Κατά την ιδίαν πεδινήν οδόν μίαν ώραν προβαίνοντες (απὸ το Βόλο), ερχόμεθα εις τα Λεχώνια. Αυτά κείνται επί μιας με χωράφια, αμπέλους, κήπους νεραντζίων, κίτρων και άλλων διαφόρων οπωρίμων δέντρων φυτευμένης πεδιάδος...

(Νεωτάτη της Θεσσαλίας Χωρογραφία-Ιωάννης Αναστασίου Λεονάρδος, 1836)

Π Ρ Ο Σ Ο Χ Η ! Μπορείτε να αντιγράφετε κείμενα κ.ά. από το ιστολόγιο. Αυτό, ΔΕΝ αποκλείει αναφορά στην ΠΗΓΗ. - Φωτογραφίες άλλων να μην ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝΤΑΙ - Ιδιωτικά αρχεία να ΜΗΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝΤΑΙ.

Δευτέρα 27 Μαρτίου 2017

Η Βιβλιοθήκη των Μηλεών και πάλι

Η ιστορική Βιβλιοθήκη το 1954 -πριν τους σεισμούς. 
Φωτογραφία επίσης του φίλτατου εκ Μηλεών γιατρού
και εξαίρετου φωτογράφου κ. Γκαβαρδίνα, (
Theodoros Gavardinas )
με μηχανη AGFA BILLY 6X9

Η Βιβλιοθήκη των Μηλεών (ΕΔΩ) και πάλι με το αρχικό κείμενο του Ζωσιμά Εσφιγμενίτη- που προτείνει να μαζευτούν (στο Βόλο) όλες οι βιβλιοθήκες των χωριών σε μια καινούρια βιβλιοθήκη...

[ Τη 5 του παρελθόντος μηνός Ιουλίου μεταβάς εις την Κωμόπολιν των Μηλεών επεσκέφθην και την βιβλιοθήκην αυτής• εισελθών δε εις την αίθουσαν της  βιβλιοθήκης και ατενίσας τους οφθαλμούς άνω των θυρών των δωματίων ανέγνων επί τινος  αυτών την επιγραφήν «Ψυχής Άκος» εισελθών δε εις το δωμάτιον είδον τα υπολειφθέντα και διαφυγόντα τας ιεροσύλους χείρας  βιβλία φύρδην μίγδην κείμενα.
Η βιβλιοθήκη, αύτη, ότε απέθανεν ο μακαρίτης Γρηγόριος Κωνσταντάς (1843 Αυγούστου 6) ηρίθμει, κατά το λέγειν των γινωσκόντων τα κατ’ αυτήν 7000 τόμους, ήδη δε μόλις αριθμεί 2500 (α) και ούτοι καθ’ εκάστην φθείρωνται, και μετ’ ου πολύ όταν το ετοιμόρροπον κατάστημα της βιβλιοθήκης καταρρεύση θ’ αφανισθώσι δι’ αρπαγής ή κλοπής και η βιβλιοθήκη αποσυντεθή εις τα εξ ων συνετέθη. Όθεν ευχής έργον είναι, καθ’ ημάς, αι κοινότητες της επαρχίας ημών Μηλεών, Ζαγοράς,  Αργαλαστής, Μακρυνίτσης και άλλαι αίτινες έχουσι μικράς βιβλιοβήκας συσκεφθώσι και αποκαταστήσωσι νόμιμον και καvovικήv βιβλιοθήκην εν Βολω, ως πρωτευούσης της επαρχίας, ήτις να είναι κατά τον νόμον προσιτή εις πάντα. Αν ήδη μένωσιν ως έχουσι σήμερον, ουδέν όφελος θα παρέχωσι «θησαυρός κεκαλυμμένος και σοφία κεκρυμμένη», λέγει τις Σοφός, ουδέν παρέχουσι, διότι εισίν απρόσιτοι. Αν τούτο κατορθωθή τη συνεργεία των κοινοτήτων και δημάρχωv της επαρχίας κα των διεπόντων αυτήν, τότε και άλλοι θα αφιερώσωσι τας ιδιωτικάς αυτών βιβλιοθήκας, ομοίως και εγώ αφιερώ την μικράν μου βιβλιοθήκην.
---------------------------
(α) Μεταξύ των εντύπων 2500 τόμων υπάρχουσι και πολλά χειρόγραφα και ανέκδοτα του παρελθόντος και του παρόντος αιώνος •προς τούτοις και αρκετή αλληλογραφία του αοιδίμου Κωνσταντά. Εκ των χειρογράφων τούτων  και εκ της αλληλογραφίας πολλά εισίν άξια μελέτης και δημοσιεύσεως, και επειδή η κοινότης Μηλεών αδυνατεί να δημοσιεύση αυτά ή λόγω οικονομίας ή λόγω αδιαφορίας και ασυμφωνίας των διεπόντων τα του δήμου, αν έχη την καλήν διάθεσιν, αναλαμβάνω εγώ την δημοσίευσιν αυτών εκ διαλειμμάτων […] Υπάρχουσι και εν τινι επισήμω οικία των Μηλεών διάφορα χειρόγραφα και βιβλίον τι πολυσέλιδον εις τέταρτον περιέχον εννέα ετών εμπορικήν αλληλογραφίαν καλώς τακτοποιημένην από του 1793 μέχρι του 1802 […]    εν πολλαίς των επιστολών αυτών είδον αναφερόμενα τα ονόματα του Α. Γαζή και του Γ. Κωνσταντά και είμαι βέβαιος ότι περιέχουσι πολλά τα ενδιαφέροντα […]
                                                       (ΠΡΟΜΗΘΕΥΣ Αύγουστος 1893, τεύχος ΝΒ΄)

Κυριακή 19 Μαρτίου 2017

Πηλιορείτες κοτσαμπάσηδες και Επανάσταση

Για σήμερα ανάγνωσμα σχετικό με τους κοτσαμπάσηδες του Πηλίου στα χρόνια της Επανάστασης. (Αυτοί είχαν πολλά να χάσουν, αντίθετα με το λαό που θα έχανε τη σκλαβιά του! )
Πηλιορείτες προύχοντες (Αγήνωρ Αστεριάδης)
Είναι κείμενο του Γιάνη Κορδάτου, στην ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΕΧΝΗΣ της 25 Μαρτίου 1955, σελ. 167-8. 

