Κατά την ιδίαν πεδινήν οδόν μίαν ώραν προβαίνοντες (απὸ το Βόλο), ερχόμεθα εις τα Λεχώνια. Αυτά κείνται επί μιας με χωράφια, αμπέλους, κήπους νεραντζίων, κίτρων και άλλων διαφόρων οπωρίμων δέντρων φυτευμένης πεδιάδος...

(Νεωτάτη της Θεσσαλίας Χωρογραφία-Ιωάννης Αναστασίου Λεονάρδος, 1836)

Π Ρ Ο Σ Ο Χ Η ! Μπορείτε να αντιγράφετε κείμενα κ.ά. από το ιστολόγιο. Αυτό, ΔΕΝ αποκλείει αναφορά στην ΠΗΓΗ. - Φωτογραφίες άλλων να μην ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝΤΑΙ - Ιδιωτικά αρχεία να ΜΗΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝΤΑΙ.
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα αρχοντικά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα αρχοντικά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 1 Νοεμβρίου 2015

Τα αρχοντικά του Πηλίου

Αποψη της Πορταριάς γύρω στα 1810
Ζωγραφική από το βιβλίο "Views in Greece" του Edward Dodwell, (1821)
που περιέχει 30 ολοζώντανες απεικονήσεις της Ελλάδας
από τα ταξίδια του στα 1805, και 1806.
Αντίγραφο από το βιβλίο "ΒΗΜΑΤΑ" του Κίτσου Μακρή - εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ - 1979 *

