Κατά την ιδίαν πεδινήν οδόν μίαν ώραν προβαίνοντες (απὸ το Βόλο), ερχόμεθα εις τα Λεχώνια. Αυτά κείνται επί μιας με χωράφια, αμπέλους, κήπους νεραντζίων, κίτρων και άλλων διαφόρων οπωρίμων δέντρων φυτευμένης πεδιάδος...

(Νεωτάτη της Θεσσαλίας Χωρογραφία-Ιωάννης Αναστασίου Λεονάρδος, 1836)

Π Ρ Ο Σ Ο Χ Η ! Μπορείτε να αντιγράφετε κείμενα κ.ά. από το ιστολόγιο. Αυτό, ΔΕΝ αποκλείει αναφορά στην ΠΗΓΗ. - Φωτογραφίες άλλων να μην ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝΤΑΙ - Ιδιωτικά αρχεία να ΜΗΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝΤΑΙ.
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τοπάλη γυναίκες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τοπάλη γυναίκες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 12 Ιουλίου 2016

Απαγχονισμός γυναικών Τοπάλη (2)

Σήμερα το Β΄μέρος όπως δημοσιεύτηκε στο βολιώτικο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ την Τετάρτη 11 Μαΐου 1961, στην 1η και 5η σελίδα:
Μετά πολλές αναζητήσεις οι Γερμανοί και οι Εασαδίτες ανεκάλυψαν κρυμμένα τα χρεώγραφα, τις χρυσές λίρες, τα διαμαντικά καί τα άλλα κοσμήματα της οικογενείας Τοπάλη. Συγκεκριμένως βρήκαν και έκλεψαν χρεώγραφα δανείων αξίας 60.000 αγγλικών λιρών, 2.000 κομμάτια χρυσές λίρες, κοσμήματα καί πολύτιμους λίθους αξίας τουλάχιστον 8.000 λιρών και εκτός των ανωτέρω διηρπάγησαν όλα τά πολύτιμα και σπάνια σερβίτσια και άλλα αντικείμενα μεγάλης επίσης αξίας. Τας πληροφορίας διά τα ανωτέρω ποσά δίδει ο συμπολίτης οφθαλμίατρος κ. Φίλιππος Φιλιππίδης, οικογενειακός φίλος της Λουκίας και Σοφίας Τοπάλη. Ο κ. Φιλιππίδης αναφέρει συμπληρωματικώς ότι μερικές ημέρες προ της συλλήψεώς της η Λουκία Τοπάλη κατήλθεν εις Βόλον και απέσυρε από τις Τράπεζες 'Εμπορικήν και Ιονικήν, τα χρεώγραφα. Τούτο δε έπραξε η ατυχής, διότι, αι Τράπεζες ζητούσαν τότε μεγαλύτερα φύλακτρα και διότι ακόμη ενόμιζεν ότι εις την οικίαν της αυτά θα ήσαν περισσότερον ασφαλή. Αφού επέτυχαν τον αντικειμενικόν των σκοπόν οι επιδρομείς επανήλθον εις τον Βόλον κατάφορτοι με τα προϊόντα της κλοπής. Δεν έπρεπε εν τούτοις, κατά την αντιλήψιν των, να γνωσθή ο πραγματικός λόγος, της συλλήψεως των δύο γυναικών Τοπάλη και της υπηρετρίας των και της λεηλασίας του αρχοντικού των εις Κάτω Λεχώνια. Ενόμιζον οι λησταί και εγκληματίαι ότι ο ελληνικός πληθυσμός θα επίστευε εις τας ψευδολογίας και τας ανοήτους δικαιολογίας των και δεν θα απεκάλυπτεν αμέσως τους πραγματικούς λόγους, διά τους οποίους εσκηνοθετήθη με τόσην μαεστρίαν και κακουργίαν το έγκλημα των Κάτω Λεχωνίων.
Χωρίς δισταγμόν η Γκεστάπο κατέληξεν εις την απόφασιν να απαγχονίση και μάλιστα επί τόπου, δηλαδή εις τα Κάτω Λεχώνια, τα αθώα θύματα της ληστείας της, ώστε να μη ζουν και μαρτυρήσουν όσα συνέβησαν.
Πράγματι το πρωί της 7ης Ιουνίου 1944 αι τρεις γυναίκες μετεφέρθησαν εις το χωριό και εκρεμάσθησαν ωσάν να ήσαν εγκληματίαι του κοινού ποινικού δικαίου από τον πλάτανον, τον ευρισκόμενον προ της εκκλησίας. Αι προσπάθειαι του κ. Σέφελ, του τότε μητροπολίτου Ιωακείμ και άλλων τοπικών παραγόντων, οι οποίοι παρεκάλεσαν το Γερμανόν φρούραρχον να επέμβη διά την σωτηρίαν των τριών γυναικών, υπήρξαν μάταιαι. Ο φρούραρχος απήντησεν ότι «δεν έχει εξουσίαν διά να επέμβη εις τας αποφάσεις της Γκεστάπο».
Ο απαγχονισμός της οικογενείας Τοπάλη προεκάλεσε ως ήτο φυσικόν άνευ προηγουμένου αποτροπιασμόν μεταξύ των κατοίκων ολοκλήρου της περιφερείας όπως και αγανάκτησιν εναντίον των απαισίων κακούργων Γερμανών και Ελλήνων συνεργατών των. 
Λεχωνίτης ο οποίος είχε την κακην τύχην να εύρεθή πλησίον, κατά την ώραν της εκτελέσεως, περιγράφει ως εξής την σκηνή του απαγχονισμού: 
«Πρωί -πρωί έφθασε εις τα Κάτω Λεχώνια ένα στρατιωτικό φορτηγό αυτοκίνητο εις το όποιο επέβαινον άνδρες της Γκεστάπο και Εασαδίτες. Το αυτοκίνητο σταμάτησε μπροστά στο προαύλιο της εκκλησίας. Κατέβηκαν αμέσως οί Γερμανοί και οι Έλληνες συνεργάτες των και με έκπληξι είδα να βγάζουν εν συνεχεία από την καρότσα, σπρώχνοντας τρεις γυναίκες. Ανεγνώρισα χωρίς δυσκολία την κυρία Τοπάλη, την κόρη της και την υπηρέτρια της οικογενείας. Ήταν τόσο γνωστές άλλωστε εις τα Λεχώνια. Εν τω μεταξύ όλοι ξέραμε για την σύλληψί των και για την λεηλασία του σπιτιού. 
Ήταν πολύ καταβεβλημένες. Η μητέρα Τοπάλη (η οποία σημειωτέον ήτο ολλανδικής καταγωγής) φορούσε ένα σκούρο προς το μαύρο, φόρεμα, η κόρη της Σοφία φορούσε ένα γκρίζο φόρεμα και ζακέττα και η υπηρέτρια μία ρόμπα με ζώνη. Στα πόδια είχαν παντόφλες και όχι παπούτσια. 
Οι Εασαδίτες, πρώτοι αυτοί, και οι Γκεσταπίτες μπήκαν στην αυλή της εκκλησίας και χωρίς δυσκολία βρήκαν το κατάλληλο δένδρο και έρριξαν τρεις θηλιές. Τότε κατάλαβα τι θα συνέβαινε σε λίγο. Θα κρεμούσαν τις τρεις γυναίκες. Το δένδρο που διάλεξαν οι εγκληματίαι είναι ένας πλάτανος που κατά θλιβερή σύμπτωσιν έχει τρεις ομοιομόρφους μεγάλους κλάδους. Έτσι οι εγκληματίαι με...ευκολία τακτοποίησαν τα σχοινιά και ασυζητητεί πέρασαν τις θηλιές στο λαιμό των θυμάτων και το κρέμασμα τελείωσε μέσα σε λίγα λεπτά. Το θέαμα των κρεμασμένων γυναικών ήταν φοβερό. Όσοι το αντικρύσαμε δοκιμάσαμε ψυχικό κλονισμό που δεν περιγράφεται. Οι εγκληματίαι όμως  γελούσαν και επέδραμον πάλι εις το αρχοντικό Τοπάλη το οποίον κυριολεκτικώς απεγύμνωσαν. Δεν αφήκαν τώρα ούτε και τα έπιπλα».
Αυτό εν ολίγοις είναι το δράμα της οικογενείας Τοπάλη. Ένα δράμα που θα μείνη αλησμόνητο εις τους κατοίκους των Κάτω Λεχωνίων, οι οποίοι εκτιμούσαν πολύ τις δύο γυναίκες Τοπάλη , τα αθώα αυτά και ανύποπτα θύματα τις ληστρικής εγκληματικότητος της Γκεστάπο και των συνεργατών της.

Παρασκευή 8 Ιουλίου 2016

Απαγχονισμός γυναικών Τοπάλη (1)

Η βολιώτικη εφημερίδα ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ το Μάιο του 1961, δημοσίευσε σε συνέχειες  τα εγκλήματα των Γερμανοϊταλών κατακτητών που έγιναν στη Μαγνησία. 
Μεταξύ αυτών και τον απαγχονισμό των γυναικών Τοπάλη στα Κ. Λεχώνια. Τα γεγονότα είναι γνωστά, αλλά σ' αυτή τη δημοσίευση υπάρχουν και άγνωστα στοιχεία. 

Σήμερα το α΄μέρος όπως δημοσιεύτηκε την Τρίτη 10 Μαΐου του 1961:
Οι Γερμανοί και οι Έλληνες, συνεργάτες των δεν ήταν μόνον πωρωμένοι εγκληματίαι. Ήταν και λησταί. Διήρπασαν περιουσίες, διήρπασαν και ατομικά τιμαλφή, όπως ωρολόγια και κοσμήματα (δαχτυλίδια, σταυρούς κλπ.). Έφτασαν μάλιστα μέχρι τού σημείου να βγάζουν από ζωντανούς και νεκρούς τα χρυσά δόντια, χαρακτηριστική δε είναι η περίπτωσις συλληφθέντος, του όποιου απέκοψαν τον δάκτυλον διά να αφαιρέσουν την βέρα. Από τα απαισιώτερα ληστρικά εγκλήματα της Γκεσταπό και των Εασάδ εις την περιοχήν του Βόλου είναι ασφαλώς και το κρέμασμα της οικογενείας Τοπάλη. Το έγκλημα αυτό, αποτρόπαιο εις όλην του την έκτασιν, έλαβε χώραν τον Ιούνιο 1944  εις τα Κάτω Λεχώνια.
Αλλ’ ας έλθωμε εις το ίστορικόν: εις τα Κάτω Λεχώνια διέμεναν η Λουκία Τοπάλη 65 ετών, η κόρη της Σοφία Τοπάλη 45 έτων και η υπηρέτριά των. Αι δύο γυναίκες ανήκον εις οικογένειαν καταγομένην εκ Ρουμανίας και εγκατασταθείσαν εις Ελλάδα το 1900 περίπου. Ήτο πολύ πλουσία οικογένεια, η οποία χωρίς να έχει καμμίαν συγγενικήν σχέσιν με τον εκ Μακρινίτσης παλαιόν πολιτευτήν Κ. Τοπάλην, ηγόρασε ένα μεγάλο κτήμα εξ ελαιώνων και οπωροφόρων παρά τα Λεχώνια. Μετά συνεχείς θανάτους απέμειναν εκ της οικογενείας μόναι αι δύο προαναφερθείσαι γυναίκες, κληρονόμοι τεραστίας πράγματι περιουσίας. Κατά τούς υπολογισμούς σοβαρών συμπολιτών, καταγομένων εκ Λεχωνίων η περιουσία Τοπάλη πέραν των κτημάτων απετελείτο από χρεώγραφα δανείων εις χρυσόν, χρυσάς λίρας Αγγλίας και πολυτίμους λίθους ανυπολογίστου αξίας. Εν αντιθέσει προς την μητέρα Λουκίαν Τοπάλη, η οποία ήτο υπερβολικά φιλάργυρος, η κόρη της Σοφία ήτο φιλάνθρωπος και κατ' επανάληψιν έκαμε ευεργεσίας. Ανήγειρε δαπάναις της το σχολικόν κτίριον Κάτω Λεχωνίων και συνετέλεσε οικονομικώς εις την αντιμετώπισιν του προβλήματος της υδρεύσεως της Κοινότητος. Επίσης έδωσε σημαντικά ποσά εις τα διάφορα φιλανθρωπικά ιδρύματα του Βόλου. Οι Εασαδίτες εγνώριζαν διά τα πλούτη της οικογενείας Τοπάλη. Και τας πληροφορίας των εν προκειμένω  εφρόντισαν καταλλήλως να τας διαβιβάσουν και εις την Γκεστάπο. Από της στιγμής λοιπόν κατά την οποίαν τα πλούτη των δύο γυναικών ετέθησαν ως στόχος, οι άνδρες της Γκεστάπο, αξιωματικοί και κατώτερον προσωπικόν, σεσημασμένοι λωποδύτες, αποβράσματα των γερμανικών φυλακών, τα οποία ο Χίτλερ περισυνέλεξεν και τα ενέταξεν εις την μυστικήν του αστυνομίαν, κατέστρωσαν ολόκληρον σχέδιον διαρπαγής. Έπρεπε όμως να ευρεθή η προσχηματική δικαιολογία ώστε αι δύο γυναίκες Τοπάλη μητέρα και κόρη, να συλληφθούν και, πιεζόμεναι, να ομολογήσουν πού κρύπτουν τα πλούτη των. Και η δικαιολογία δεν άργησε να έλθη.Η Λουκία Τοπάλη ήταν όπως είπαμε υπερβολικά φιλάργυρος.
 Ήταν όμως και υπερβολικά φιλοπερίεργος. Με μίαν αφέλειαν, εντελώς αδικαιολόγητον διά την ηλικίαν της, αλλά κυρίως διά την εποχήν εκείνην, ρωτούσε τους πάντας και τα πάντα, ακόμη και τους Γερμανούς, πού διέμεναν εις τά Κάτω Λεχώνια, πώς ζουν, πώς τρέφονται, πού κατοικούν, πόσοι είναι, τι όπλα έχουν και άλλα. Φυσικόν εν τοιαύτη περιπτώσει ήταν η νοσηρά αυτή περιέργεια της Λουκίας Τοπάλη, να επισύρη την υποψία των δρώντων τότε εις Κάτω Λεχώνια Εασαδιτών. Ούτοι εγνώριζαν εν τω μεταξύ ότι μητέρα και κόρη Τοπάλη ενίσχυον κατά κάποιον τρόπον τους αντάρτας και αφού συνεδύασαν τας πληροφορίας περί βοηθείας προς τους  αντάρτας και τα περί ερωτήσεων διά τους Γερμανούς, έσπευσαν αυθωρεί να ενημερώσουν σχετικώς την Γκεστάπο Βόλου. Από του σημείου αυτού τα πράγματα έλαβον ραγδαίαν εξέλιξιν. Εφευρέθη ο μύθος της κατασκοπείας και, υπό την κατηγορίαν αυτήν, αι δύο γυναίκες Τοπάλη συνελαμβάνοντο μίαν πρωΐαν του πρώτου δεκαημέρου του Ιουνίου του 1944 και ωδηγούντο εις τας φυλακάς Αλεξάνδρας Βόλου. Μαζί των συνελήφθη και η υπηρέτρια της οικίας,  κρατηθείσα και αυτή εις τας ιδίας φυλακάς.
Το δράμα των ανύποπτων αυτών Ελληνίδων, υπήρξεν απερίγραπτον. Χωριστά η κάθε μία και εν συνεχεία όλες μαζί εβασανίσθησαν και γενικώς υπέστησαν μαρτύρια αφάνταστα. Οι ειδικευμένοι βασανισταί των Ες-Ντε εξήντλησαν όλην την εγκληματικήν των μεθοδικότητα, διά να αποσπάσουν την πληροφορίαν πού έκρυπτον αι γυναίκες Τοπάλη τας χρυσάς λίρας, τα χρεώγραφα και τα διαμαντικά. Αρχικώς διά να τας πτοήσουν οι Γερμανοί και οι Εασαδίτες εζήτουν να πληροφορηθούν δήθεν διά τας σχέσεις τας όποίας είχεν η οικογένεια Τοπάλη με τους αντάρτες. Κατόπιν όμως ήλθαν εις τον επιδιωκόμενον σκοπό και έθεσαν ωμά το ερώτημα: Πού είναι τα λεπτά και τα κοσμήματα. Και όπως ήταν επόμενον αι τρεις γυναίκες υπέκυψαν εις τα βασανιστήρια και ωμολόγησαν. Ωμολόγησαν τα... πάντα. Και περί συνεργασίας δηλαδή με τους αντάρτας και περί χρημάτων.
Tην επομένην, μεγάλη επιδρομή Γερμανών και Εασαδιτών εις την οικίαν Τοπάλη. Δεν έμεινε τίποτα όρθιο. Ολόκληρο το αρχοντικό έγινε άνω - κάτω. Έρευνα γενική. Σε ντουλάπες και μπαούλα, εις τα υπόγεια και την σοφίτα, παντού. Οι θησαυροί, αλλά και τα... μυστικά έγγραφα των ανταρτών έπρεπε να βρεθούν.
                                                                                           (ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ)

Τρίτη 24 Μαΐου 2016

«Σοφίκα Τοπάλη-Θηλιά στη μνήμη»

Ένα βιβλίο για τις τραγικές γυναίκες Τοπάλη κι όχι μόνον...
[...] Η «Σοφίκα Τοπάλη» είναι μια ιστορία αληθινή που σημάδεψε τα Κάτω Λεχώνια και που κλόνισε το πανελλήνιο τις τελευταίες μέρες της Κατοχής των Γερμανών και τις πρώτες του Εμφυλίου. Μια ιστορία που αποσιωπήθηκε για το φόβο των Ιουδαίων, για να γίνει πολύ αργότερα γνωστή και στους ίδιους τους κατοίκους των Κάτω Λεχωνίων...
Φύγαν οι Γερμανοί, μαζί και οι Εασαδίτες κι αφήσανε το έργο τους ελεύθερο στην κοινή θέα. Με την ψυχή στο στόμα πλησίασαν δειλά οι Κατωλεχωνίτες. Ανάμεσά τους κι εσύ. Σήκωσες τα μάτια στα πρόσωπα των κρεμασμένων γυναικών. Δεν άντεξες. Πήγες παράμερα, σ’ απόσταση ασφαλείας, να μην τα ξεχωρίζεις. Να βλέπεις μόνο τις φιγούρες να λικνίζονται σ’ ένα αποτρόπαιο «λούνα-παρκ»: Τρεις γυναίκες κρεμασμένες σ’ ένα δέντρο, παγκόσμια «αποκλειστικότης» του χωριού μας! Σε πρώτο πλάνο τη Σοφίκα, αριστερά την Καλαβρού κι απέναντι τη Λουκία. Τρεις κούκλες παραμορφωμένες, να κρέμονται και να στριφογυρίζουν, δείχνοντας μια τις φριχτές μορφές τους και μια τους τσακισμένους τους λαιμούς, ανατριχιαστική σκηνή, σιωπηλή μαζί και κραυγαλέα, όσο κι αν μεσολάβησαν καιροί, δεκάδες χρόνια από τότε.
Από την τραγική εκείνη Παρασκευή της 7ης Ιουλίου του 1944... ]
(Από το εσώφυλλο του βιβλίου-έρευνα ζωής του λεχωνίτη Γιάννη Μαντίδη, που περιμέναμε και μόλις κυκλοφόρησε. Διατίθεται από τις εκδόσεις HISTORIA,Υψηλάντους 3, Αθήνα, τηλ. 2107255962 και από βιβλιoπωλεία του Βόλου.)

Σάββατο 27 Οκτωβρίου 2012

Ο απαγχονισμός των γυναικών στα Κάτω Λεχώνια

 Εκτός από την αγχόνη για τρεις πατριώτες στην κολόνα του ηλεκτρικού στα Άνω Λεχώνια στις 12 Μαΐου 1944 (ΕΔΩ), έχουμε και την αγχόνη για την Λουκία (μητέρα) και Σοφία (κόρη) Τοπάλη και τη Φιλίτσα Καλαβρού στις 7 Ιουνίου 1944, στην πλατεία του σταθμού των Κάτω Λεχωνίων, από τους Γερμανούς κατακτητές και τους συνεργάτες τους, τα ΕΑΣΑΔ (Εθνικός Αγροτικός Σύνδεσμος Αντικομμουνιστικής Δράσεως.)
Η φωτογραφία του απαγχονισμού των τριών γυναικών
 στη μουριά της πλατείας στο σταθμό, στα Κ. Λεχώνια. 
Δεξιά: Λουκία Τοπάλη (60 ετ.), 
κέντρο: Σοφία Τοπάλη (38 ετ.), 
αριστερά: Φιλίτσα Καλαβρού (40 ετ.)
 (Αντίγραφο από το βιβλίο της δημοσιογράφου Νίτσας Κολιού 
«Άγνωστες πτυχές της Κατοχής και της Αντίστασης 1941-44», 
Βόλος 1985, τόμοι Α’ & Β΄)
(Το κείμενο παρακάτω είναι ακριβής αντιγραφή)
 
Κρέμασαν τρεις γυναίκες 
οι γερμανοεασαδίτες στα Λεχώνια 
και λήστεψαν το πλούσιο Τοπαλέικο
Ένα από τα πιο στυγερά εγκλήματα των Γερμανών και των Εασαδιτών κατά την Κατοχή ήταν ο απαγχονισμός των τριών γυναικών σε μια μουριά του κεντρικού καφενείου στα Κάτω Λεχώνια. Η Λουκία Τοπάλη 60 ετών, η κόρη της Σοφία 38 και η Φιλίτσα Καλαβρού 40 ετών κρεμάστηκαν από τα όργανα της Γκεστάπο και των συνεργατών τους στις 7 Ιουνίου 1944.
Η Σοφία Τοπάλη ήταν οργανωμένη στο ΕΑΜ από τον προηγούμενο χρόνο, αλλά αυτό μόνο δεν αποτελούσε ίσως λόγο για να στηθεί η αγχόνη. Όλος ο πλη0υσμός στη συντριπτική του πλειοψηφία, ανήκε τότε στο ΕΑΜ. Ούτε η περιέργεια της Λουκίας Τοπάλη που συνήθιζε να ρωτάει πολλούς για διάφορα πράγματα μπορούσε να θεωρηθεί κατασκοπεία.
Υπήρχε ακόμη η κατηγορία ότι από το αρχοντικό Τοπάλη εφοδιάζονταν με τρόφιμα οι αντάρτες. Αλλά όλα αυτά θεωρήθηκαν μεταγενέστερα φθηνές δικαιολογίες για να επιτύχει η φοβερή λεηλασία του σπιτιού από ορισμένους πωρωμένους και αδίστακτους που φρόντιζαν να θησαυρίσουν στην άσχημη εποχή, έστω και αν αυτό εστοίχιζε τη ζωή συνανθρώπων τους. Γι' αυτό και η απάνθρωπη εκτέλεση των τριών γυναικών έγινε αφού τις εξανάγκασαν προηγούμενα να αποκαλύψουν μια κρύπτη στον τοίχο με τα πλέον πολύτιμα είδη. Μερικοί αναφέρουν ότι σε κάποιους «κυρίους.. της περιοχής περιήλθαν οι τοπαλέικοι θησαυροί.
Με τον απαγχονισμό της μάνας και κόρης συμπληρώ0ηκε η τραγική μοίρα της οικογένειας Τοπάλη, της οποίας όλα τα μέλη, όπως λέγει ο Άργης Φιλιππίδης, πήγαν από βίαιο θάνατο. Ο πατέρας Παναγιώτης Τοπάλης είχε πέσει από σκάλα και σκοτώθηκε. Ο γιος τον κάνοντας σκι στην Ελβετία σκοτώθηκε από χιονοστιβάδα. Και η γυναίκα του, ολλανδικής καταγωγής, με την κόρη βρήκαν βίαιο πάλι θάνατο και μάλιστα τον πιο φρικτό με την αγχόνη.
Οι οικογένειες Φιλιππίδη και Τοπάλη είχαν στενό δεσμό και ο Άργης θυμάται πόσο εντυπωσιαζόταν από τις συλλογές έργων τέχνης, από μεγάλους πίνακες Ολλανδών ζωγράφων, από αμέτρητα ασημικά και πορσελάνες και κινέζικα.
Αλλά δεν ήταν μόνο αυτά. Υπολογίστηκε ότι οι Γκεσταπίτες και οι Εασαδίτες έκλεψαν από το τοπαλέικο χρεώγραφα δανείων σε χρυσό αξίας εξήντα χιλιάδων αγγλικών λιρών. Έκλεψαν επίσης δυο χιλιάδες κομμάτια χρυσές αγγλικές λίρες. Και ακόμη χρυσά κοσμήματα και πολύτιμες πέτρες αξίας 6-8 χιλιάδων χρυσών λιρών. Αυτά μαζί με τα πολύτιμα σερβίτσια και τα έπιπλα, τα χαλιά κλπ. Στη συνέχεια το σπίτι ρημάχθηκε και από άλλους και καθώς τα χρόνια περνούσαν αφαιρούνταν τα πάντα, ακόμη και τα πορτοπαράθυρα. Ρημαγμένο πια, ύστερα από λεηλασίες και εμπρησμούς, το ακίνητο Τοπάλη με το μεγάλο κτήμα πουλήθηκε από τους κληρονόμους της οικογένειας που έμεναν στην Αθήνα, στον Δ. Γαλανό, ο οποίος έκτισε και το μεγάλο σπίτι που βλέπουμε σήμερα.
Η οδός Τοπάλη που υπάρχει στον Βόλο δεν έχει σχέση με την οικογένεια των Λεχωνίων. Αυτή είναι αφιερωμένη στον παλιό πολιτικό Κ. Τοπάλη από τη Μακρινίτσα.
Ο Παναγιώτης Τοπάλης, σύζυγος της Λουκίας και πατέρας της Σοφίας, καταγόταν από την Ρουμανία. Στην Ελλάδα εγκαταστάθηκε πριν από το 1900 και αγόρασε το τσιφλίκι Άκετσι του Αλμυρού. Όταν το τσιφλίκι αυτά απαλλοτριώθηκε, ο Toπάλης πήγε στα Λεχώνια και αγόρασε το μεγάλο κτήμα. Υπήρχαν εκεί ελιές, οπωροφόρα και ένα ελαιοτριβείο. Αλλά η σημαντικότερη περιουσία της οικογένειας (χρεώγραφα, λίρες κλπ.) βρίσκονταν μέσα στο μεγαλόπρεπο σπίτι.
Τα χρεώγραφα, αξίας εξήντα χιλιάδων λιρών, η Τοπάλαινα τα φύλαγε σε Τράπεζες του Βόλου. Λίγες όμως μέρες πριν από τη σύλληψή της τα είχε αποσύρει διότι ακρίβηναν τα φύλακτρα. Το γεγονός αυτά πληροφορήθηκαν οι Εασαδίτες, ο οποίοι γνωρίζοντας και τα άλλα πολύτιμα περιεχόμενα του μεγάρου φρόντισαν α m λεηλατήσουν αφού πρώτα έπιασαν τις δυο γυναίκες και τις έκλεισαν στις φυλακές. Και όταν τις έστησαν στην αγχόνη συμπλήρωσαν τη ρεμούλα. Οι ληστές ύστερα από τον απαγχονισμό των γυναικών. κουβάλησαν από το πλουσιόσπιτο των Τοπάληδων 5 γεμάτα αυτοκίνητα πλιάτσικα.
Η Σοφία Τοπάλη, η Σοφίκα όπως την αποκαλούσαν οι φίλοι της, ήταν ξεχωριστός άνθρωπος με ευγένεια αισθημάτων.
Αγαπούσε τα βότανα και ήταν μανιώδης συλλέκτρια.
Αγαπούσε τα ζώα και ήταν πρόεδρος του Συλλόγου προστασίας ζώων. Με δική της δαπάνη είχε κατασκευάσει τη βρύση, κοντά στα παλιά ψαράδικα του Βόλου, για να ποτίζονται τα ζώα.
Αγαπούσε τους ανθρώπους και πρόσφερε πρόθυμα σε ιδρύματα και σε κοινωφελή έργα. Συμπληρώνοντας τη δωρεά του πατέρα της πρωτοστάτησε για να γίνει το ωραίο διδακτήριο του σχολείου Λεχωνίων αριστερά του δημόσιου δρόμου. Αυτό που βλέπουμε σήμερα, όχι και τόσο ωραίο είναι μετασεισμική ανακατασκευή.
Αγαπούσε όμως πάνω απ' όλα η Σοφία Τοπάλη την Ελευθερία και την Αξιοπρέπεια. Γι' αυτό δεν ήταν δυνατόν να ανεχθεί τους κατακτητές και τους χαμερπείς συνεργάτες τους και πέρασε από τους πρώτους στην εθνική Αντίσταση και στον απελευθερωτικό αγώνα. Την αγάπη της αυτή πλήρωσε με τη ζωή της αφήνωντας την τελευταία της πνοή στο βράχο του δέντρου.

