικές ιστορίες γεμάτες αφέλεια.
Το βράδυ της αποκρηάς συγκεντρωνόντουσαν στα συγγενικά σπίτια οι συντροφιές, όπου επεδίδοντο σε γερό φαγοπότι μέχρι να αδειάσουν εντελώς οι «τζάρες» με το τυρί, για να μην τις βρη η Καθαρά Δευτέρα. Το φαγοπότι τελείωνε με το γουστόζικο παιγνίδι της συντροφιάς «Χάσκα» και την ευχή «Καλό Πάσχα».
Το χάσκα είχε προφανώς την σημασία της μελλοντικής υποδοχής της Πασχαλιάς και επαίζετο ως εξής: Εις το τέλος τού δείπνου η οικοδέσποινα καθάριζε ένα επίτηδες βαμμένο κόκκινο αυγό (όπως το αυγό του Πάσχα), το οποίον αφού το έδενε με ένα ανάλογο εις μήκος σχοινί το προσέδενε μετά στην άκρη ενός ραβδιού ή «τλυγαδιού». Έπειτα με αρκετή προσπάθεια περιέφερε το εκκρεμές αυτό κυκλικά και εν επαφή μπροστά από όλα τα ανοικτά στόματα των παρακαθημένων, οι οποίοι προσπαθούσαν με τη σειρά να το χάψουν χωρίς να το αγγίζουν με τα χέρια. Όποιος δε το επετύγχανε ανεδεικνύετο ο τυχερός της βραδυάς. Έτσι το παιγνίδι εξελίσσετο αναμεσα στις κωμικές κινήσεις των προσκεκλημένων στην προσπάθεια να χάψουν τ’ αυγό χωρίς φυσικά να αποφεύγωνται και τα μοιραία ελαφρά τσουγκρίσματα των κεφαλιών με συνέπεια τα ακράτητα γέλια.
Το αποκρηάτικο τραπέζι έπρεπε σύμφωνα με το έθιμο να «ξεπαστρευτή» από τα φαγητά, αφού άλλωστε θα ξημέρωνε η νηστεία της Καθαράς Δευτέρας. Τα κορίτσια όμως εφρόντιζαν να κρύψουν την τελευταία «μκουσιά» από το ψωμί τους για να την τοποθετήσουν το ίδιο βράδυ κάτω από το μαξιλάρι τους με την βεβαιότητα ότι θα ωνειρεύοντο τον υποψήφιο γαμβρό. Επίσης και τα αγόρια το ίδιο έκαμναν με την διαφοράν όμως ότι αυτά ήλπιζαν να ονειρευτούν το μέρος, εις το οποίον την Άνοιξη θα εύρισκαν την περδικοφωλιά με τα περδίκια, που ήταν η χαρά των παιδιών.
Τέλος η αποκρηά έκλεινε με το έθιμο του πηδήματος της φωτιάς, πανάρχαιο και αυτό έθιμο από την εποχή προφανώς της πυρολατρείας. Για το άναμμα της φωτιάς χρησιμοποιούσαν ξερά φρύγανα (κατσίποδα) που από ενωρίς τα συνεκέντρωναν  εις μέσον της αυλής ή εις τα σταυροδρόμια, όπου ανάμεσα από τις τεράστιες φλόγες έβλεπες εν ριπή οφθαλμού να πηδούν μικροί και μεγάλοι. Ίσως το έθιμο αυτό, επειδή άρχιζε ή περίοδος της τεσσαρακοστής, να υποδηλούσε και τον καθαρμό διά του πυρός από τα αμαρτήματα.
Την Καθαρά Δευτέρα σύμφωνα με το έθιμο έπρεπε σύσσωμο το χωριό να κατεβή στο γυαλό, όπου περνούσαν την ημέρα τους στον καθαρό αέρα βγάζοντας μόνοι τους και τρώγοντας νηστίσιμα θαλασσινά, όπως αχινούς, γαλίπες, πεταλίδες, κοργιαλούς κ. ά., ενώ διάφορα λιανοτράγουδα ήσαν στην ημερησία διάταξη της εκδρομής.
Συνήθως για να διακωμωδήσουν τη φτώχεια ωρισμένων που μετείχον της εκδρομής έλεγαν:
«Τις μιγάλις αποκρηές
φάγανι ψουμί κι έληές
κι' την Καθαρή Διφτέρα
ήρθαν στου γυαλό γι' αέρα».
Οι άλλοι δε απαντούσαν στα πειράγματα:
«Ας μ' λένει βουϊβουδίνα
κι' ας ψουφώ από την πείνα». 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου