Κατά την ιδίαν πεδινήν οδόν μίαν ώραν προβαίνοντες (απὸ το Βόλο), ερχόμεθα εις τα Λεχώνια. Αυτά κείνται επί μιας με χωράφια, αμπέλους, κήπους νεραντζίων, κίτρων και άλλων διαφόρων οπωρίμων δέντρων φυτευμένης πεδιάδος...
(Νεωτάτη της Θεσσαλίας Χωρογραφία-Ιωάννης Αναστασίου Λεονάρδος, 1836)
Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2016
Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2016
Αγιοβασιλειάτικα
Καλή Χρονιά!
Τα επίκαιρα διηγήματα του σκιαθίτη κυρ-Αλέξανδρου, είναι πασίγνωστα και διαβάζονται πάντα από μεγάλους και μικρούς!
Εδώ (και στην παρακάτω αντιγραφή σε μονοτονικό) ο Παπαδιαμάντης (με το ψευδώνυμο Βυζαντινός) στην αθηναϊκή εφημερίδα ΕΦΗΜΕΡΙΣ της 2ας Ιανουαρίου 1888, γράφει μια κριτική για τα κάλαντα. Έχει περιληφθεί και στα ΑΠΑΝΤΑ του, αλλά δεν είναι πολύ γνωστή :
Εδώ (και στην παρακάτω αντιγραφή σε μονοτονικό) ο Παπαδιαμάντης (με το ψευδώνυμο Βυζαντινός) στην αθηναϊκή εφημερίδα ΕΦΗΜΕΡΙΣ της 2ας Ιανουαρίου 1888, γράφει μια κριτική για τα κάλαντα. Έχει περιληφθεί και στα ΑΠΑΝΤΑ του, αλλά δεν είναι πολύ γνωστή :
ΑΓΙΟΒΑΣΙΛΕΙΑΤΙΚΑ
Δεν ηξεύρω
ποίος περιπλανώμενος ραψωδός συνέθηκε τα νυν συνήθως υπό των παίδων αδόμενα άσματα
των Χριστουγέννων, του Αγ. Βασιλείου και των Φώτων, τα οποία ακολουθούσι δήθεν κατά
γράμμα την εκκλησιαστικήν παράδοσιν, βρίθουσιν όμως κακοζήλων στίχων, οίοι οι
εξής:
Και επληρώθη
το ρηθέν προφήτου Ησαΐου
μετά των
άλλων προφητών και του Ιερεμίου.
Ο δεύτερος
ούτος στίχος είναι προδήλως διά το κεχηνός του ρυθμού.
Φωνή ηκούσθη
εν Ραμά, Ραχήλ τά τέκνα κλαίει,
πα ρ α μ υ θ
ή ν (!) ουκ ήθελεν ότι αυτά ουκ έχει(!!)
Ή εν τω άσματι
της α΄ του έτους:
Σήμερον είν’
Περιτομή κ’ υμνεί η Εκκλησία,
και προσκαλείσθε,
άρχοντες, γυναίκες και παιδία.
Τόσον αληθεύει ότε υμνεί η Εκκλησία, ώστε ένα ή
δύο ύμνους μόνον έχει εις μνήμην τής Περιτομής, τους λοιπούς αφιεροί εις τον Μ.
Βασίλειον. Εννοεί ο αναγνώστης ότι, θέλων ενταύθα να εκφράσω λύπην επί τη εκθρονίσει
των γνησίων ασσμάτων τού λαού, ην κατώρθωσαν τα κακόφωνα ταύτα ραψωδήματα, πολύ
απέχω άλλως του να θαυμάσω τα εν Αθήναις ακουόμενα δημώδη άσματα:
Αρχιμηνιά κι
αρχιχρονιά,
ψηλή μου
δενδρολιβανιά (;)
κι άρχι-καλός
σας χρόνος
εκκλησιά με
τ' άγιο θ ρ ό ν ο ς (!)
Αϊς-Βασίλης
έρχεται
και δε μας
καταδέχεται (;!!)
ή το
αδόμενον τη παραμονή των Φώτων:
Αφέντη μου,
π ε ν τ ά φ ε ν τ ε, πέντε φορές αφέντη,
έχεις και γυιό στα γράμματα και γυιό στο
ψαλιτήρι (sic).
Αλλ’ υπάρχουσιν,
ιδίως εις τας νήσους, άλλα κάλλιστα άσματα του λαού, και επί αυτών θέλω να ενδιατρίψω
ολίγον. Τινά τούτων έχουσιν υπόθεσιν αποκλειστικώς την εορτήν της ημέρας, αλλά,
χωρίς να παρακολουθώσι τα ιερά κείμενα, διεξέρχονται το θέμα με ποιητικά χρώματα,
και βοηθεία της δημώδους legende. Εννοείται ότι τα κατωτέρω παρατιθέμενα είναι απλά
αποσπάσματα, διότι τα τοιαύτα άλλως αλλαχού άδονται, και πολλαχού αλλοιούται
από στόματος εις στόμα η έννοια και η λέξις. Το της εορτής των Χριστουγέννων
έχει ως εξής:
Χριστούγεννα,
πρωτούγεννα, πρώτη γιορτή του χρόνου,
εβγάτ', ακούστε, μάθετε, τώρα Χριστός
γεννιέται·
γεννιέται κι
ανατρέφεται στο μέλι και στο γάλα•
το μέλι τρων
οι άρχοντες, το γάλα οι ανδρειωμένοι.
Το της εορτής
των Φώτων:
Σήμερα τα Φώτα
κι ο φωτισμός
και του Ιησού
μας ο βαπτισμός.
Σήμερα η
κυρά μας η Παναγιά
σπάργανα στα
τίμια χέρια κρατεί
και τον Άι-Γιάννη
παρακαλεί :
«Δύνεσ’, Άι-Γιάννη
(και) Πρόδρομε,
για να μου
βαφτίσης Θεού παιδί;»
«Δύνομαι και σώνω και προσκυνώ,
για
κοντοκαρτέρει ως το πουρνό,
για ν’ ανέβω
απάνω στους ουρανούς,
για να ρίξω
δρόσο και λίβανο•
ν’ αγιασθούν
οι βρύσες και τα νερά,
ν’ αγιασθή κι αφέντης με την κυρά».