Τρεις αποκαλυπτικές μαρτυρίες 
για τον τριπλό απαγχονισμό 
στα Κάτω Λεχώνια
Όταν τα ανθρωπόμορφα τέρατα, οι δολοφόνοι και οι ληστές και οι προδότες, κατακτητές και συνεργάτες τους, κρέμασαν τρεις γυναίκες στα Κάτω Λεχώνια, χρησιμοποίησαν για το αποτρόπαιο έγκλημά τους μια μουριά. Ένα κοινό δέντρο στην πλατεία του χωριού. Μετά το ανοσιούργημα το δέντρο αυτό έπρεπε να διατηρηθεί από τους μεταγενέστερους σαν μνημείο ιερό, που το καθαγίασαν με το αίμα τους τρεις μεγάλες πατριώτισσες. Μην το αναζητήσετε. Δεν πρόκειται να βρείτε ούτε ένα κλαράκι. Κάποιοι από τους μεταγενέστερους υπεύθυνους το ξερίζωσαν -εκτός πια και αν το δέντρο κάηκε από την κατάρα τον Παντοδύναμου- και στη θέση του δημιούργησαν μια στερνούλα, σαν μέρος ίσως κάποιου «εξωραϊστικού» προγράμματος.  Ύστερα ήλθαν και άλλοι υπεύθυνοι, και κοινοτάρχες, και μορφωτικοί σύλλογοι, και Κράτος Δικαίου και όμως κανένας δε σκέφτηκε στον τόπο της τριπλής αγχόνης να υψώσει μια απλή μαρμάρινη στήλη εις μνήμην... Δεν το σκέφτηκαν ούτε οι άνθρωποι της εκκλησίας του χωριού. Τα τρία πτώματα, ύστερα από κάμποσες ώρες, ξεκρεμάστηκαν από τους μιαρούς φονιάδες, οι οποίοι σβαρνίζοντας τα έσυραν ως το προαύλιο της εκκλησίας. Εκεί, στην αυλή του ναού, έγινε ο ενταφιασμός υπό τη φρούρηση των εγκληματιών, αλλά όταν πέρασε το καθορισμένο χρονικό διάστημα ακολούθησε εκταφή και εξαφάνιση των πάντων. Ούτε ίχνος. Θα έπρεπε ασφαλώς να στηθεί ένα μεγαλοπρεπές μνήμα, έστω ένας σκέτος σταυρός με το τρία ονόματα.
Έρχονται αυτές οι σκέψεις και η πολλή θλίψη και η αγανάκτηση καθώς ο ερευνητής πασχίζει να φέρει σε φως όσες το δυνατό περισσότερες λεπτομέρειες για την τραγωδία, και γυρνοφέρνει εκεί ρωτώντας αριστερά και δεξιά. Κοντά στις άλλες μαρτυρίες, είναι χρήσιμες ακόμη τρεις. Η μια προέρχεται από τον Φώτη Χατζόπουλο, ο οποίος το Ι944 ήταν 12 ετών, αλλά θυμάται πολύ καλά τις γυναίκες τον μαρτυρίου. Ιδιαίτερα την κόρη του Τοπάλη, τη Σοφία, που τον αγαπούσε πολύ και ήθελε να τον κάνει και παπά. Η Σοφία είχε οργανώσει συσσίτια για τα παιδιά και ο Φώτης τη βοη0ούσε στο έργο της και μά0αινε ακόμη στα άλλα παιδιά προσευχές και τραγουδάκια. Ο Φώτης Χατζόπουλος αναφέρει ότι όταν οι εασαδίτες πήγαν να πιάσουν τις Τοπάλη, βρήκαν στο σπίτι, το μεγάλο αρχοντικό, τη μητέρα και τότε ο επικεφαλής, Μίμης Κυριαζής προσποιήθηκε τον αντάρτη και τη ρώτησε γιατί δεν έστειλαν τρόφιμα στον ΕΛΑΣ. Εκείνη απάντησε ότι χθες έστειλε και ακολούθησε άμεση σύλληψή της. Ύστερα έφθασε η Σοφία, γυρνώντας ευδιάθετη από κάποια διάσκεψη στο Πήλιο, και την έπιασαν αμέσως και εκείνη.
Όταν ύστερα από μερικές μέρες έγινε στη μουριά της πλατείας ο απαγχονισμός των δύο Τοπάλη και της Φιλίτσας Καλαβρού, ο μικρός Φώτης παρακολούθησε το δράμα από το κοντινό χασάπικο του Αλ. Μακρυγιάννη. Και θυμάται τη μητέρα Τοπάλη που ζητωκραύγασε υπέρ των αγωνιστών και έκανε τον σταυρό της πριν της περάσουν τη θηλιά. Και Θυμάται επίσης τη Σοφία Τοπάλη που καθώς την ανέβαζαν στο τραπέζι για την κρεμάλα, φώναξε: «Φώτη, τα παιδιά να προσέχεις», εννοώντας τα παιδιά του συσσιτίου. Ήταν πριν από το μεσημέρι όταν έγινε ο απαγχονισμός. Οι τρεις γυναίκες φαίνονταν σαν κούκλες κρεμασμένες στο δένδρο. Οι εασαδiτες κουβέντιαζαν και έπαιζαν με τα πιστόλια τους. Ύστερα πέταξαν τα πτώματα μπροστά στην εκκλησία».