[…] Θα κλείσουμε όμως το σημείωμά μας με τα προδοτικά φερσίματα μερικών κοτζαμπάσηδων του Πηλίου. Εκεί άρχισε η Επανάσταση στις 7 του Μάη 1821. Δεν κράτησε όμως παραπάνω από ένα μήνα γιατί οι προύχοντες αντιδράσανε από την πρώτη μέρα. Αν κρατούσε η Επανάσταση στον Κίσσαβο και στο Πήλιο και παράλληλα ξεσηκώνονταν τον ίδιο καιρό τα χωριά του Ολύμπου, η Νιάουσα η Βέρροια οι Σέρραις και η Χαλκίδα, η ανταρσία του Αλή Πασά στην Ήπειρο δε θάσβυνε. Έτσι ο Μωριάς και η Ρούμελη θα μπορούσαν να οργανώσουν ταχτικό στρατό και να δώσουν αποφασιστικό χτύπημα στους Τούρκους.
Οι προύχοντες όμως της Θεσσαλίας, της Μακεδονίας και της Εύβοιας αντιδράσανε. Μόνο σε μια γωνιά τού Πηλίου στην περιοχή του Τρίκερι βάσταξα η φλόγα της Επανάστασης ως το 1823. Μα έσβυσε από το φιλοτουρκισμό των κοτζαμπάσηδων και του ανώτερου Κλήρου.
Στην Εθνοσυνέλευση του 1823 και στη συνεδρίαση της 25 Μάη διαβάστηκε αναφορά σταλμένη απ’ τους πατριώτες του Πηλίου που μαζί με άλλα έλεγε και τόνιζε πως ο κοτζαμπάσης της Ζαγοράς Κασσαβέτης, της Δράκιας Λογοθέτης, του Κατωχωριού Στίβας, παρακινούσαν τους επαναστάτες Πηλιορείτες να παραδώσουν τα όπλα και να υποταχθούν. 
Κι’ επειδή οι πατριώτες δεν τους άκουσαν, οι προδότες αυτοί κατέβηκαν στο Κάστρο του Βόλου, οπλίστηκαν και μαζί με τους άλλους φιλότουρκους χτύπησαν τα επαναστατημένα χωριά. (βλ. Αρχεία Ελλην. Παλιγγενεσίας τ. 5΄. 45-46). 
Τον ίδιο καιρό και ο αρχηγός των Επαναστατών του Τρίκερι Καρατάσος έγραφε στην Ελληνική Κυβέρνηση :
«...Επειδή αυτοί (οι κοτζαμπάσηδες) ετυφλώθησαν και τους οφθαλμούς των εκάμμυσαν• και τι λέγω, βοήθειαν εις ημάς και δεν λέγω ζημίας φανεράς, όπου τα στρατηγήματα των εχθρών γίνονται δι’ αυτών, των Οθωμανοφρονούντων Θετταλομαγνήτων;» (Π ε ρ ρ α ι β ο ύ: Απομνημονεύματα, Β,18). 
Υπάρχουν όμως και άλλα κείμενα. Ένας πατριώτης απ’ τα χωριά του Πηλίου γράφει στον αδερφό του που ήταν στην επαναστατημένη Ελλάδα.
«… Όσοι των Ελλήνων εφωτίσθησαν απ’ το πνεύμα τού πατριωτισμού και της ελευθερίας, αυτοί καταφρονήσαντες τα πάντα άδραξαν προθύμως τα όπλα και εκινήθησαν ενάντια των Τούρκων... Όσοι έμειναν αφώτιστοι —απ’ τους προύχοντες— οι τοιούτοι ούτε όπλα έδραξαν, ούτε κανένα χρήσιμον έδειξαν εις το Γένος, αλλ’ ευρίσκονται εισέτι ραγιάδες με άκραν την ευχαρίστησιν τυραννούμενοι υπό του (τουρκικού) ζυγού. Οι τοιούτοι ωστόσο παρηγορούνται αναμεταξύ των με ταύτα τα λόγια: «Εμείς εκάμαμε καλά, όπου δεν εσηκωθήκαμεν να λάβωμεν όπλα, επειδή αύτη η δουλειά όπου έκαμαν οι Έλληνες δεν είναι καλή, αυτή είναι κλέφτικη και όχι βασιλική...»
Άλλος πάλι πηλιορείτης στιγμάτιζε τους κοτζαμπάσηδες του Πηλίου γράφοντας:
«...Σεις μερικοί πώς εξεπέσατε να γίνατε έσχατοι ; τους οποίους σας ήξευρα κατά τούτο ως πρώτους (νοικοκυραίους) όταν ήμην εις αυτά τα μέρη ακόμη. Τι δυστυχία μεγάλη. Οι υιοί των γελαδαρέων και αστών και γεωργών έτρεξαν ταχύτερον απ’ τους υιούς των πλουσίων και αρχόντων εις τούτο το μέγα δείπνον της κοινής ημών μητρός. Και αυτοί (οι φτωχοί) προσπαθούσαν να την βγάλωσι απ’ τον βόρβορον καί να την παστρέψωσι με το αίμα των. Δεν είδες συ ο ίδιος κάν οφθαλμοφανώς τοσούτους και τηλικούτους νέους και γέροντας να πολεμούν εν ανδρεία ψυχής και αγαλλιάσει με τους κυρίους σας Οθωμανούς εις τον κατά Τρίκερι πόλεμον; οι οποίοι ηφάνισαν (1) σχεδόν δύο χιλιάδας εχθρών ;...»
------------------
1. Τα παραπάνω κείμενα είναι χειρόγραφα και βρίσκονται στη χειρόγραφη Συλλογή: Ο ι κ ο ν ό μ ο υ Ι ω ά ν ν ο υ Λαρισαίου, που την κατέχει σήμερα ο γιατρός Γιάννης Αντωνιάδης.