'Αλλα των
ασμάτων εκφράζουσιν επί τη εορτή επαίνους και προσρήσεις. Το επόμενον τεμάχιον
εκρίθη υπό πολλών απαράμιλλον το ύψος:
Σήκω, κυρά μ’,
να στολισθης, να πας ταχιά στα Φώτα,
στα Φώτα και
στον αγιασμό και στον καλόν το χρόνο.
Βάλε τον
ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι αστήθι,
και του
κοράκου το φτερό βάλτο καμαροφρύδι.
Επανερχόμενοι εις την εορτήν του Αγ.
Βασιλείου (την Περιτομήν αγνοεί ο λαός, και ευλόγως) παραθέτομεν το κύριον της
ημέρας άσμα:
Άις-Βασίλης
έρχεται από την Καισαρίτσα,
βαστάει
κόλλα και χαρτί, χαρτί και καλαμάρι•
«Βασίλη μ’,
πούθεν έρχεσαι και πούθε κατεβαίνεις;»
«Από τη
μάννα μ’ έρχομαι και στο σχολειό πηγαίνω,
πάω να μάθω γράμματα,
να πω την άλφα-βήτα.
Και στο ραβδί
του ακούμπησε να πη την άλφα-βήτα
και το ραβδί
που ήταν ξερό, χλωρά βλαστάρια πέταε
κι απάνου
στα ξεβλάσταρα περδίκια κελαηδούσαν,
όχι περδίκια
μοναχά, μόνε και περιστέρια.
Το άσμα τούτο
μας φαίνεται θαυμάσιον εν τη αφελεία αυτού. Η έμφυτος φιλομάθεια του Ελληνικού έθνους,
εν μέσω τοσούτων διωγμών κι θλίψεων επιζήσασα, μετεχειρίσθη την επί παιδεία
φήμην του ελληνικωτάτου Αγίου ως προτροπήν προς τους νέους προς την σπουδήν και
μάθησιν, ούτω δε και μετά πολλούς αιώνας ο μέγας της Καισαρείας φωστήρ
παρίσταται οιονεί συγγράφων δευτέραν «Προς τους νέους παραίνεσιν».
Τα άλλα
άσματα της ημέρας, αποτελούντα ορμαθόν ευχών και εγκωμίων δια τα μέλη εκάστης
οικογενείας, είναι οιονεί συνέχεια του πρώτου εξαρτωμένη εκ του εν τω προτελευταίω
στίχου, ότι τα «περδίκια κελαηδούσαν», και ιδού τι κελαηδούσαν :
Για βάλε το
χεράκι σου,
τούτο αποτείνεται
προς τον οικογενειάρχην:
στην αργυρή
σου τσέπη,
κι αν εύρης
γρόσα δώσ’ μας τα, φλωριά μη τα λυπάσαι,
κι αν εύρης
και μισό φλωρί, κέρνα τα παλληκάρια,
κέρνα τ’,
αφέντη μ’, κέρνα τα, να πιούνε στην υγειά σου,
και στην
υγειά σου, αφέντη μου, και στην καλή χρονιά σου.
Να ζήσης
χρόνια εκατό, διακόσα, παραπάνου,
κι απ’ τα
διακόσα κ’ ύστερα, ν’ ασπρίσης, να γεράσης,
ν’ ασπρίσης
σαν τον Έλυμπο, σαν τ’ άσπρο περιστέρι,
σαν τ’
αηδονάκι που λαλεί, το Μάη, το καλοκαίρι.
Και τι λαλεί
το αηδονάκι τούτο; Ιδού, ακούσατε• λαλεί ευχάς δια τα άλλα μέλη της οικογενείας:
Κυρά μου,
τον υγιόκα σου, κυρά μ’, τον ακριβό σου,
τον έλουζες,
τον χτένιζες, στο δάσκαλο τον πάινες,
κι ο
δάσκαλος τον έδερνε με δυο κλωνάρια μόσκο,
με τέσσερα
βασιλικό, με πέντε μαντζουράνα, κτλ.
Τοσαύτα περί
του υιού. Ιδού τώρα και περί της θυγατρός:
Κυρά μ’, τη
δυχατέρα σου, κυρά μ’, την ακριβή σου,
γραμματικός
την αγαπά, πραματευτής την θέλει
κι ο
δάσκαλος απ’ το σχολειό γυρεύοντάς την στέλλει.
Δεν ενθυμούμαι δυστυχώς την συνέχειαν του
άσματος τούτου, το οποίον ήρχισε να γίνεται περίεργον, χάρις εις τα τολμηρά
διαβήματα του δασκάλου• αλλ’ εις το μέλλον ίσως δυνηθώ να συλλέξω πλείονα• επί
του παρόντος εύχομαι εις τον αναγνώστην εν υγεία και ευτυχία το Ν έ ο ν Έ τ ο ς.
(1888)
Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2016
" Είδα το Γέροντα Χριστό "
Χρόνια Πολλά !
(μ' ένα ποίημα του (λεχωνίτη) Ανδρέα Αρνάκη, από τη συλλογή ΤΑ ΑΓΟΥΡΑ ΒΕΡΙΚΟΚΑ- 2012
Είδα το Γέροντα Χριστό
Το Πήλιο αχιόνιστο
Και το κεφαλοχώρι στο πλατύσκαλό του
Δείχνει απρόσφορο για τη γιορτή της περισυλλογής.
Κάτω απ’ τον πλάτανο της άβολης πλατείας
Λάμπουν απορημένα φεγγαράκια,
Τα μάτια του μωρού που έμεινε μονάχο.
Το ‘χε ξεχάσει, αχρείαστο στολίδι,
Η εν συγχύσει μάνα του, την ώρα
Που έδινε τη μάχη για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι.
Είδα τον Γέροντα Χριστό να το χαϊδεύει.
Μικρέ μου φίλε, του ‘λεγε, μην κλαις,
Χριστούγεννα είναι, θα περάσουν.
Μεθαύριο ο κόσμος θα είναι ο παλιός.
Σάββατο 24 Δεκεμβρίου 2016
Εις την εορτήν τής Χριστού Γεννήσεως
«Στο ψαλτήρι»
Έργο του Νικήτα Γρύσπου, σπουδαίου ζωγράφου,
που δίδαξε για πολλά χρόνια και στο Βόλο.
|
Ποίημα του παπα-Κωνσταντή Ζ. Κυρτσώνη (οικονόμου), ενός πολύ μορφωμένου παπαδάσκαλου που έζησε και στη Σμύρνη. Έφυγε από το χωριό του τη Δράκια, όταν του πυρπόλησαν το σπίτι από εκδίκηση, γιατί ήταν καταγγελτικός ο λόγος του.