ΤΑ ΑΡΧΟΝΤΙΚΑ ΤΟΥ ΠΗΛΙΟΥ
Στο σημείωμά του «Τα όρια του λαϊκού», που δημοσιεύθηκε στο «Βήμα» της 20ης Ιανουαρίου, ο κ. Κ. Θ. Δημαράς παίρνει αφορμή από ένα δικό μου σημείωμα για να διατυπώσει μερικές σκέψεις του για τα πολυώροφα αρχοντικά του Πηλίου και άλλων περιοχών. Διατυπώνει και ευρύτερες σκέψεις για ολόκληρη την πνευματική και καλλιτεχνική δημιουργία που προσγράφεται σε λαϊκούς δημιουργούς. Πριν προχωρήσω στη διατύπωση των αντιρρήσεών μου θά 'θελα να εκφράσω τη χαρά μου γιατί τα προβλήματα που αφορούν στη λαϊκή δημιουργία πλουτίζονται μ’ έναν συζητητή του κύρους και του ήθους του κ. Δημαρά. Είναι ένα θετικό κέρδος αυτό γιατί μια σοβαρή και συγκροτημένη αντίθετη άποψη μάς αναγκάζει να ξαναδοκιμάζουμε τις δικές μας θέσεις. Θα συζητήσω μόνο τα σημεία που αναφέρονται στις δικές μου ασχολίες. Για τα άλλα ας μιλήσουν όσοι πόνεσαν και σκέφτηκαν πάνω σ’ αυτά. 
Γράφει ο κ. Δημαράς: «Μιλεί για λαϊκή αρχιτεκτονική προκειμένου για πολυώροφες οικοδομές που ούτε από την άποψη των κατασκευαστών τους ούτε από την άποψη των ιδιοκτητών τους θα μπορούσαν να ονομαστούν λαϊκές». Από την αρχή πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι πολυώροφες οικοδομές θεωρεί τις διώροφες και τριώροφες. Ποτέ δε μιλήσαμε για περισσότερα πατώματα. Λοιπόν  όλα -υπογραμμίζω όλα- τα σπίτια του Πηλίου είναι διώροφα ή τριώροφα. Δεν υπάρχει ούτε ένα που να είναι μονώροφο. Δεν εννοούμε εδώ, βέβαια, τα τυποποιημένα σπίτια που χτίστηκαν από την Ανοικοδόμηση μετά τους σεισμούς του 1955 και που ονομάστηκαν πυρήνες σπιτιών, για να υπογραμμίσουν ότι δεν πρόκειται για πλήρεις κατοικίες. Θά 'πρεπε λοιπόν να διαγράψουμε από τη λαϊκή τέχνη ολόκληρη την αρχιτεκτονική του Πηλίου, καθώς και, όλων των περιοχών της Βόρειας Ελλάδας. 
Από την άποψη των κατασκευαστών τους πάλι είναι λαϊκά έργα. Οι ίδιοι τεχνίτες που έχτιζαν σπίτια μικρών, σχετικώς, διαστάσεων έχτιζαν και τα μεγάλα αρχοντικά, κατά τις στεγαστικές ανάγκες ή τις οικονομικές δυνατότητες του ιδιοκτήτη. Αυτά όχι σα συμπεράσματα αλλά από μαρτυρημένες πολλές περιπτώσεις. Με συμφωνητικά, επιγραφές, εξοδολόγια και άλλα τεκμήρια, θα μπορούσαμε εδώ ν’ αναφέρουμε πολλές τέτοιες περιπτώσεις, αλλά θα παρουσιάζαμε ένα μακρύ κατάλογο από ονόματα σπιτιών και μαστόρων που είναι άγνωστα στους αναγνώστες του « Βήματος». Επειδή η Πορταριά είναι ίσως το πιο γνωστό χωριό του Πηλίου, θα αναφέρουμε πως το αρχοντικό του Ντίκα έγινε από τους μαστόρους που έχτισαν ένα από τα πενιχρότερα σπίτια της Πορταριάς, του Γιάννη Βικιώτη. Όσο για τους ιδιοκτήτες, αφού - όπως είπαμε - όλα τα σπίτια του Πηλίου είναι διώροφα, θα πρέπει να παραδεχτούμε πως στο Πήλιο δεν υπήρχε λαός πού να κατοικεί σε χαμηλά σπίτια. Βέβαια υπήρχαν τα μεγάλα αρχοντικά, που ανήκαν σε κοτζαμπάσηδες, και από την άποψη των ιδιοκτητών τους δεν είναι λαϊκά. Και κάτι περισσότερο: που οι ιδιοκτήτες τους ντύνονταν τούρκικα και είχαν πολλές ξενόφερτες συνήθειες. Όμως εκείνο που βαραίνει στην τέχνη είναι ο τεχνίτης και όχι ο ιδιοκτήτης, εκτός αν αυτός επέβαλε στον τεχνίτη το δικό του γούστο.
Έτσι η συζήτηση μετατίθεται σ’ ένα θέμα πολύ πιο ενδιαφέρον. Τα αρχοντικά, με τις μεγάλες διαστάσεις και τον πλούσιο διάκοσμο, διατηρούν τον βασικό αρχιτεκτονικό τύπο ή αποτελούν αποκομμένα φαινόμενα, άσχετα με τον τοπικό ρυθμό; Στην πραγματικότητα το θέμα τίθεται κάπως διαφορετικά: τα αρχοντικά αποτελούν αναπτύγματα των συνηθισμένων σπιτιών ή τα σπίτια αυτά είναι απλουστεύσεις των αρχοντικών; 