Πέμπτη 16 Μαρτίου 2017

Τρικεριώτες και Κριεζής

«Ιστιοφόρα σε λιμάνι»
Μποκατσιάμπης Βικέντιος (1856 - 1933)
Άγνωστες (σχεδόν) ιστορικές σελίδες υπάρχουν πάμπολλες και δεν διδάσκονται ποτέ στα σχολεία μας. Για σημερα και ενόψει της Εθνικής Επετείου, ένα απόσπασμα από τον Αντ. Δ. Κριεζή και το Ημερολόγιό του για τους Τρικεριώτες (όχι αγωνιστές -που υπάρχουν αρκετοί από αυτούς) που είδαν την Επανάσταση ως ...πλιάτσικο!
«Ο ναύαρχος Κριεζής»
Κριεζής Ανδρέας (1813 - μετά το 1877)
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ ΤΟΥ ΑΡΧΗΓΟΥ ΚΡΙΕΖΗ
(Γκιορνάλε δια την ανεξαρτησίαν του Έθνους).
1821. Απριλίου 28. Ύδρα
Ανεχωρήσαμεν διά την ανεξαρτησίαν του Ελληνικού έθνους.
[…] απεχαιρετίσθημεν και ανεχώρησεν  ο καθείς εις τον δρόμον του• ήρχισε να αλλάζει ο καιρός μπάτης και εις τας 3 Μαΐου εφθάσαμεν εις Σκιάθον, εις τας 4 εις Τρίκερι• αγκυροβολήσαμεν.
Εβγήκα έξω με την μεγάλην λέμβον με 70 ναύτας μου.
Ήλθον οι προύχοντες του τόπου με τους εμποροπλοιάρχους και με υπεδέχθησαν με εσυντρόφευσαν εις την Κατζελαρίαν τους (=διοικητήριο) •  τους ώμίλησα πολλά διά την ανεξαρτησίαν και δεν ηθέλησαν να με ακούσουν• εις το ύστερον ήρχισα και με φοβέραις και άλλα. Ευθύς τους υπεχρέωσα και έρραψαν και σημαίας με σταυρούς και ύψωσαν εις την Κατζελαρίαν τους και τα πλοία των •και με κανονιοβολισμούς• κα­θώς και εγώ τους έρριψα 25. Τους ώρκισα.
Εκεί όπου είμαστε βλέπω και παρουσιάζεται εμπρός μου αρχηγός με 15 οπλο­φόρους• με φωνάζει αν έχη την άδειαν να έμβη να με ιδή• εσηκώθην μόνος μου και τον έπιασα από το χέρι και τον εκάθησα σιμά μου• τον ερωτώ τις είναι και τι ζητεί• με λέγει αν έχη το ελεύθερον να ομιλήση, του έδωσα την άδειαν• με λέγει:
— Κύριε αρχηγέ Κριεζή, εγώ έχω εδώ 10 ημέραις, όπου ζητώ ν’ αναχωρήσω διά το πέρα μέρος του Ευρίπου [, εις το] Ξηροχώρι, διά να βαρέσωμε τους εχθρούς και οι κύριοι ούτοι με έχουν έως σήμερον εμποδισμένον και μήτε καΐκι μου δίδουν ν’ αναχωρήσω.
Και οι κύριοι Τρικεριώτες με είπον το εναντίον, και εκατάλαβα ότι είχε δίκαιον ο στρατιώτης […]
Βασιλεύοντος του Ηλίου εσηκώθημεν όλοι εις τα πανιά και επλεύσαμεν διά Τρίκερι και εφθάσαμεν εις τας 8 του Μαΐου. Ηγκυροβολήσαμεν.
Κάμνοντας τας τέντας του πλοίου, ήλθε το μεσημέρι και εκαθήσαμεν να γευματίσωμεν. Αγροικούμεν έξω εις τα Τρίκερι πυροβολισμούς και κανονοβολισμούς• στέλλω άνθρωπόν μου έξω με τήν λέμβον να ιδή τι τρέχει και επέστρεψεν ευθύς και φωνάζει :
— Τα συχαρίκια !
Ανέβην εις το κατάστρωμα και μοι λέγει ότι ήλθεν γράμμα από το Όρος γρά­φοντας ότι εις τας 2 Μαίου επάρθη η Κωνσταντινούπολις !
Ηρχίσαμεν και εκανονοβολίσαμεν […]
Μετά μισήν ώραν ήλθαν οι προύχοντες και πλοίαρχοι των Τρικέρων εις επισκεψιν•  τους υπεδέχθην τρατάροντας τους ως τους έπρεπεν•  ανεχώρησαν, και εις τας 3 ώρας μετά μεσημβρίαν έρχεται τρεχαν­τήρι από Ωραιούς, γράφοντας μου ότι από την Αγίαν Μαρίναν εμβαρκάρονται 600 Αλβανοί εις εν ιμβρίκιον διά τον Εύριπον.
Εκεί βλέπω πάλιν τους προύχοντας, να έλθουν εις απάντησίν μου• τους εδέχθην εις την κάμαραν •ηρχισαν να με παρακαλούν διά να τούς δώσω την ά­δειαν να εκστρατεύσουν με 4 πλοία τα μεγαλείτερά τους, από 9 χιλιάδας κοιλών• αμέσως τους την έδωσα, διορίζοντας τα δύο να έμβουν μέσα του κόλφου  Μόλου, τα δε άλλα δύο να έλθουν μαζύ μου, όπου εγώ υπάγω.
Εβγήκαν έξω διά να ετοιμασθούν, και έστειλαν και με ειδοποίησαν ότι τα ­ ετοίμασαν, αλλά όταν εκαλοβράδιασεν εβγήκαν εις τα πανιά, χωρίς ημείς να τους ίδωμεν.
Έστειλα την λέμβον να σηκωθούν τα δύο πλοία• ήλθεν η λέμβος και με λέγει ότι εβγήκαν και τα 4 διά τον Μόλον. Επίστευσα• εσαλπάραμεν(=σηκώσαμε άγκυρα) και ημείς• ηρχίσαμεν τον δρόμον μας διά την Αγίαν Μαρίναν. Μπονατζέβολας (= γαλήνιος) ο καιρός και πολλά ρεύματα• δεν ημπορούσαμεν να προχωρήσωμεν εις τα εμπρός.  Ήμουν ­ πάνω της Κουκιέτας ακουμβισμένος εις την ράνταν(=το προς την πρύμνη πανί) και όλος σεκλέτι(=ανησυχία) όπου δεν  είχαμεν καιρόν, και εκεί αγροικώ φωναίς, ως να εμάλωναν.[…]
— Τι φωναίς είνε, όπου αγροικώ ; Μου λέγει ότι, οι ναύται αδημονούν κατ’ εμού, και λέγουν, ότι ημείς καίομεν, γλυτώνομεν και οι αφωρισμένοι Τρικεριώταις  έπηγαν είς Ωραιούς και Ξηροχώρι διά να  λεηλατήσουν.
Προσκαλώ τους ναύτας• με βεβαιώνουν ότι: όσα σε λένε είνε αληθινά.
Ευθύς διορίζω να παρθή η βόλτα κατά την στεριά, εμβάζω και την γαλέραν και όλαις ταις βάρκαις και ετραβούσαν ρεμουλκιό εξ αίτιας του ολίγου αέρος και των ρευμάτων• διορίζω ένα ναύτην, να ανέβη εις το μεγάλο ιστίον και έτερον, εις το τουρκέτον(=το μπροστά κατάρτι) και τας κουρζέτας(=μέρος του καταρτιού) να  παρατηρήσουν αν φαίνωνται τα Τρικεριώτικα εις Ωραιούς. Ανέβησαν και μας φωνάζουν ότι τα πίπουλα(=πλήθος κόσμου) φαίνονται  μόνον.
Τέλος εφθάσαμεν και τα είδον αγκυροβολημένα. Εζώσαμεν τα άρματα, πε­ρίπου των 150, και εις χείρας τα τρομπόνια(=όπλα), εβγήκαμεν εξω, και ανέβημεν εις το χωρίον Ωραιούς. Ήλθον οι του χωρίου γέροντες και ο ιερεύς τους Παπά Δημήτριος, έως ετών 60, ευλαβής• και με επροβόδισαν εις την κατοικίαν του ιερέως• τους ηρώτησα διά τους πλοίαρ­χους Τρικεριώτας. Αυτοί εφωναξαν ότι :
— Ο Θεός σε έφερεν, επειδή αυτοί οι θεοκατάρατοι είνε χειρότεροι από τους Τούρκους.
Άρχισαν άλλαις ομιλίαις έως να φθάσουν οι λησταί. […]
Επάνω της ομιλίας να και βλέπω με το κανοκιάλι από μακρυά και έρχονται οι λησταί με πυροβολισμούς και όσω επήγαιναν εζύγωναν• βλέπω τον κάμπον γεμάτον από γιδοπρόβατα, αγελάδας και ζώα φορτηγά, καμμία εξηνταριά, φορτωμένα. Και όταν εζύγωσαν και εί­δον το πλοίον αραμένον, ήρχισαν να δαιμονίζωνται.
Είχον ετοιμάση 10-15 βέργαις ροδιάς• είχον όλα τα πόστα(=στενά) και δεν ημπορούσαν μήτε να εναντιωθούν. Ήλθον εις το προαύλιον του παπά• τα προσώπατά τους ήτον ως τα λείψανα• τους επροσκάλεσα και ήλθαν μέσα εις την οικίαν όπου τους ήρωτησα:
— Διά πού εμείναμεν συμφωνοι ακολουθήσητε ;
 'Ερριχναν το σφάλμα τού ναύτου τους και άλλα μασκαραλίκια. Διορίζω ευθύς από έναν έναν, τους στρώνουν κάτω, τους κτυπώ από 50 ξυλιαίς εις τους  κ. . . . .
Εκεί αγροικώ φωναίς των γυναικών• προχωρώ από το παράθυρον και βλέπω ταις ταλαίπωραις γυναίκαις ξεσκούφωταις να φωνάζουν :
— Καπετάνιε, ο Θεός σε έφερεν εδώ ! γλύτωσέ μας τας δυστυχείς, διότι ήλθαν οι Τουρκοτρικεριώταις και μας ήρπασαν ό,τι και αν είχομεν εις τα όσπίτια μας, όλα μάς τα επήραν, τα σκυλιά.
Τότες ήρχισα δέρνοντας και από τής πλάταις, κεφάλια, ως τους έπρεπεν.
Εβγαίνω εύθύς έξω, βλέπω και έρχονται σιμά μου περίπου των 30 Τουρκοπούλαις• πέφτουν εις τα ποδάρια μου κλαίοντας και θρηνούντας να ταις ελευθερώσω, διότι ταις επήραν με το ζόρι οι Τρικεριώταις. Εγώ ταις εθάρρυνα και ας μη φοβηθούν• και πάλιν εγύρισα να κτυπώ. Τέλος προσκαλόντας τας πτωχάς οθωμανίδας ταις εφιλοδώρησα 15 μαχμουντιέδες(=τούρκικα νομίσματα)  είπον και ταις πτωχαίς Ρωμαίισαις και έβαλον επιστάτας διά να δώσουν της κάθε μιας τα ιδικά της• τα ηύραν όλα, καθώς ζώα και γιδοπρόβατα, και έμειναν μόνον των Τουρκών, τα όποια επαράδωσα του ίδιου ιερέως του χωρίου διά να εύρη βο­σκούς να τα φυλάγουν, έως να έβλεπα που ήθελε τρέξη το πράγμα. Εδιαλέξαμεν 150 κριάρια και τραγιά και επήγαμεν εις το πλοίον• έδιωξα ευθύς τα 4 πλοία, λέγοντας τους: μην τύχει και δοκιμάσουν πάλιν καμμίαν εκστρατείαν τοιαύτην, διότι ύστερον θέλω τους καύ­ση και τα πλοία τους.
Ανεχώρησαν εντροπιασμένοι […]