Έγραψε δύο βιβλία: ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΝ ΠΟΝΗΜΑ , Σμύρνη 1861 (από όπου και το επίκαιρο ποίημα) & ένα σχολικό εγχειρίδιο το ΗΘΙΚΟΝ ΔΙΔΑΓΜΑ, Αθήναι 1880.
Εις την εορτήν τής Χριστού Γεννήσεως
Σήμερον, ω Χριστιανοί, ήλθα να τραγωδήσω,
την κατά σάρκα γέννησιν Χριστού να σας μηνύσω•
όστις ιδών το πλάσμα του δομένον ‘ς την κακίαν,
κ’ εγκαταλείψαν την αυτού αληθινήν θρησκείαν,
παρασυρθέν δ’ ολόκληρον ‘ς την ειδωλολατρείαν,
και δι’ αυτό πεμπόμενον εις κόλασ’ αιωνίαν,
κατέβη κ’ εγεννήθηκεν από την Παναγίαν,
άφθορον ούσαν και αγνήν, ονόματι Μαρίαν,
‘ς την Βηθλεέμ ‘ς εν σπήλαιον, ‘ς την φάτνην των αλόγων.
Συγχρόνως δε κι’ ο Αύγουστος μονάρχησε 'ς τον Κόσμον,
κ’ εξέδωκε διάταγμα εις το υπήκοόν του,
ν’ απογραφώσιν άπαντες εις το κατάστιχόν του.
Ανέβη δε κι’ ο Ιωσήφ συν τη μεμνηστευμένη
αφθόρω γυναικί αυτού, ούση εγκαστρωμένη,
εκ Ναζαρέτ εις Βηθλεέμ, όπως απογραφώσι,
κ’ έτυχεν αι ημέραι της εκεί να πληρωθώσι
του να γεννήσ’ τον Κύριον• όστις κι εγεννήθη
μέσα εις σπήλαιον μικρόν, κ’ εις φάτνην ανεκλίθη.
Εις τούτου δε την γέννησιν Άγγελ’ εδοξολόγουν,
κ’ οι νυκτοφύλακες βοσκοί ακούοντες ηπόρουν.
Άγγελος δε ουράνιος τότε αυτοίς επέστη,
σωτήρ του Κόσμου σήμερον, λέγων, ότι ετέχθη.
Δραμόντες είτα κι αυτοί ‘ς την Βηθλεέμ ανεύρον
τον Ιωσήφ και την αγνήν Παρθένον με το τέκνον.
Μάγοι δ’ από ανατολών ιδόντες τον αστέρα,
εκίνησαν να εύρωσι τον νέον Βασιλέα.
Κ’ εις τα Ιεροσόλυμα ελθόντες ηρωτούσαν,
που είν’ ο νεογέννητος, όνπερ αυτοί ’ζητούσαν,
των Ιουδαίων βασιλεύς; ίνα τον προσκυνήσουν,
και δώρα πολυτίμητα ‘ς αυτόν να προσκομίσουν.
Ηρώδης αφού ήκουσε τούτο πολύ θυμώθη,
κ’ είχε σκοπόν να τον φονεύσ' όμως δεν φανερώθη.
Αλλά τους Μάγους προσκαλεί ακριβώς μανθάνει
τον χρόνον από μέρους των καθ’ ον αστήρ εφάνη.
Είτα τους λέγει και αυτός οπόταν τον ευρήτε ,
πάλιν περάσατ’ απ’ εδω κ’ εμένα να ειπήτε•
καθότι θέλω και εγώ αυτόν να προσκυνήσω,
και δώρα πλουσιώτατα εις τούτον να χαρίσω.
Οι μάγοι δ’ οδηγούμενοι απ’ τον αυτόν αστέρα,
ηύραν το νεογέννητον και την αυτού Μητέρα•
και προσκυνήσαντες αυτό, προσέφερον συγχρόνως
λίβανον, σμύρναν και χρυσόν κατά πολλά πρεπόντως.
Κ' επειδή Άγγελος Θεού είπε να μη γυρίσουν
εις τον Ηρώδην και Χριστού την εύρεσιν μηνύσουν,
ηπάτησάν τον και αυτοί, αλλάξαντες τον δρόμον•
αλλά κ’ αυτός σ’ την Βηθλεέμ κάμνει μεγάλον φόνον.
Σφάζει πολύ πλήθος βρεφών ‘πό διετούς και κάτω,
τέλος φονεύεται κι’ αυτός χειρί τη αοράτω.
Της αυρινής, ω Κύριοι, ημέρας την αιτίαν,
διηγηθέντες σύντομα, αφίνομεν υγείαν.
(Το ανωτέρω άδεται τη παραμονή)
Τετάρτη 21 Δεκεμβρίου 2016
Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2016
Ειδουλάκια και πάλι
Κάποια ακόμη «ειδουλάκια» [όπως (ΕΔΩ)] καταγραμμένα από τον Μανόλη
Τριανταφυλλίδη στα χωριά του Πηλίου:
[Ειδωλάκια λέγονται στή Δράκια
(Νηλείας) αλληγορίαι, αινίγματα.(Ζήσης Κυρτσώνης-Ποδαλείριος)]
1. Άψ’χους
ψ’χή δεν έχι(ε) κι στουν ουρανό πααίνει.
(ο καπνός)
2. Απού
πάνου απ’ τη Ρουσία κατι(ε)βαίν’ μια
κυρία. Πέντι(ε) –πέντι(ε) τ’ν βαστούνι(ε) και στουν τοίχο την κουλλούνι(ε).
(η μύξα)
3. Έχου
ένα πραματάκ’. Άμα του λύσου στέκετι(ε) κι άμα του δέσου πάει.
(τα παπόυτσια)
4. Κάτ’
κουπέλι(ε)ς στρουγγυλές άμα μπουν στα σπίτχια τ’ς βγαίν’νι(ε) στα παραθύργια.