Θυμάται ακόμη ο Χατζόπουλος τη λεηλασία του πλούσιου σπιτιού από τους εγκληματίες. «Όταν αργότερα πήγαμε εμείς ήταν όλα ρημαγμένα. Μόνο μερικά βιβλία βρήκαμε πεταμένα». Βλέπετε, τα βιβλία. για πολύν κόσμο ανήκουν στα πιο ευτελή και αζήτητα είδη...
Η δεύτερη μαρτυρία προέρχεται από τη Βασιλική Π. Αγραφιώτη, κόρη της Φιλίτσας Αντ. Καλαβρού, που εκτελέστηκε μαζί με τις Τοπάλη σε ηλικία 36 ετών. Δεν ήταν οικιακή βοηθός των Τοπάλη η Καλαβρού, όπως άλλοι έχουν πει. Ούτε συγγενής τους. Συνέπεσε μόνο ο απαγχονισμός να γίνει ταυτόχρονα. «Η μητέρα μου Φιλίτσα, είπε η κόρη της Βασιλική, κράτησε το μύλο του πατέρα μου, κοντά στην εκκλησία Μέγα Σωτήρα, όταν εκείνος έφυγε για αντάρτης. Έμενε μάλιστα στο μύλο. Ένα βράδυ εμφανίστηκαν στο μύλο άνδρες του ΕΑΣΑΔ μεταμφιεσμένοι σε αντάρτες και φορώντας καπέλα με τη λέξη ΕΛΑΣ! Είμαστε στο βουνά μαζί με τον Αντώνη της είπαν. Γιατί δεν στέλνεις τίποτε στον άνδρα σου; Και εκείνη απάντησε ότι έστειλε και ψωμί και φανέλες και κάλτσες. Είχε μάλιστα πλεκτομηχανή και έπλεκε. Δηλαδή, είσαι συναγωνίστρια; Ξαναρώτησαν οι εασαδίτες. Και βέβαια, απάντησε η μητέρα μου. Τότε θα μας δείξεις που είναι το σπίτι των Γερμανών και των ράλληδων. Η μητέρα τους χήρε και τους πήγε στο σπίτι του Μίμη Κυριαζή. Εκεί την έπιασαν. Ήταν το ίδιο βράδυ που είπαν πιάσει και τις Τοπάλη. Τις πήγαν στο Βόλο στις φυλακές Αλεξάνδρας, όπου τις κράτησαν οκτώ μέρες. Μια μέρα πέρασα εγώ έξω από τις φυλακές και άκουσα τη μητέρα μου να με φωνάζει από το παράθυρο. Είχε πολύ βασανιστεί. Αλλά δεν αρνήθηκε τίποτε και είπε στους βασανιστές: Και εγώ και το κορίτσι μου πλέκαμε για τους αντάρτες. Ύστερα τις έφεραν στα Λεχώνια δεμένες με καλώδια και τις κρέμασαν. Το πόδι της μητέρας μου ήταν δεμένο με πετσέτα γιατί είχε πληγιάσει από το πολύ ξύλο. Το μύλο και το σπίτι μας τα λεηλάτησαν φρικτά. Δεν άφησαν τίποτε!»
Η τρίτη μαρτυρία προέρχεται από την Ευθυμία Γ. Ζαρίδα, η οποία εργαζόταν κοντά στις Τοπάλη και είχε ένα σπιτάκι σε μικρή απόσταση από το μεγάλο. Θυμάται και τις δυο σαν πολύ καλές γυναίκες που βοηθούσαν τους πάντες. Και ιδρύματα και αρρώστους. «Εγώ τις είχα σαν μάνα μου και σαν αδελφή μου. Θυμάμαι που το αρχοντικό βογκούσε από πράγματα και είδη αξίας. Έπιπλα, πίνακες, γυαλικά, ασημικά, ρούχα, τρόφιμα. Σ’ αυτό το σπίτι είχαν κουβαλήσει πράγματα για φύλαξη και άλλοι Λεχωνίτες. Προίκες ολόκληρες. Είχα κι εγώ ένα μπαούλο. Και ο γιατρός Βλάντας φύλαγε εκεί τα εργαλεία του. Δεκατρία χρόνια είχα στο σπίτι τούς και πολύ τις πόνεσα. Όταν τις έπιασαν, ένας Γερμανός με ανέκρινε και ζητούσε να του πω που είχαν κρυμμένα χρήματα. Προθυμοποιήθηκε μάλιστα να μου δώσει ωραία ρούχα της Τοπάλη για δικά μου. Αλλά εγώ δεν δέχτηκα και είπα δεν ξέρω τίποτε. Ύστερα άδειαζαν επί οκτώ μέρες το σπίτι. Το ρήμαξαν ολόκληρο.»