(Αντιγραφή σε μονοτονικό από Περιοδικό ΕΒΔΟΜΑΣ, τεύχη  3 & 4, 21 & 28-1-1889)


Σάββατο 11 Μαρτίου 2017

Μάρτιος 1854

Χρόνης Μπασδέκης VS Τούρκων και Άγγλων 

 «Κατά το έτος 1854 εξήλθον με 800 μαχίμους άνδρας προς απελευθέρωσιν των πασχόντων και στεναζόντων συμπολιτών μας […] εις τας μάχας Πλατάνου και Αλμυρού  […] εις τας μάχας  εν Μαλεσιάτικα, αντικρύ του φρουρίου Βώλου […] εις θέσιν Μπαξέδες πλησίον του φρουρίου Βώλου»  (εφημ. ΕΘΝΙΚΟΝ ΜΕΓΑΛΕΙΟΝ, Βώλος 1881) λέει μεταξύ άλλων ο  Χρόνης Μπασδέκης για την «άτυχη» Πηλιορείτικη Επανάσταση της άνοιξης του 1854.(Έχουμε και παλιότερα αναφερθεί ΕΔΩ
Όμως είναι σχεδόν άγνωστη η αλληλογραφία του με τον Τούρκο διοικητή του Αλμυρού Χουσεΐν Αγά, αλλά και τον Άγγλο καπετάνιο του ατμοκίνητου πολεμικού Σπιτφάερ. Και βέβαια οι Άγγλοι τότε ήταν σύμμαχοι της Τουρκίας, όπως διαβάζουμε στη «Νεωτάτη Γενική Ιστορία» Δ΄ συμπληρωματικός τόμος – Γεωρ. Κρέμου - Εν Αθήναις 1890 -σελίδες 1126.
«Ο πρέσβυς της 'Αγγλίας διεύθυνε προς τους εν Τουρκία Άγγλους προξένους εγκύκλιον,  ης εκήρυττεν ότι η τε Αγγλία και Γαλλία ήσαν σύμμαχοι της Τουρκίας και ότι ουδεμίαν προστασίαν παρέξουσι τοις εν Τουρκία Έλλησιν και ότι, εάν η Τουρκία κηρύξη πόλεμον τη Ελλάδι, οι εν Τουρκία Έλληνες υποστήσονται πάντα τα δεινά του πολέμου…»
Ας δούμε (σε μονοτονικό) αυτές τις επιστολές δίνοντας προσοχή στις απαντήσεις του πηλιορείτη  οπλαρχηγού Χρ. Μπασδέκη όπως ήταν δημοσιευμένες στην αθηναϊκή εφημερίδα ΑΙΩΝ της 20ης Απριλίου 1854:

Α) Επιστολή του Τούρκου στον Μπασδέκη:
Φίλε Καπετάν Χρόνη Μπασδέκη
Εν Αρμυρώ, τη 8 Μαρτίου 1854
Προ ημερών επληροφορήθημεν θετικώτατα, ότι μερικό στρατιώται και πολίται Έλληνες, εξελθόντες εις το κράτος μας, ήρπαξαν μερικά πρόβατα, τα οποία έως και σήμερον κατακρατείτε. Το κίνημά σας αυτό στοχαζόμεθα, ότι δεν είναι καλόν. Εκτός τούτου μανθάνομεν, ότι αναγανδόν ευγήκες και κατέλαβες το χωρίον Δερμώνα, το οποίον, ως γνωρίζεις, είναι της Τουρκικής επικρατείας. Περί όλων αυτών των ατόπων κινημάτων σας να μας απαντήσητε προς οδηγίαν μας. Σας εσωκλείομεν και γράμμα υπό του Εξοχ. Κομανδάντε του Βασ. Αγγλικού ατμοπλοίου, Σινιόρ Σπρατ, το οποίον, αφ’ ου αναγνώσητε, στείλετε απάντησιν, διότι προσμένει άνθρωπός του εδώ επίτηδες.
Ο φίλος σας 
ΧΟΣΕΪΝ ΚΟΥΤΣΟΥΚΟΣ
Μουδήρης Αλμυρού

Β) Επιστολή «Εκ του πολεμικού ατμοκινήτου Σπιτφάιερ τη 7 (19) Μαρτίου 1854» στον Μπασδέκη:
Κύριε Καπετάνε!
Επληροφορήθην παρά των Αρχών Αρμυρού, ότι συμμορία ενόπλων, υπό την διοίκησίν Σας, διέβη τα σύνορα, τα χωρίζοντα τας χώρας της Α.Μ. του Βασιλέως της Ελλάδος και τας του Σουλτάνου, κατά την κοιλάδα της Σούρπης• και ότι καθείξατε το χωρίον Δερμώνα, ανήκον εις την επικράτειαν του Σουλτάνου προς τον σκοπόν να εξεγείρετε τους Ραγιάδας ή τους Χριστιανούς υπηκόους του Σουλτάνου. Κατά καθήκον, ως διοικητής του πολεμικού ατμοπλοίου της Α. Βρετ. Μ. Σ π ι τ φ ά ι ε ρ  ειδοποιώ υμάς, ότι η επίθεσις αύτη και η εξακολούθησις των επαναστατικών κινημάτων δύνανται να Σας φέρωσιν εις σύγκρουσιν με τας δυνάμεις της Α. Βρετ. Μ.
Ειμί υμέτερος ταπεινός θεράπων
(Υπογρ.)  ΣΠΡΑΤΓ