(τα κουμπιά)
5. Κρεβατχιά
κρι(ε)βατουμένη μι(ε) ασήμνια φουρτουμέν’. (η εκκλησία)
6. Έχου
ένα πραματάκ’. Πι(ε)ρπατάει ραχίτσα-ραχίτσα κι σκούζ’.
(το ψαλίδι)
7. Έχου
ένα πραματάκ’. Τ’ν μέρα σι(ε) μια τρύπα κι του βράδ’ σι(ε) δυο.
(ο καταρράχτης της πόρτας)
8. Έχου
μια παλιουσι(ε)ντούκα απ’ πααίνει τράκα-τρούκα. Άμα χάσου τ’ν τρακα-τρούκα τι τ’ν
θέλου τη σι(ε)ντούκα;
(η ψυχή-καρδιά)
9. Σφάζου
γίδα, τρώου γίδα κι κρατώ κι μια παΐδα κι απού κείνη την παΐδα φκιάνου ουλόκληρην
τ’ν γίδα.
(το σκόρδο και η σκελίδα)
10. Τριγύρου
στου σπιτάκι μ’ σπαθχιά ξι(ε)γυμνουμένα.
(τα κρόυσταλλα)
11. Τριγύρου
στου σπιτάκι μ’ μούτ’κος χουρός πι(ε)ρνάει.
(τα μυρμήγκια)
12. Απάνου
απ’ του σπιτάκι μ’ μία γαβάθα μέλ’.
(το φεγγάρι)
13. Απάν' απ’ του σπιτάκι μ’ καρπέτ ι(ε)ς απλουμένι(ε)ς.
(τα σύννεφα)
14. Τριγύρου
στου σπιτάκι μ’ οι σ’μπι(ε)θεροί χουρεύ’νι(ε).
(οι στάλες της βροχής)
15. Ένας
μονουπόδαρους πέρα απ’ του ρι(έ)μα.
(το μανιτάρι)
16. Τρεις
μι(ε) κρατούνι(ε) όταν γι(ε)ννώ, μ’ αλήθχεια πρώτα πίνου. Μαύρα τα κάνου τα
πιδιάκι πίσου μου τ’ αφήνου.
(Η πένα)
17. Του
τίρι-τίρι κρέμι(ε)τι(ε), του τίρι τυραγνιέτι(ε). Μα του Θι(ε)ό κι τ’ν
Παναϊά φουβάμι(ε) να του πχιάσου.
(η κατσίδα του κάστανου)
18. Μακρύς
μακρύς καλόερους κι κόκκαλα δεν έχ’.
( σωλήνας της ντριστέλας)
19. Του
μ’κρό- μ’κρούτσ’κου κι κατσαρουμύτ’κου.
(το ρεβύθι)
20. Δυο
καλουέρ’ πιδεύουντι(ε) να
βγάν’νι(ε) τα γένεια τ’ς.
(το λανάρι)
21. Έχου
ένα πραματάκ’. Έχ’ μέσα νύφ’, γαμπρό,
πι(ε)θι(ε)ρά κι πι(ε)θι(ε)ρό.
(το καρύδι)
22. Χίλια
απού ‘δω, χίλια απ’ ικεί, χίλια να πεις κι να μην του πι(ε)τύχεις.
(το λανάρι)
23. Τριγύρου-γύρου
θάλασσα στ’ μέσ’ μια φουτίτσα.
(το καντήλι)
24. Κλειδώνου
μανταλώνου, του κλέφτ’ τουν βρίσκου μέσα. (ο ήλιος)
25. Του
Μάρτ’ μήνα γεννιέτι(ε) θεργιό μι(ε)γάλου. Του βασιλιά ταράζ’, του ντουνιά
κυριεύ’ κι σ’ άσπρην πόλη πι(ε)θαίν’.
(ο ψύλλος)
(ο ψύλλος)
Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2016
Σχολείον παιδαγωγικόν εις την Πατρίδα...
Η Μηλιώτικη Σχολή |
Ο πατριώτης και σοφός
αρχιμανδρίτης Άνθιμος Γαζής (ΕΔΩ) ονειρεύτηκε και πίστεψε στην πνευματική εξανάσταση του
Γένους και ανέλαβε με πολλές προσπάθειες
πρώτος
στο Πήλιο αυτό
το έργο της πνευματικής και εθνικής αναγέννησης.
Ο Ανθ. Γαζής, φεύγοντας από τη Βιέννη μετά δεκαπενταετή υπηρεσία στην εκεί Ελληνική Κοινότητα και παρακαλώντας τους προϊσταμένους
της να τον συνδράμουν και να βοηθήσουν για την ίδρυση σχολείου στην ιδιαίτερη πατρίδα
του, τις Μηλιές, έγραψε σ’ αυτούς σε επιστολή:
[ Τιμιώτατοι
αδελφοί, οι του Γένους Εκλελεγμένοι !
Η πατρίς με
προσκαλεί να επιστρέφω εις αυτήν, όθεν και υπακούω εις την φωνήν της• διά τούτο
Σας δίδω την είδησιν προ εξ μηνών, ότι μετά τας εορτές του Πάσχα αναγκαίως
πρέπει να αναχωρήσω εντεύθεν και να υπάγω να ζήσω εκεί μεταξύ των αδελφών μας,
και να κάμω το κατά δύναμιν, το προς την κοινήν ημών πατρίδα χρέος μου, διά την
οποίαν και ζω και αναπνέω και αγωνίζομαι εις αυτόν τον κόσμον. Όσον διά την
εκλογήν του διαδόχου μου, κείται εις την θέλησίν Σας• ο κύρ Γρηγόριος όμως ο Κωνσταντάς
Σας προβάλλει έναν (ιδού σας περικλείω το γράμμα του), και αν αγαπάτε, τον
προσκαλείτε ή διά εφημέριον ή διά υποεφημέριον.
Δεκαπέντε
ολοκλήρους χρόνους εδούλευσα πιστώς εις ταύτην την Κοινότητα. Το συνειδός μου
δεν με τύπτει, ότι να ελύπησά ποτέ τινα των αδελφών• αλλά μάλλον πολλάκις είχον
φιλονικείας μετά αλλογενών, υπέρ υπερασπίσεως και της τιμής και της υπολήψεως,
και ταύτης της ενταύθα Κοινότητος, και υπέρ όλου του γένους. Πειθόμενος λοιπόν
και εις τούτο και εις την αγάπην, ην έδειξε πάντοτε εις εμέ η Αδελφότης, τολμώ
να την παρακαλέσω εις το έξης ζήτημά μου.