Κάποιοι κληρονόμοι των δυο γυναικών πούλησαν το ακίνητο και τα κτήματα. Πούλησαν ακόμη και ένα πιάνο. που άγνωστο πώς σώθηκε, στην Εξωραϊστική. Έτσι δεν έμεινε τίποτε.
Ούτε ένα μικρό τουλάχιστον μνημείο δεν στήθηκε που να θυμίζει τη θυσία.


(από το ΔΗΚΙ)

Η Λουκία Τοπάλη (Lucie van Schelle) ήταν Ολλανδέζα. Γεννήθηκε στις 20-1-1875 στο Solok της Ινδονησίας (τότε αποικία της Ολλανδίας).
Παντρεύτηκε τον Παναγίωτη Τοπάλη στις 29-4-1896 στην Χάγη, Ολλανδίας


(από το ΔΗΚΙ)












Η Σοφία ή Σοφίκα Τοπάλη (Βόλος 1906 - Κ. Λεχώνια 1944) Κόρη του Παναγιώτη ή Παναγή Τοπάλη και της Λουκίας





Το ηρώο "μουριά" 
προς τιμήν της Εθνικής Αντίστασης (σήμερα). 
Έργο του Μίμη Γκεντέκου.

Για την οικογένεια Τοπάλη δείτε (ΕΔΩ)