Γ) Απαντητική επιστολή του Χρ. Μπασδέκη στον Τούρκο μουδίρη(=κατώτερου αξιωματούχου επαρχιακής διοίκησης) του Αλμυρού:
Φίλε Κύριε Χουσεΐν Αγά
Έλαβον σήμερον την επιστολήν σου και είδον τα εν αυτή γραφόμενά σου. Κακώς, φίλε, σας επληροφόρησαν, ότι μετά τινων Ελλήνων και στρατιωτών της Κυβερνήσεως  της Α.Μ. του Βασιλέως της Ελλάδος εξήλθον εις την γην του Σουλτάνου. Όχι! Δεν έχει ούτω, το οποίον θα εσύμφερεν εις εσέ, αλλ’ έχει ως εξής, το οποίον σοι είναι βαρύ να ακούσης.
 Η από εσάς καταπάτησις των δικαίων μας και των απαραγράπτων δικαιωμάτων μας, η κατατυράννησις τοσούτων εκατομμυρίων αδελφών μας, εβίασαν ημάς τους Θεσσαλούς, Ηπειρώτας, Μακεδόνας, Θράκας κτλ. να εγκαταλείψωμεν και οικογενείας και τα πάντα εις την τύχην, και να δράξωμεν τα όπλα, απόφασιν μέχρις εσχάτης αναπνοής έχοντες να ελευθερώσωμεν τους αδελφούς μας.
Μη νομίζης, φίλε, ότι είναι τα παρελθόντα εκείνα μικρά κινήματα. Όχι! Όχι! Τώρα η Ελληνική σάλπιγξ ηχήσασα από Άρτης έφθασεν μέχρις ημών, και θέλει φθάσει πανταχού της Ελληνικής γης. Δι’ ο ως φίλος σου σου προτρέπω να σκεφθής καλώς, διά να δυνηθής ως εις την εσώκλιστόν μας προκήρυξιν λέγομεν, να χαίρεσε καθ’ όλην την έκτασιν τα δικαιώματα τα οποία χαίρεται πας Έλλην. Ταύτα σοι παραγγέλλω να είπης  εις τους φίλους μου Νουρδίν Μπεήν και Μέτσον.
Ο Οπλαρχηγός
Χρόνης Μπασδέκης

Δ) Τέλος η απαντητική επιστολή του Χρ. Μπασδέκη στον Άγγλο πλοίαρχο είναι η εξής:
Φιλέλλην Κύριε,
Έλαβον σήμερον το παρ’ υμών προς με διευθυνθέν γράμμα Σας, και είδον τα περί εμού γεγραμμένα. Ημείς, Κύριε, ούτε ληστρικώς εξερχόμεθα εις το Τουρκικόν έδαφος, ούτε στρατιώτας της Κυβερνήσεως  της Α.Μ. του Βασιλέως της Ελλάδος μαζή μας φέρομεν• αλλά πράττομεν, ότι έπραξαν οι συνάδελφοι ημών Ηπειρώται: τουτέστι τέκνα γνήσια της δυστυχούς και ταλαιπωρουμένης υπό του φρικτού Τουρκικού ζυγού της Θεσσαλίας, Μακεδονίας κτλ. όντες, και προσκαίρως εν τη ελευθέρα Ελλάδι παροικούντες, και της ελευθερίας το γάλα γευθέντες, δεν ηδυνήθημεν να υποφέρομεν βλέποντες την Πατρίδα ημών δούλην, και μάλιστα εν ω οι αδελφοί ημών Ηπειρώται γιγαντιαίοις βήμασι προβαίνουσιν εις την απελευθέρωσιν της πατρίδος αυτών• αλλ’ έπρεπε και ημείς να λάβωμεν τα όπλα.
Τα δίκαιά μας Κύριε, είναι μεγάλα και τόσον μεγάλα, όσον η δικαιοσύνη του Υψίστου. Αλλά και προώρισθαι, φιλέλλην Κύριε, κατά τον ΙΘ΄αιώνα η άλλοτε πολυπαταγούσα εν τω κόσμω Ελλάς, τινάζουσα τον βαρύν και μισόχριστον ζυγόν του Τουρκικού σκήπτρου, να σηκωθή και να ευεργετήση πάλιν την ανθρωπότητα.
Μάρτυς δε της υπέρ Πατρίδος ημών αποφάσεως έστω υμίν η εσώκλιστος προκήρυξίς μας. Εξ απάντων τούτων πεποίθαμεν, ότι δικαιούμεθα, και επομένως ουδείς άνθρωπος Χριστιανός θέλει κατηγορήση και μεμφθή τας πράξεις ημών, και μάλιστα υμείς οι Άγγλοι, οι τοσαύτας και τηλικαύτας περιποιήσεις και γενναίας συνδρομάς προσφέραντες εις την πρώτην επανάστασίν μας, εξ ου και πεποίθαμεν, ότι και κατά την παρούσαν επανάστασιν, ήτις κινείται μόνον και μόνον από τα δυσφόρητα της τυραννίας δεινά, θέλετε συνδράμει ημάς.
Τοιαύτα, Κύριε, τα κινήματά μου και όχι άλλως, ως εχαρακτήρισαν υμίν αυτά οι εχθροί μας.
Προς πλειοτέραν δε πληροφορίαν σας δύνασθε να πέμψετε πιστούς εδικούς σας, οίτινες ιδίοις όμμασι να ίδωσι και πιστώς πληροφορήσωσιν υμάς.
Μένω δε με το ανήκον σέβας προς την φιλελληνικήν σας Εξοχότητα.
Ο Οπλαρχηγός
Χρόνης Μπασδέκης


Στις 16 Μαΐου η Ελληνική Κυβέρνηση εξαναγκάστηκε (μετά από αποκλεισμό) να υπογράψει συμφωνία και να επιστρέψουν οι επαναστάτες απ’ το τότε «ελληνικό» στα… σπίτια τους!  

Τετάρτη 8 Μαρτίου 2017

Κόραι του Βώλου και του Πηλίου

«Κυρίες της αστικής τάξης» φωτογραφισμένες στα ΄Ανω Λεχώνια
στο αρχοντικό Νικολαΐδη. Αρχείο ΔΗΚΙ Βόλου.

«Κυρίες της αστικής τάξης» φωτογραφισμένες από τα ΄Ανω Λεχώνια
με φόντο το Καραμπάσι (Αγ. Βλάση). Αρχείο ΔΗΚΙ Βόλου
 «Γυναίκα του Μεσοπολέμου» φωτογραφία Κ. Ζημέρη.
 Αρχείο ΔΗΚΙ Βόλου.

Ημέρα της Γυναίκας σήμερα κι ας δούμε τι έγραφε (ο Μπλουμ) στην Πολιτικοσατιρική Εφημερίδα του Βλάση Γαβριηλίδη ΜΗ ΧΑΝΕΣΑΙ, αριθ. 218, στις 15 Νοεμβρίου 1881, για τις γυναίκες που συνάντησε στο Βόλο. 