Το θέμα είναι πολύ πιο περίπλοκο απ’ όσο φαίνεται στην αρχή. Βέβαια, κατά κανόνα, από τις απλούστερες μορφές πηγάζουν οι σύνθετες, οι πιο πλούσιες σε λεπτομέρειες. Οι άπλες μορφές, όταν οι συνθήκες ευνοήσουν, αναπτύσσονται σε διαστάσεις και παραλλαγές και ποικίλματα. Αλλά ως ποιο σημείο οι νέες αυτές μορφές διατηρούν το λαϊκό χαρακτήρα και δεν εξελίσσονται σε λόγιες επεξεργασίες λαϊκών μοτίβων κατά τον τύπο των μεταγενέστερων πολυφωνικών μεταγραφών δημοτικών τραγουδιών; Από την άλλη πλευρά η λαϊκή τέχνη, σε ένα μεγάλο της ποσοστό, είναι απλούστευση συνθετότερων μορφών. Τα σχήματα του φεγγίτη και του ψευτοπαράθυρου προέρχονται από το βιενέζικο βιτρώ. Επίσης, πολλά ζωγραφικά έργα του Θεόφιλου είναι εξελληνισμένες απλοποιήσεις έργων του φον Εσς και άλλων ζωγράφων. Αλλά ούτε οι λόγιες επεξεργασίες λαϊκών θεμάτων, ούτε τα πρότυπα που απλοποιούνται και εξελληνίζονται είναι λαϊκή τέχνη. Μήπως, λοιπόν, τα αρχοντικά είναι λόγιες επεξεργασίες λαϊκής αρχιτεκτονικής ή τα συνηθισμένα σπίτια λαϊκές απλουστεύσεις των αρχοντικών;
Ας αφήσουμε τα πράγματα να μας οδηγήσουν. Κατ’ αρχήν σπίτια και αρχοντικά ακολουθούν ακριβώς τον ίδιο αρχιτεκτονικό τύπο. Η ίδια πυργοειδής κατασκευή, με τα λίγα ανοίγματα στα κάτω πατώματα και την προβολή του διάτρητου άνω πατώματος. Η στέγη που προεξέχει, η μικρή είσοδος, η τοποθέτηση των χειμωνιάτικων και των χώρων υποδοχής κοινά και στα δύο. Τα ίδια κατασκευαστικά υλικά, οι ίδιες μέθοδες τοιχοποιίας. Λιθόχτιστα τα κάτω πατώματα, τσατμάς το επάνω, εκτός από τον βορεινό τοίχο, πλακόστρωτη η στέγη. Και το σημαντικότερο, που το αναφέραμε και στην αρχή, από τους ίδιους τεχνίτες. Αυτό έχει εντελώς ιδιαίτερη σημασία. Η λόγια επεξεργασία ενός λαϊκού μοτίβου ή το αντίθετο προϋποθέτουν τεχνίτες σε διαφορετικό επίπεδο τεχνικής και με διαφορετική αντίληψη των μορφών. Τα ίδια ισχύουν και για τη διακόσμηση, ζωγραφική ή ξυλόγλυπτη. Ο λαϊκός τεχνίτης ξεκινάει με την πρόθεση να χάνει ένα αντίγραφο. Επεμβαίνουν όμως οι άλλοι παράγοντες, η προαποκτημένη τεχνική, οι οπτικές του συνήθειες, τα διαφορετικά υλικά, το κοινό γούστο, του τον κάνουν να ξεστρατίσει από την αρχική τον πρόθεση. Αυτά ακριβώς δίνουν το λαϊκό χαραχτήρα στα έργα του. Ο καλλιεργημένος καλλιτέχνης παίρνει σαν πρώτη ύλη τα λαϊκά θέματα και τα επεξεργάζεται με τη δική του αντίληψη και τεχνική. Εδώ έχουμε διακόσμηση στο ίδιο ύφος και με κοινή τεχνική. Πλουσιότερη στο αρχοντικό, φτωχότερη στο κοινό σπίτι. Έχουμε παραδείγματα επιγραφών του ίδιου τεχνίτη και στις δύο κατηγορίες σπιτιών. Άλλωστε δεν υπάρχουν σαφή όρια και είναι άπειρες οι περιπτώσεις όπου με δυσκολία και με αμφιβολίες ένα χτίσμα θα μπορούσαμε να το τοποθετήσουμε στη μια η στην άλλη κατηγορία. Μα κι αν σε μερικές περιπτώσεις αρχοντικών γίνονταν πρόσληψη αξιότερων - και ακριβότερων -μαστόρων, αυτό δεν αφαιρεί το λαϊκό τους χαρακτήρα που ακολουθεί την παράδοση. 
Το θέμα δεν εξαντλείται με ένα σημείωμα. Όσα περιληπτικά σημειώνονται εδώ θα πρέπει κάποτε να στερεωθούν με πολλά συγκεκριμένα παραδείγματα, με εικόνες, με λεπτομερειακές αναλύσεις, με συγκρίσεις. Κι ακόμα να επεκταθεί πέρα από την αρχιτεκτονική: στη γιορτινή φορεσιά, στη χρυσοχοϊκή, και σ’ άλλες μορφές της λαϊκής τέχνης. 
Τελειώνοντας, θα συμφωνήσω με τον κ. Δημαρά για την ύπαρξη μιας σύνθετης και υψηλής σκοπιμότητας «όπου η εθνική υπερηφάνεια ενώνει τις λαϊκές επιτεύξεις με της λογιοσύνης τα έργα ή της αρχοντικής ζωής τις παραδόσεις». Στο σημείωμά μου «Λαϊκισμός», που δημοσιεύτηκε στο «Βήμα» της 24ης Μαΐου έγραφα: «Η εθνική μας παράδοση πατάει σε δύο σκέλη, ισοδύναμα σε σημασία. Από το ένα μέρος ό,τι μας άφησε η καλλιτεχνική και πνευματική δημιουργία του λαού σε τραγούδια, παροιμίες, παραμύθια, ζωγραφιές, γλυπτά, σπίτια, φορεσιές, έθιμα. Ένας ολόκληρους κόσμος από μορφές που, κι όταν ακόμα ξέρουμε το δημιουργό τους, δεν παύουν να έχουν χαρακτήρα υπερατομικό. Από το άλλο μέρος ό,τι κληρονομήσαμε από τον προσωπικό μόχθο του καλλιεργημένου ανθρώπου σε γραφτά και καλλιτεχνικά έργα. Λόγια και λαϊκή παράδοση σε μια διαλεκτική σύνθεση απαρτίζουν το στέρεο υπόβαθρο μιας γεμάτης και γερής εθνικής πνευματικής και καλλιτεχνικής ζωής... «Όσοι πιστεύουν στην προωθητική δύναμη της παράδοσης έχουν αντιληφτεί το δισυπόστατο περιεχόμενό της».
                                                              «Το Βήμα», Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 1961
 (αντιγραφή σε μονοτονικό)

Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου 2012

Πολύκεντρο πολιτισμού το κτήριο Κοντού


Διαδημοτικό Πολυκέντρο Πολιτισμού 
το «στοιχειωμένο σπίτι»
Αντιγραφή από: http://www.magnesianews.gr

  Στο Δημοτικό Συμβούλιο Βόλου 
  η  έγκριση της μελέτης
Γράφει:
25/09/2012, 15:45
  Η αξιοποίηση του αρχοντικού Κοντού        στα Άνω Λεχώνια έρχεται προς 
συζήτηση στο Δημοτικό Συμβούλιο της ερχόμενης Παρασκευής, στις 5 το απόγευμα, με την έγκριση της οριστικής μελέτης του «Διαδημοτικού Πολυκέντρου Πολιτισμού, Ιστορίας και Υπηρεσιών», που θα γίνει. 
Το αρχοντικό κατασκευάστηκε το 1900 και φημολογείται ότι σχεδιάστηκε από τον Ιταλό Μηχανικό Εβαρίστο Ντε Κίρικο. Είναι διατηρητέο μνημείο και σημείο αναφοράς, τόσο για την αισθητική και αρχιτεκτονική του αξία, ενώ έχει αποκτήσει τη φήμη ως «το στοιχειωμένο σπίτι στα Λεχώνια». 
Σύμφωνα με την εισήγηση της Τεχνικής Υπηρεσίας, για την αξιοποίησή του πρέπει να ληφθούν υπόψη η αρχιτεκτονική αποκατάστασή τους ως μνημείο, η βιωσιμότητα και η ανταποδοτικότητα των προτεινόμενων λειτουργιών, οι ανάγκες κι επιθυμίες των δημοτών της περιοχής, οι σύγχρονες αντιλήψεις για την επανάχρηση μνημείων και το ισχύον θεσμικό πλαίσιο αλλά και οι δυνατότητες χρηματοδότησης της επένδυσης. Πέραν της αρχιτεκτονικής προσέγγισης, που ήδη έχει γίνει, απαιτείται και η εκπόνηση σχετικής οικονομοτεχνικής μελέτης βιωσιμότητας.
Στο υπόγειο, που διαθέτει μεγάλους χώρους, μπορούν να φιλοξενηθούν εμπορικές χρήσεις, όπως έκθεση και πώληση παραδοσιακών τοπικών προϊόντων, πωλητήριο τουριστικών και αναμνηστικών ειδών που να σχετίζονται και με την ιδιαίτερη ιστορία του κτιρίου και της ευρύτερης περιοχής.
Στο ισόγειο, σύμφωνα με τη μελέτη, υπάρχει είσοδος για ΑΜΕΑ, δύοWC για το κοινό και βοηθητικοί χώροι. Επίσης στις δύο αίθουσες που διαθέτει προτείνεται η χρήση της μιας αίθουσας ως bar-αναψυκτήριο και της άλλης ως εστιατόριο με ενιαία διαχείριση και κοινή κουζίνα-παρασκευαστήριο. Λόγω του μορφολογικού χαρακτήρα του κτιρίου οι χώροι του ισογείου θα μπορούν ενδεχομένων να διατίθεται και για την τέλεση εκδηλώσεων.
Στον Α’ όροφο προτείνεται να δημιουργηθούν δύο αίθουσες με επαρκές μέγεθος για να φιλοξενήσουν συνεδριάσεις - συζητήσεις - σεμινάρια-διαλέξεις περιορισμένου αριθμού συμμετεχόντων. Οι αίθουσες θα μπορούν είτε να ενοικιάζονται είτε να παραχωρούνται σε φορείς πολιτιστικούς, πολιτικούς κ.α. είτε για τις ανάγκες του Δήμου. Ακόμη σε συνδυασμό και με τη χρήση του ισογείου, θα μπορούν να χρησιμοποιούνται για την τέλεση πολιτικών γάμων.
Στον δεύτερο όροφο, οι χώροι μπορούν να χρησιμοποιηθούν έπειτα από σχετική διαμόρφωση ως γραφεία και χώροι βοηθητικοί των υπόλοιπων χρήσεων του κτιρίου.
Μετά από διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου, που είναι μεγάλος, η μελέτη προβλέπει ότι μπορεί να δημιουργηθεί ένα δημοτικό θερινό σινεμά αλλά και ένα υπαίθριο θέατρο στο οποίο θα μπορούν να φιλοξενούνται παραστάσεις, συναυλίες κι εκδηλώσεις επαγγελματικές αλλά και του δήμου, φορέων και σχολείων της περιοχής.
Τέλος, μέσω φωτισμού, θα γίνει ανάδειξη του κτιρίου, προβάλλοντας την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική του.