Ο υπέρ της
βελτιώσεως τον Γένους ζήλος μου Σας είναι γνωστός και μάλιστα ο Βάδερερ μου τον
άναψεν ακόμη περισσότερον, όθεν και απεφάσισα να θυσιάσω και τον ίδιον εαυτόν
μου διά την κατακόσμησιν των ηθών των νέων της κοινής Πατρίδος μας. Συνήργησα
και εκτίσθη Σχολείον παιδαγωγικόν εις την Πατρίδα, διδάσκαλοι σχολαρχούσιν εις
αυτό, βιβλία τα αναγκαία εστάλησαν, δύο νέοι σπουδάζουσι δι’ εξόδων μου εις
Παυαρίαν, ίνα επιστρέψωσιν εις το Σχολείον ως διδάσκαλοι, εις τα οποία όλα αυτά
έχω εξοδευμένα έως τώρα υπέρ τας οκτώ χιλιάδας φιορίνια της Αυγούστας, και μ’
όλον τούτο δεν ημπορώ να ειπώ, ότι το Σχολείον είναι εις κατάστασιν να ωφελήση
και να θρέψη και μαθητάς πτωχούς, ή τουλάχιστον να τους δώση τα αναγκαία των
βιβλία. Το πνεύμα πρόθυμον, η δε χρηματική μου κατάστασις ασθενής ή κατά την
κοινήν παροιμίαν «τίν’ ο κάβουρας, και τίν’ το ζουμί του». Διά τούτο παρακαλώ
και την Τιμιότητά Σας, και όλην την Αδελφότητα από μέρους Σας, διά να
συγκατανεύση (αν και αι περιστάσεις του εμπορίου είναι δύσκολοι), να γένη
καμμία κοινή βοήθεια υπέρ της συστάσεως τούτου του Σχολείου, του οποίον τον
σκοπόν Σας τον περικλείω τυπωμένον.
Η της
Αδελφότητος συνδρομή και βοήθεια θέλει κάμει δύο καλά• πρώτον βοηθείται το Σχολείον
διά να αγοράση μερικά αναγκαία πράγματα, οίον δύο σφαίρας μεγάλας, αίτινες ήλθον
κατ’ αυτάς τας ημέρας από την Λόνδραν και με βιβλία αναγκαία ακόμη διά τους
πτωχούς μαθήτας• δεύτερον ότι όλοι οι ομογενείς και οι ξένοι θέλουσι λέγει,
ιδού ο εφημέριος της εν Βιέννη Αδελφότητος διά της βοηθείας των αδελφών
εσύστησε Σχολείον κοινόν, καθώς και όλοι οι Γερμανοί οι πεπαιδευμένοι το
νομίζουσι, και το οποίον θέλω καυχώμαι και εγώ, και να δείξω και εις τους
λοιπούς, ότι οι καλόγηροι πρέπει να είναι ωφέλιμοι εις την κοινήν ζωήν, και όχι
κηφήνες και ιδιοκερδείς.
Αι ευχαί των
μαθητών θέλουσι φθάνει έως εις τον ουρανόν υπέρ της υγείας και ευτυχίας των ευεργετών
και συνδρομητών τούτου του καλού. Εγώ δε εύχομαι εκ ψυχής υπέρ παν εφετόν καταθύμιον.
Υγιαίνοιτε! ευτυχοίτε!
Τη 3
Οκτωβρίου 1815, εν Βιέννη.
Ο
αρχιμανδρίτης Άνθιμος Γαζής ]
Σάββατο 10 Δεκεμβρίου 2016
Το Πήλιον
Μάθημα Γεωγραφίας: Το Πήλιον
Από το "Εγχειρίδιον Γεωγραφίας" Δημ. Ιωαννίδου – Ολυμπίου, Εν Αθήναις 1892, σελ. 416-7-8.
(Αντιγραφή σε μονοτονικό με τη βοήθεια οπτικής αναγνώρισης χαρακτήρων -OCR)
[ Το νότιον
μέρος της Μαγνησίας, το Πήλιον, κατέχει η επαρχία Β ό λ ο υ, η πολυανθρωποτάτη
του νομού (62355 κ.) και η καλλίστη συμπάσης της Θεσσαλίας. Πλην του Βόλου 24
μεγάλα χωρία οικούνται επί του Πηλίου, της άλλοτε κατοικίας των Λαπιθών και
Κενταύρων, 14 μεν παρά τον Παγασιτικόν κόλπον, 10 δε εκ της ανατολικής πλευράς,
άτινα ονομάζονται και χωρία της Ζαγοράς εκ του μεγίστου αυτών.
Και τα μεν
άγρια δάση του Πηλίου ηραιώθησαν πολύ, αλλ’ η καλλιέργεια των ημέρων δένδρων
είναι εξαισία. Τα χωρία πάντα κρύπτονται εν άλσεσι πλατάνων και οπωροφόρων
δένδρων, καστανέων, μηλεών, κερασέων κ.τ.λ. πορτοκαλεώνες δε πληρούσι τας κοιλάδας
του όρους και μεγάλοι ελαιώνες καλύπτουσιν εξόχως άπασαν την ανατολικήν πλευράν
του κόλπου. Ύδατα άφθονα κατέρχονται από του όρους και αρδεύουσι τους κήπους. Έλαιον
και ελαίαι, μέταξα, εξαίρετοι οπώραι και γεώμηλα εύχυμα είναι τα κυριώτατα
προϊόντα εξαγόμενα ου μόνον εις την λοιπήν Ελλάδα, αλλά και εις την αλλοδοπήν.
Οι δε κάτοικοι του Πηλίου ήσαν ανέκαθεν οι μάλιστα πεπολιτισμενοι πάντων των
Θεσσαλών. Οι μεγάλοι ναοί, τα ευπρεπή σχολεία, αι μεγάλαι και κομψαί οικίαι
μαρτυρούσι περί τούτου και περί της ευπορίας των κατοίκων, οίτινες είναι λίαν
επιχειρηματικοί και αποδημούσι χάριν εμπορίου εις Αίγυπτον ιδίως και Ρωμουνίαν.