Φαίνεται, βέβαια,  πως ο τότε συντάκτης είχε κατά νου μόνον τις πλούσιες αστές Αθηναίες και Χαλκιδέες και μάλλον πρώτη του φορά έβλεπε «τυραγνισμένι(ε)ς» Πηλιορείτισσες! Θαρρώ πως αν έγραφε σήμερα, δεν θα έβλεπε διαφορά... 
[…] Υπεσχέθην να γράψω την αλήθειαν, ω κόραι του Βώλου και του Πηλίου, ώστε θα μοι συγχωρήσητε την αμαρτίαν την εκ της ειλικρίνείας μου. 
Το ωραίον εν γένει φύλον του διαμερίσματος τούτου είναι άσχημον• και το λυπηρόν είναι ότι και το μέλλον του, ήτοι η επερχομένη γενεά, δεν διαφέρει του παρόντος. Είδον χιλιάδας γυναικών και νεανίδων, αλλά καλλονήν δεν είδον. Αι εν Βώλω φορούσι βαρυτίμους ενδυμασίας, δεικνύουσαι τοιουτοτρόπως την ευπορίαν των, αι Πηλιώτιδες δε απλουστέρας και ποικίλας. Αι πλείσται έχουσι κόμην ξανθήν άφθονον, οφθαλμούς μαύρους και τα χρώματα του προσώπου ζωηρά• αλλά το πρόσωπον, η ρις, τα μήλα των παρειών και η κεφαλή εισί μαλλον σουβλερά. Παραδόξως το στήθος των δεν έχει ουδεμίαν ανάπτυξιν, ή μαλλον στερούνται κόλπου ον τοσούτον εξύμνησαν οι περί την γυναίκα καταγίναντες. Το ανάστημά των είναι μαλλον κομψόν, οι δε πόδες ;
Εις τους πόδας τρέφω εξαιρετικήν αδυναμίαν […]
Οι πόδες λοιπόν, η ηώς αύτη των βολιωτίδων, είναι μεγάλοι, τα δε υποδήματά των οιουδήποτε είδους και κατασκευής πάντοτε φ ι ο γ κ ο φ ό ρ α.
Περί της ρ ι ν ό ς των, φίλος συμπλωτήρ μοι έλεγεν ότι αύτη κατέχει εν τω προσώπω, οίαν θέσιν το κωδωνοστάσιον της εν Αθήναις Ζωοδόχου Πηγής προς τον όλον ναόν. Δύναται τις δε να είπη, όχι η ρις του προσώπου, αλλά το πρόσωπον της ρινός. Πλην αλλ’ όμως εν τω μέσω της πληθύος διέκρινα και νεάνιδας καλάς το είδος, αλλ’ ήσαν μία ή δύω, «είς δε και μόνος κούκος δεν φέρει την άνοιξιν». […]

                                                                                                               ( Μπλουμ )

Δευτέρα 6 Μαρτίου 2017

Συνεταιρισμοί

Οι παλιότεροι Συνεταιρισμοί της Μαγνησίας
1)  Τέλος του 1900- αρχή 1901 ιδρύθηκε το «Μετοχικόν Γεωργικόν Ταμείον Αλμυρού» (Μετοχικός Σύλλογος). Ήταν ο πρώτος «συνεταιρισμός» στον τόπο μας, τύπος σωματείου αφού δεν υπήρχε τότε νομοθεσία για συνεταιρισμούς. Είχε αρχικά 35 γεωργούς μέλη και η συμ-μετοχή ήταν σε σιτάρι! Στα 1910 είχε 87 μέλη. Μεγάλη εξέλιξη ήταν στα 1911, η αγορά 2 αλωνιστικών μηχανών, καταπληκτικό συνεταιριστικό κατόρθωμα!, Στα 1914 τα μέλη έγιναν 160. 
Με το ΦΕΚ 118/1.4.1915 γίνεται «Γεωργικός Πιστωτικός Συνεταιρισμός Αλμυρού» Συν. ΠΕ.
2)  Με το ΦΕΚ Α΄ 163/2-7-1911 ιδρύθηκε ο «Κτηματικός Σύλλογος Βυζίτσης» Χείρων ο Κένταυρος. Σκοπός του η προαγωγή της γεωργίας, η σύσταση αγροκηπίου, η τόνωση της κτηματικής πίστεως, η γεωργική μόρφωση κλπ.
3)  Στις 17-9-1915 ιδρύθηκε ο «Συνεταιρισμός  πωλήσεως οπωρών Λεχωνίων Καραμβασίου» Συν. Π.Ε. (γνωστός ως ΣΠΟΛΚ) (ΕΔΩ),  με τιμή μετοχής δρχ 40,  διπλάσια ευθύνη και μέλη 98.  
4)  Στις 27-10-1916 «Συνεταιρισμός πωλήσεως γεωργικών προϊόντων Ζαγοράς» Συν. Π.Ε., με τιμή μετοχής δρχ 100,  ευθύνη δεκαπλάσια και μέλη 199. Φέτος αισίως γιορτάζει τα 100χρονα από τη ίδρυσή του!
5)  Στις 9-3-1916 ιδρύθηκε ο «Γεωργικός Πιστωτικός Συνεταιρισμός Σούρπης» Συν. Π.Ε., με μερίδα δρχ 100 και μέλη 50.
6)  Πριν το νόμο 602/1915 του Βενιζέλου «Περί Συνεταιρισμών» ιδρύθηκαν επίσης ο «Συνεταιρισμός Αγίου Γεωργίου Φερών» και ο  «Μετοχικός Ελαιουργικός Συνεταιρισμός Σκιάθου»

Παρασκευή 3 Μαρτίου 2017

Περί Αγίων Θεοδώρων Βόλου

Ο Δημήτριος Τσοποτός σε επιστολή του στη ΘΕΣΣΑΛΙΑ ζήτησε από κάποιους Βολιώτες πληροφορίες για το ναό των Αγ. Θεοδώρων στα Παλιά του Βόλου
Στη 1-8-1924 στην ίδια εφημερίδα ο Περικλής Μαργαρίτης απάντησε με επιστολή του γράφοντας όσα γνώριζε. Είναι πληροφορίες σχετικά άγνωστες στο ευρύ κοινό: 