Η εισήγηση ολόκληρη εδώ:
http://www.volos-city.gr/Images/%CE%98%CE%95%CE%9C%CE%91%2022%20%2028_9_2012.pdf                          

Δευτέρα 13 Ιουνίου 2011

Νεοκλασικά αρχοντικά των αρχών του 20ου αιώνα στα Άνω Λεχώνια


ΓΕΝΙΚΑ:
Με την προσάρτηση της Θεσσαλίας στο Ελληνικό κράτος το 1881, έχουμε επικράτηση του νεοκλασικισμού και στο χώρο του Πηλίου, αφού αυτός ο ρυθμός αρχιτεκτονικής ήταν ο επίσημος του ελληνικού κράτους.
Τα σπίτια της περιόδου αυτής είναι διώροφα ή και τριώροφα και στεγάζονται με ξύλινες στέγες καλυμμένες με κεραμίδια βυζαντινού ή γαλλικού τύπου.
Οι όψεις τους είναι πλούσια διακοσμημένες με παραστάδες, επίκρανα, κορνίζες που πλαισιώνουν  τα ανοίγματα, οριζόντιες ταινίες που μιμούνται επιστήλια, ζωφόρους, τρίγλυφα κ.λ.π.
Πάντα, πάνω από την κεντρική είσοδο  ή και πάνω από την πλευρά της θέας, υπάρχουν μικρά μαρμάρινα μπαλκόνια που στηρίζονται σε λιθανάγλυφα φορούσια συνήθως διακοσμημένα. Αυτά προστατεύονται από περίτεχνες σφυρήλατες και πολλές φορές χυτές σιδεριές με μοτίβα νεοκλασικά.
Τα γείσα της στέγης (κρηπίδες), τα οποία προεξέχουν ελαφρά από τον κορμό του κτηρίου, είναι διακοσμημένα με τραβηχτές ταινίες λείες και οδοντωτές,
Η κάτοψη των σπιτιών αυτών οργανώνεται με απόλυτη συμμετρία και τη θέση της ευρύχωρης σάλας του ισογείου αντικαθιστούν στενότεροι διάδρομοι που καταλήγουν στις ξύλινες σκάλες.

Στις πλούσιες κατασκευές αυτής της περιόδου 
έχουμε εσωτερικό διάκοσμο από γύψινα, 
ζωγραφιές στους τοίχους και στις οροφές με θέματα διάφορα.
Τα νεοκλασικά κτήρια της χρονικής αυτής περιόδου περιβάλλονται από κήπους ευρύχωρους διακοσμημένους με πλακόστρωτα και παρτέρια. Έχουν σιντριβάνια, κρήνες, πέργκολες καθώς και φοίνικες εκατέρωθεν των εισόδων.
Τα αρχοντικά άρχισαν να κτίζονται από πλούσιους Έλληνες βολιώτικης καταγωγής. Αυτό άρχισε να γίνεται στα τέλη του 19ου αιώνα, όταν άρχισε η σιδηροδρομική σύνδεση του χωριού με το Βόλο. Θεώρησαν τα Λεχώνια προάστιο της πόλης -όπως πράγματι είναι- και τα παρομοίασαν με την Κηφισιά, που κι εκεί είχαν τότε τα εξοχικά τους οι πλούσιοι Αθηναίοι. Η συγκοινωνία διευκόλυνε τις μετακινήσεις, αλλά επίσης η ομορφιά και το κλίμα του τόπου που ήταν και είναι απαράμιλλα. Αυτά βρίσκονται σήμερα σε καλή κατάσταση και είναι.: του Σαράφη (το παλιότερο), του Χατζηκυριαζή, του Κοντού, του Νικολαΐδη-Κασιόπουλου, του Αποστολίδη-Καλαμακιώτη