Πρωτεύουσα της επαρχίας είνε ο Βόλος, πόλις συνοικισθείσα από 40 ετών, και έχουσα
προ της ελευθερώσεως 5000, νυν δε 11880 κατ. Κείται δε εν ελαιοφύτω πεδιάδι
μεταξύ των χειμάρρων Αναύρου και Κραυσίνδωνος. Το δε φρούριον του Βόλου, όπερ
οι Βυζαντινοί ωνόμαζον Γόλον, κατηδαφίσθη ήδη, έχει δε θέσιν υγιεινοτέραν της
πόλεως.
Προς δυσμάς
του Βόλου έκειντο αι Π ά γ α σ α ί, πόλις της Πελασγιώτιδος, επίνειον των Φερών.
Μεταξύ δε των Παγασών και του ακρ. Πύρρας ευρίσκονται ερείπια της πόλεως Αμφανών.
Επί δε της Γορίτσας, λόφου προς νότον της πόλεως, έκειτο η υπό Δημητρίου του
Πολιορκητού κτισθείσα Δ η μ η τ ρ ι ά ς, ούσα μία των οχυρωτάτων πόλεων της Ελλάδος.
Μίαν ώραν
άνω της πόλεως εν τη κλιτύι του Πηλίου κείται ο Άνω Βόλος πρωτεύουσα του δήμου
Ι ω λ κ ο ύ η αρχ. πόλις, εξ ης
απέπλευσαν οι Αργοναύται, έκειτο πλησίον του Βόλου. Ημίσειαν ώραν ανωτέρω του Άνω
Βόλου είναι η τερπνοτάτην έχουσα τοποθεσίαν Πορταριά, πλησίον αυτής ένιαι η
αφθόνως ρέουσα πηγή του Κραυσίνδωνος, παρ’ ην έκειτο πιθανώς το Ο ρ μ ί ν ι ο
ν, εξ ου ονομάζεται ο δήμος. Οι πλείστοι των κατοίκων της Πορταρίας
εμπορεύονται νυν εν Βόλω.
Ημίσειαν δε
πάλιν ώραν προς δυσμάς της Πορτ. είναι το μέγιστον των χωρίων του Πηλίου Μ α κ ρ υ ν ί τ σ
α (3682 χ.) επί της αποτόμου κατωφερείας του Πηλίου από των κορυφών σχεδόν μέχρι
της ύπωρείας επί μιαν ώραν. Η βυρσοδεψική είναι η κυριωτέρα των κατοίκων
ασχολία.
Πέραν της
Γορίτσας είναι ο δήμος Ν η λ ε ί α ς, έχων πρωτεύουσα τα Λ ε χ ώ ν ι α και μεταξύ των άλλων τα
μεγάλα χωρία Ά γ ι ο ς Γ ε ώ ρ γ ι ο ς, Α γ. Λ α υ ρ έ ν τ ι ο ς και Δράκια. Η
πεδιάς των Λεχωνίων, η «μεγίστη καί λασιωτάτη ρίζα του Πηλίου» , είναι
τερπνοτάτη και χαριεστάτη, λειμώνες και κήποι οπωροφόρων δένδρων και ελαιώνες
καλύπτουσιν αυτήν. Ο ποταμός Β ρ ύ χ ω ν χωρίζει από ταύτης την μικροτέραν πεδιάδα
της Α γ ρ ι ά ς κεκαλυμμένην πάσαν υπό ελαιώνων.
Περαιτέρω
επί της κλιτύος του όρους ο δήμος Μ η λ ε ώ ν.
Η πρωτεύουσα Μ η λ έ α ι έχει καλλίστην τοποθεσίαν, είχε δε άλλοτε λαμπράν
σχολήν και είναι πατρίς του Ανθίμου Γαζή, Γρηγ. Κωνσταντα και Δανιήλ
Φιλιππίδου.
Προς νότον
των Μηλεών είναι επί του όρους το Ν ε ο χ ώ ρ ι ο ν πρωτεύουσα του δήμου Αφετών. Κάτω
δε εις την θάλασσαν υπάρχει λιμενίσκος ασφαλής και πηγή διαυγεστάτου και αφθόνου
ύδατος, ίσως οι αρχαίοι Α φ έ τ α ι, όθεν οι Αργοναύται «έμελλον υδρευσάμενοι
αφήσειν εις το πέλαγος».
Νοτιώτερον
είναι ο δήμος Σ π α λ ά θ ρ ω ν, πρωτεύουσα
Α ρ γ α λ α σ τ ή, 1 1/2 ωρ. απέχουσα
της θαλάσσης. Και ενταύθα μεγάλοι ελαιώνες. Το βούτυρον της Αργαλαστής είναι
ονομαστόν.
Προς νότον
της Αργαλαστής είναι ο Λ α ύκ ο ς πρωτ. τον δ. Σ η π ι ά δ ο ς. Επί του ισθμού
του συνάπτοντος την προς δυσμάς εκτεινομένην χερσόνησον των Τρικέρων, έκειτο η
πόλις Ο λ ι ζ ώ ν. Αντικρύ αυτής είναι το χαριέστατον νησίδιον Α λ α τ ά ς
(αρχ. Τίσαι) και παρ’ αυτό η χλοερά Π ρ α σ ο ύ δ α. Η χερσόνησος των Τρικέρων τραχεία
και άδενδρος, τελευτά εις το Αιάντειον ακρωτήριον, υπεράνω του οποίου είναι το
χωρίον Τ ρ ί κ ε ρ ι αποτελούν τον δήμον
Αιαντείου. Οι κάτοικοι αυτού άλλοτε μεν είχαν αξιόλογον ναυτιλίαν, νυν δε ζώσι
κατά μέγα μέρος εκ της σπογγαλιείας. Προ της βορείου πλευράς του βράχου των
Τρικέρων κείται το εξ ελαιών και αμπέλων
κατάφυτον νησίδριον π α λ α ι ά Τ ρ ί κ ε ρ ι, Κ ι κ ύ ν η θ ο ς καλούμένη το
πάλαι.
Προς την
Εύβοιαν και Σκίαθον τετραμμένη πλευρά της χερσονήσου των Τρικέρων είναι πολύ
τραχεία και απότομος. Δια τούτο επί των Τρικέρων μέχρι της Σ η π ι ά δ ο ς άκρας (περί ην εναυάγησεν ο στόλος του Ξέρξου) ουδεμία κώμη υπάρχει.