[ Σχετικώς με την περί Αγίων Θεοδώρων παράδοσιν διατελώ εις ευχάριστον θέσιν κατά το εφικτόν να ικανοποιήσω.
Εκτός της εις προγενεστέρους χρόνους υπαρχούσης παραδόσεως παρά τοις γεροντοτέροις αφηγουμένοις ότι μετ΄ευλαβείας οι οθωμανοί του Κάστρου του Γόλου έκαιον κανδύλην επί του τόπου ένθα νυν υπάρχει το ιερόν των Αγίων Θεοδώρων, αλλά και εγώ εξ ιδίας αυτοψίας κατά τινα εκείσε παιδικήν μου επίσκεψιν την κανδύλην εκεί που ανηρτημένην• καθ’ ην εποχήν μάλιστα περίκλεισται ήταν αι οικίαι των Οθωμανών εκ του περιβάλλοντος αυτάς τείχους του φρουρίου, όπερ αργότερον κατεδαφίσθη, ρυμοτομηθέντος και του διαμερίσματος εκείνου της πόλεως.
Το ολίγον τότε παιδικόν ενδιαφέρον μου περιωρίσθη εις απλήν ερώτησιν προς οθωμανίδα παιδίσκην διά την αιτίαν της καιομένης κανδύλης, έμαθον δε παρ’ αυτής ότι εκεί έκειτο «βακούφ».
Ταύτα λοιπόν εξ ιδίας αυτοψίας και παλαιάς παραδόσεως.
Αλλ’ όμως λεπτομερέστερον και σαφέστερον αφηγήσομαι κατωτέρω δι’ την περί ου ο λόγος υπόθεσιν όπως μοι αφηγήθη ο έτι ζων εκ Κατηχωρίου εννενηκοντούτης γέρων Απόστολος Κυρίτσης, όστις εγκατασταθείς εν έτει 1864 και εντεύθεν εις Παλαιά Μαγαζεία, συχνά δε εισερχόμενος εν τω φρουρίω πάντοτε έβλεπεν εκ της οδού την ανηρτημένην κανδύλαν μετ’ εικόνος των Αγίων Θεοδώρων εις βάθος διαδρόμου τινός στενοτάτου.
Επιπροσθέτως δε με αφηγήθη ο ειρημένος Κυρίτσης ότι και μέγας περίφρακτος χώρος εκ σανίδων υπήρχε, θεωρούμενος ως ιερός. Έξωθεν δε του περιφράγματος εγκαθίσταντο ενίοτε Αθίγγανοι, εργαζόμενοι τα γνωστά υπαίθρια έργα των.
Τον χώρον τούτον και την κανδύλαν επεμελείτο οθωμανός τις ονόματι Σαλή αγάς. Ίσως τούτο εγίγνετο  κατ’ επιταγήν της Οθωμανικής κοινότητος του Κάστρου.
Δεν είναι δε μοναδική περίπτωσις αυτή της ευλαβείας των Οθωμανών προς τα ημέτερα ιερά, διότι παρομοία τοιαύτη συμβαίνει να ήνε και παρά τα Φάρσαλα οθωμανικήν μονήν, την γνωστήν υπό το όνομα «Τεκές». Και εκεί ως γνωστόν τη επιμελεία της μονής καίει ακοίμητος κανδήλα προ της εικόνος του Αγίου Γεωργίου.   
Ύστερον κατά την αλλαγήν των καθεστώτων, προκειμένου να ανεγερθή ο σημερινός ναός των Αγίων Θεοδώρων και ετοιμαζομένου του χώρου διά την οικοδομήν, απεκαλύφθη εις βάθος ναός  μέγας κατ’ έκτασιν. Οι κατακείμενοι βαρύτατοι κίονες και κιονόκρανα επί λαμπρού δαπέδου, εστρωμένου εκ ποικιλοχρόων μαρμαρίνων πλακών, εμαρτύρουν υπάρξαντα ναόν μεγαλοπρεπή και πλούσιον της αρχαίας μεν θρησκείας, μεταβληθέντα δε ως εικός, εις χριστιανικόν τοιούτον εις άγνωστον περίοδον. Φαίνεται δε ότι εις την περίπτωσιν αυτήν οι μεταποιήσαντες τον ναόν δεν προέβησαν εις την γενικήν καταστροφήν του, κατά την τότε συνήθη προτίμησιν των μεταποιητών χριστιανών, οίτινες πολύ αφελώς κατεδάφιζαν τα λαμπρά εκείνα κειμήλια επί τοσούτον μάλιστα λόγω χάριν καταδαφίζετο είς Παρθενών και ανεγείρετο μία Καπνικαρέα. Τοσούτω απλούν εθεωρείτο παρά τοις τότε χριστιανοίς.
Ανάβαθρα δε εκ μαρμάρου ήγόν τινα τις οιδε επί τινος δόμου του ναού.
Ετέρα κλίμαξ κατήρχετο εις στοάν, χρησιμεύσασαν ως αποθήκη πυρίτιδος εις τους Οθωμανούς, εκ της ευρεθείσης εκεί αποσυντεθειμένης τοιαύτης.
Εκ τούτων των αποκαλυφθέντων, όσα ήσαν ικανά προς απαγωγήν, απήχθησαν φιλοτίμως παρά των εργολάβων της οικοδομής, των λοιπών καταχωσθέντων και πάλιν επί τόπου διά το δυσμετακόμιστον αυτών. Ευχής έργον θα ήτο εάν οι ιθύνοντες τότε, μετά την αποκάλυψιν του αρχαίου ναού επεχείρουν διά του ιδίου υλικού του την ανέγερσιν του νεωτέρου τοιούτου, ως είχεν ούτος πρότερον, προσθέτοντας μόνον ότι είχε κατά καιρούς αφαιρεθή εξ αυτού. Θα εκοσμείτο δε ούτω η περίοπτος εκείνη θέσις της πόλεως δι’ ενός κειμηλίου, δεικνύουσα εν ταυτώ εις τους επισκέπτας την αρχαίαν ευδαίμονα και λαμπράν καταγωγήν της. Αλλά πνεύμα ίσως ισότητος και σοσιαλισμού εν σχέσει προς την λοιπήν πόλιν επεκράτησεν εις αυτούς και κατά την περίπτωσιν ταύτην.
Τοιούτος συνέβει να είνε ο ναός των Αγίων Θεοδώρων ούτινος αι εκάστοτε παραδόσεις έφερον μέχρις ημών το όνομα. Τις οίδε ποία συνθήκη ή όρκος των καταλαβόντων το Κάστρο του Γόλου οθωμανών υπεχρέωσεν αυτούς υποχρέωσιν απαράβατον προς τους ημετέρους εγκαταλείψαντας το Κάστρον και μετοικήσαντας επί του σημερινού χωρίου Γόλου, (δι’ ον άλλοτε θα ομιλήσωμεν) να επιμελώνται του ιερού των αδιαλείπτως επί αιώνας ολοκλήρους.
Εκ συνηθείας δε παλαιάς κατά την επέτειον εορτήν των Αγίων Θεοδώρων η πάνδημος κάθοδος των ημετέρων έφερεν αυτούς περιπλανωμένους κατά μήκους της θαλασσίας ακτής, πλησιέστερον μεν, αλλά και πάλιν εν χωρισμώ εκ του λατρευτού των στρατηλάτου αγίου και προστάτου άλλοτε του Κάστρου των, ωσανεί ερωμένοι ερώμενοι μακρόθεν κόρης καλής αλλ’ αυστηρώς επιτηρουμένης.
Και κατεκλύζοντο εκ της συρροής εκείνης των υπαιθρίων πανηγυριστών τα πενιχρά παλαιά μαγαζεία. Οθωμανίδες δε εκ των επάλξεων του φρουρίου κεκαλυμμέναι και περίεργοι παρηκολούθουν τους επισκέπτας, και διημείβοντο ενίοτε φράσεις φιλοφρονήσεως μεταξύ των γνωρίμων εκατέρωθεν γυναικών. Ουδέποτε όμως επετρέπετο η εν τω φρουρίω  αθρόα είσοδος των χριστιανών. Όταν αργότερον επί του τόπου, ένθα νυν η πόλις οικοδομήθησαν λεληθότως πως οι τρεις πρώται οικίαι του Αθανασάκη Δημητράκη, του Γάτζου και του Κουβελά, εξ ων αγνοείται εισέτι τις ο πρώτος εκ τούτων εγένετο οικιστής, μέγα μέρος των πανηγυριστών κατέκλυζε με χαράν τας πρώτας ταύτας οικίας. Ούτε δε και κατά τούτον τον χρόνον υπήρξε ευκτήριος ναός επί του παραλιακού τούτου εδάφους. Περί δε του αναφερομένου εκ της επιστολής του Δημητρίου Διαμαντή τόπου του Αγίου Νικολάου, το μόνον διακριτικόν της ιερότητος αυτού υπήρξεν πήλινον δοχείον περιέχον κανδήλαν καίουσαν ενίοτε κεκαλυμμένον διά πλακός. 
Παρομοία κατάστασις και εις τον Άγιον Κωνσταντίνον  συνέβαινε να ήνε. Τον αποκαλυφθέντα δε αρχαίον ναόν κατά την θεμελίωσιν οικίας τινός εις τι διαμέρισμα της σημερινής πόλεως και πάλιν καλυφθέντα (σιωπώ ενταύθα την θέσιν ίνα μη γεννηθώσι πράγματα) ηγνόουν τότε οι κατερχόμενοι πανηγυρισταί.
Ευχαριστών διά την φιλοξενίαν της παρούσης μου, διατελώ μετά πολλής τιμής.
Περικλής  Μαργαρίτης ]                    