Και πάσα δε
η ανατολική πλευρά του Πηλίου καταπίπτει πολλαχού αποτόμως εις την θάλασσαν
ουδένα έχουσα ασφαλή όρμον, ως ουδέ η της Όσσης. Τα χωρία κείνται πάντα υψηλά
επί των ράχεων. Τα νοτιώτατα είναι τα του δήμου Μ υ ρ ε σ ί ο υ αποτελούντα έχοντα πρωτεύουσαν την Τ σ α γ κ α
ρ ά δ α.
Βορειότερον
ο δήμος Κ ι σ σ ο ύ με ομώνυμον πρωτεύουσαν εντός άλσους πλατάνων
και ημέρων δένδρων, ιδίως μηλεών και καστανεών. Η μεγάλη, ωραιοτάτη και
ευδαιμονεστάτη των χωρίων ενταύθα είναι η Ζ α γ ο ρ ά πρωτεύουσα του ομωνύμου δήμου
(3261 κατ. ), εν τω μέσω καστανεών, μηλεών, συκαμινεών, πλατάνων. Από δε του
χωρίου μέχρι της θαλάσσης λαμπροί και μεγάλοι ελαιώνες.]
Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 2016
Άγιος Νικόλαος Χορευτού
Αύριο είναι του αγίου Νικολάου!
Ναοί του υπάρχουν στην περιοχή μας αρκετοί (με κύριο τον καθεδρικό του Βόλου ΕΔΩ) καθώς και πάμπολλα εξωκλήσια!
Το παρακάτω κείμενο αναφέρεται στον Άγιο Νικόλαο Χορευτού ένα παμπάλαιο εκκλησάκι και είναι αντιγραφή από τον ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟ ΦΑΡΟ, Αλεξάνδρεια, 1926. Το έγραψε ο ζαγοριανός Απόστ. Κωνσταντινίδης (Πήλιος Ζάγρας). Το ίδιο κείμενο υπάρχει και στο δυσεύρετο βιβλίο του «Τα εν τω Πηλίω όρει παλαιά και σύγχρονα χριστιανικά µνηµεία», Αλεξάνδρεια 1960.
ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ - Χορευτού
[ Ναΐδριον εκ
των παλαιοτέρων της περιφερείας Ζαγοράς. Κείται εν τω κέντρω του Χορευτού και
όπισθεν των κοινοτικών ακινήτων περιβαλλόμενον υπό κυπαρίσσου, πτελέας και
εσπεριδοειδών οπωροφόρων δένδρων. Η ανακαίνισις αυτού, ή μάλλον η εκ βάθρων
ανέγερσίς του, χρονολογείται από του έτους 7159 από κτίσεως κόσμου, ήτοι από
του 1651 μ. Χ., και οφείλεται εις την συνδρομήν ιερομονάχου τινός ονόματι Διονυσίου.
Η ιστορική αύτη πληροφορία διασώζεται εγκεχαραγμένη επί πλακός εντετοιχισμένης
έξωθεν του Ιερού Βήματος.
Υ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ Π[ΑΤ]Ρ[Ο[Σ ΗΜΩ-
Ν ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙ-
ΣΚΟΠΟΥ +ΔΙΑ ΣΗΝΔΡ-
ΟΜΗΣ ΔΙΟΝΙΣΙΟΥ ΙΕΡΟ-
ΜΟΝΑΧΟΥ ΄΄ ΑΠΡΗΛΗ-
ΟΥ Γ΄ : ΕΠΗ ΕΤΟΥΣ
ζΡΝθ. (1651 μ. Χ.)Έτερον,
γραπτόν τούτο, σημείωμα επί του άκρου δεξιού του Τέμπλου και άνωθεν της εικόνος
του Αγίου Παντελεήμονος, μας πληροφορεί ότι διά την ανέγερσιν και
εικονογράφησιν του ναού συνέδραμον εκτός του Διονυσίου οι: « Αλέξιος και εγώ
Αποστόλης και Γεώργιος και Νικόλας του Λάμπου και οι λοιποί Χριστιανοί»
Αναμφιβόλως
οι αναφερόμενοι ως συνδρομηταί του ναού θα ήσαν πλοιοκτήται ή απλώς θαλασσινοί,
ανεγείραντες οίκον ιερόν εις προσκύνησιν του προστάτου Αγίου των.
Επί της Δ
πλευράς του ναού πρόσθετον κτίριον με προέκτασιν προς Μ επικοινωνεί μετά του
νοτίου και μόνου νάρθηκος διά θύρας, μετά δε του ναού διά της κυρίας, της Δ
εισόδου. Τούτο αποτελεί κατά τι νεωτέραν προέκτασιν του ναού, παραμένει όμως
μέχρι σήμερον εντελως απεριποίητον και χρησιμοποιείται ως αποθήκη ποικίλλου
υλικού.
Κατά
συνέπειαν ως μόνη είσοδος παραμένει νυν εν χρήσει η μεσημβρινή . Η εσωτερική
αρχιτεκτονική του ναού παραπλησία σταυροθολίου. Θόλοι και πλευραί καλύπτονται
υπό αρχαίων υδατογραφιών, αι πλείσται των οποίων εικονίζουσι τον βίον και τα μαρτύρια αγίων. Αρχικός ο ναός εφωτίζετο
τελείως ανεπαρκώς διά δύο οπών της νοτίου πλευράς
του, μιάς ούσης άνωθεν του νάρθηκος και της ετέρας επί του μεσαίου θόλου, οπών
- παραθύρων διατηρουμένων και μέχρι σήμερον. Κατά τους νεωτέρους όμως χρόνους
ηνοίχθησαν παράθυρα προς βορράν και νότον, αυτά ταύτα διά μέσου των οποίων
φωτίζεται νυν ο ναός. Το δάπεδον ποικίλλεται διά ψηφιδωτών εκ μικρών στρογγύλων
λιθαρίων της παρακειμένης παραλίας του Χορευτού, πέριξ δε σώζονται εισέτι εν
καλή καταστάσει 17 αρχαία στασίδια.
Το Εικονοστάσιον,
αν και κατά τι κατωτέρας λεπτουργικής τέχνης, ομοιάζει πολύ εκείνου της αρχαίας
Μονής του Σωτήρος, υπολείμματα του οποίου αποτελούσι νυν το εικονοστάσιον του
παρεκκλησίου του Αγίου Αντωνίου. Είναι επικεχρυσωμένον, παρουσιάζει δε κατά
ζεύγη τεραστίους όφεις, επί των κεφαλών των οποίων στηρίζεται ανά φοίνιξ, κεφαλάς
πτερωτών λεόντων καταληγούσας εις καλλίγραμμα φύλλα, πτηνά, σταφυλάς κ. ά. π. Ο
μεσαίος μέγας Σταυρός μετά των ιχθύων, των όφεων, της Θεοτόκου και του
Αποστόλου Ιωάννου, απλουστέρας πιω
τεχνοτροπίας του όλου εικονοστασίου, προδίδουσι ξένην την προέλευσιν και
συντελουσιν εις την μη παρουσίασιν ενός συνόλου τελείως αρμονικού. Εντός του
lερού Βήματος απόκειται ζεύγος Βημοθύρων παλαιοτάτου εικονοστασίου. Είναι
ξυλόγλυπτα, επικεχρυσωμένα και εικονογραφημένα, πλην αξιοθρηνήτως εφθαρμένα.
Γραπτά
ιστορικά, εκτός της αναφερθείσης ήδη επιγραφής, υπήρχον έτερα δύο, εξ ων το μεν
άνωθεν της Δ πύλης, το δε επί του τοίχου ένθα ενούται η αριστερά πλευρά του
εικονοστασίου. Αμφότερα εφθάρησαν ή κατέπεσον.
Ολόκληρον το
εσωτερικόν του ναού καλύπτεται ως ανεφέραμεν ήδη υπό τοιχογραφιών, κατά το
πλείστον εφθαρμένων, κυρίως λόγω της επιδράσεως της υγρασίας κατά την μακράν,
των τριών περίπου αιώνων, περίοδον της υπάρξεώς των.
Εξ αυτών αι πλέον
χαρακτηριστικοί είναι αι ακόλουθοι :
α' - Η επί
της Β πλευράς αναπαριστώσα το: «αινείτε αυτόν εν τυμπάνω και χορώ, αινείτε αυτόν
εν χορδαίς και οργάνω». Είναι πλήρως συγχρονισμένη με τα ήθη και έθιμα της εποχής
της φιλοτεχνήσεώς της. Γυναίκες, ενδεδυμέναι κατά την τότε συνήθειαν του Πηλίου
και εστραμμέναι προς τους θεατάς, σχηματίζουσι κύκλον χορεύουσαι, ενώ οργανοπαίκται
με τιάρας (σαρίκια) επί της κεφαλής των και βράκες μέχρι του γόνατος, εκτελούσι
μουσικόν χορευτικόν τεμάχιον διά τυμπάνων, αυλών και εγχόρδου τινός οργάνου
κοινώς «λαούτου» .
β΄ - Η
εικονίζουσα ιστιοφόρον πλοίον εν μέσω θαλασσοταραχής. Ο πλοίαρχος αρπαγείς υπό
των αγρίων κυμάτων παλαίει κατ’ αυτών αγώνα σκληρόν, πλην νικηφόρον, εφ’ όσον ο
προστάτης των θαλασσινών ο Άγιος Νικόλαος τον κρατεί από του βραχίονός του.
γ΄- Ετέρα
επί παραπλησίου της προηγουμένης θέματος : Ιστιοφόρον πλοιον με πλήρωμα εκ
πέντε ναυτών κατορθοί να πλέη ασφαλώς προς τον λιμένα του παρά την σφοδράν
τρικυμίαν της θαλάσσης. Τούτο οφείλεται εις τον δεξιόν χειρισμόν του πηδαλίου
υπ’ αυτού τούτου τον Αγίου Νικολάου. Όπισθεν του πλοίου διακρίνονται φλόγες
πυρός. Άνωθεν δε της εικόνος η σημείωσις : «το λάδι της πτωχής χήρας».
δ΄ - Σώζονται
και αρκεταί τοιχογραφίαι εν καλλίστη καταστάσει. Τινές εξ αυτών είναι άξιαι θαυμασμού διά την έκφρασιν, την γραμμήν και την αρμονίαν των χρωμάτων των.
Εκ των
κινητών εικόνων αναφέρομεν τας κάτωθι :
1. Του Αγίου
Νικολάου, τέχνης καθαρώς βυζαντινής.
2. Αγίου
Ιωάννου του Προδρόμου, ομοίως.
3. Του Ιησού
Χριστού. «εξόδου σταμάτη του αποστόλη και την σηνοδίαν αυτού αγγελο έτος ζρξ' »
(1652).
4. Της
Θεοτόκου (Άνευ χρονολογίας. Από απόψεως όμως τεχνοτροπίας είναι ομοία τη
προηγουμένη, άρα και αύτη κατά πάσαν πιθανότητα ανήκει εις το 1652).
5.— Του Ιησού
Χριστού καθημένου παρά την ίσταμένην Θεοτόκον και περιβαλλομένου υπό άγιων. «+Δέησις του δούλου του Θεού Ρίγα επί έτος
1771».
6. Του Αγίου Παντελεήμονος μετά του Αγίου
Νικολάου. «+ Η εικών αύτη του εν Αγίοις πατρός ημών Νικολάου αρχιεπισκόπου
Μύρων της Λυκίας του Θαυματουργού και του αγίου Μεγαλομάρτυρος και ιαματικού
Παντελεήμονος διά θαλάσσης αυτοαφιχθείσα και επισκευασθείσα δαπάνη Σταμούλη Ι.
Στούρνα κατατίθεται εις τον ίερόν Ναόν του Αγίου Νικολάου Χορευτού. Εν έτει 1917».
Αι εικόνες
της β΄σειράς του εικονοστασίου ηλλοιωμέναι λόγω της επ’ αυτών ασεβούς
επεμβάσεως ζωγράφου της κακής ώρας.
Υπάρχουσι και
άλλαι παλαιαί εικόνες αλλ’ εντελώς απεριποίητοι.
Επί παλαιού
εφθαρμένου τριπτύχου αναφέρονται ονόματα μοναζουσών αδελφών. Να διηκόνουν άραγε
αύται εν τη Μονή ταύτη του Αγίου Νικολάου ή να προήρχοντο εξ άλλων Μονών της
περιφερείας Ζαγοράς; […]
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)