Τετάρτη 1 Μαρτίου 2017

Παροιμίες

Καλό μήνα!  
Παροιμίες για το Μάρτη
«Λείπ’ ου Μάρτ’ς απ’ τ’ Σαρακουστή;» 
Είναι γνωστό πως μεγάλο μέρος της πριν το Πάσχα περιόδου (Μ. Σαρακοστής) συμπίπτει με το Μάρτιο. Λέγεται γι’ αυτούς που βρίσκονται πάντα παρόντες σε ορισμένο τόπο και χρόνο.
«Από Μαρτιού π’κάμ’σο κι απ’ Αύγουστο σιγκούν’»
«Από Μαρτχιού καλουκαίρ’ κι απ’ Αύγουστο χ’μώνα»
«Από Μαρτχιού καλουκαιριάζ’ κι απ’ Αύγουστο χ’μωνιάζ’»
Είναι φανερό πως απ’ το Μάρτη αρχίζει να καλοκαιριάζει και ντυνόμαστε ελαφρύτερα κι απ’ τον Αύγουστο και μετά δροσίζει και ντυνόμαστε πιο βαριά. 
Και αντίθετα:
«Ούτ’ ου Μάρτ’ς καλοκαίρ’ ούτ’ κι ου Αύγουστος  χ’μ’ώνας»
«Ένας κούκους δε φέρν’ τ’ν Άνοιξ’»
Αν επικρατεί βαριά συννεφιά τότε ή θα καλοσυνέψει ή θα έρθει μεγάλη καταιγίδα:
«Τ’ Μαρτχιού τα σκουτ’νά αν τα ιδείς να μη φουβ’θείς, 
μα αν τα ιδείς κι φουβ’θείς  βρέκα τρύπα να χουθείς».
Πολλές παροιμίες υπάρχουν για την ωφελιμότητα των βροχών του Μαρτίου. Ανάλογα με την ατμοσφαιρική κατάσταση του Μαρτίου εξαρτάται κι η σπορά των διάφορων φυτών και την απόδοση των καλλιεργειών. 
Έτσι:
«Μάρτ’ς βρέχ’, πουτές μην πάψ’».
 «Αν ρίξ’ ου Μάρτης δυο νι(ε)ρά κι Απρίλ’ς άλλου ένα,
χαρά σ’ ικείνουν του ζηυγά απ’ έχ΄πουλλά σπαρμένα».
« Να βρέξ’ ου Μάρτης δυο νι(ε)ρά κι ου Απρίλ’ς άλλου ένα,
να ιδείς κ’λούργια τα πιδγιά κι πίτι(ε)ς οι μανάδι(ε)ς
κι ψηλουανασκουμπώματα οι κλεφτουμυλουνάδι(ε)ς».
«Μάρτης έβρι(ε)χι(ε), Θι(ε)ρστής χαίρουνταν».
«Μάρτ’ς καλψιάρ’ς».
«Όταν ι Μάρτ’ς είναι καλός, τ’ χουριάτ’ η κόρ’ παντρεύητι(ε)».
Και το αντίθετο:
«Μάρτ’ς  άβρι(ε)χους, μούστους άμι(ε)τρους»
γιατί η ανομβρία του Μαρτίου ωφελεί την αμπελοκαλλιέργεια.
 Βέβαια και για το ευμετάβλητο του καιρού και της θερμοκρασίας, υπάρχουν αρκετές παροιμίες:
«Ι Μάρτ’ς ως του γιόμα του ψουφάει κι ως του βράδ’ του βρουμάει».
«Ι Μάρτ’ς ώρι(ε)ς κλαίει, ώρι(ε)ς γι(ε)λάει».
«Μάρτ’ς είνι(ε) χάδγια κάν’, πότι(ε) κλαίει πότι(ε) γι(ε)λάει».
 «Τ’ Μαρτχιού οι αυγές μι(ε) κάψανι(ε), τ’ Μαϊού τα μι(ε)σημέργια».
 Σαν το Μάρτη είναι και ο άστατος και ευμετάβλητος χαρακτήρας κάποιων: 
«Τα λό(γ)ια τ’ είνι(ε) γι(ε)ρά σαν του Μαρτχιού του χιόν’, 
απού του ρίχν’ απουβραδίς κι του προυί του λιών’».
Και ο χυλός που έπρεπε να τρώνε το Μάρτη, πιστεύοντας  πως δεν θα τους τσιμπούσαν τα κουνούπια, ήταν μια απ’ τις παροιμίες:
«Το Μάρτ’ χυλό έφαγα , κουνούπ’ να μη μ’αγγίξ’».
O καυτερός μαρτιάτικος ήλιος έπρεπε να μη δει τους ανθρώπους, γιατί θα γίνονταν μελαχρινοί αν εκτίθονταν στις ακτίνες του! Αυτή η δεισιδαιμονία επικράτησε απ’ τον καιρό των Ελευσινίων μυστηρίων, όπου και τότε έδεναν στο χέρι ή στον τράχηλο ασπροκόκκινη στριμμένη κλωστή για όλον το μήνα. Πίστευαν πως θ’ απέφευγαν την επίδραση του ήλιου!
«Οπώχει κόρ’ ακριβή, του Μάρτ’ ι ήλιους μην τ’ν ιδεί».
Ακόμη δεν έπρεπε να κοιμάται κάποιος στον ήλιο:
«Του Μάρτ’ στουν ήλιου μην κοιμ’θείς».
Η μαρτιάτικη κακοκαιρία και το ενδεχόμενο ψύχος πολλές φορές ήταν καταλυτικό.
«Μάρτ’ς, γδάρτ’ς κι κακός παλουκουκαύτ’ς»
«Του Μάρτ’ ξύλα φύλα(γ)ι(ε) μην κάψεις τα παλούκια»
«Άλλου δε μι(ε) μάρανι(ε), μον’ τ’ς Άνοιξης του κρύου».
«Του Μάρτ’ φύλαε τ’ άχερα, μη χάσ’ς του ζηυγάρ’»
Είναι επίσης γνωστή η παράδοση με τη γριά και το Μάρτη που αρχικά είχε 30 ημέρες. Την τελευταία μέρα του μήνα  νομίζοντας πως απαλλάχτηκε απ’ τον κίνδυνο του παγετού γλιτώνοντας τα ζωντανά της, είπε περιφρονητικά στον Μάρτιο: 
«Πριτς Μαρτάκη μ’ τα ξεχείμασα τα κατσικάκια μ’! »
Ο Μάρτης οργισμένος σηκώθηκε και ζήτησε μια μέρα απ’ το Φλεβάρη που να κάνει πολύ κρύο. Έμεινε έτσι ο Φλεβάρης «κουτσός» κι ο Μάρτης με 31 μέρες. Η γριά κρύφτηκε στο καζάνι που τυροκομούσε και έμεινε εκεί παγωμένη ανάμεσα στα κατσίκια της! Η παράδοση αυτή υπάρχει και στη Γαλλία με μικρές παραλλαγές.
«Ι Μάρτ’ς έβανι(ε) τη γριά μες στου καζάν’»
«Στ’ν πομπή σ’, Μάρτη μ’, τ' αρνουκάτσικα μ’ τα ξεχείμασα!»