Κατά την ιδίαν πεδινήν οδόν μίαν ώραν προβαίνοντες (απὸ το Βόλο), ερχόμεθα εις τα Λεχώνια. Αυτά κείνται επί μιας με χωράφια, αμπέλους, κήπους νεραντζίων, κίτρων και άλλων διαφόρων οπωρίμων δέντρων φυτευμένης πεδιάδος...

(Νεωτάτη της Θεσσαλίας Χωρογραφία-Ιωάννης Αναστασίου Λεονάρδος, 1836)

Π Ρ Ο Σ Ο Χ Η ! Μπορείτε να αντιγράφετε κείμενα κ.ά. από το ιστολόγιο. Αυτό, ΔΕΝ αποκλείει αναφορά στην ΠΗΓΗ. - Φωτογραφίες άλλων να μην ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝΤΑΙ - Ιδιωτικά αρχεία να ΜΗΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝΤΑΙ.
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1917. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1917. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου 2019

Ο λιμός στο Πήλιο το 1917

Πριν δύο χρόνια συμπληρώθηκαν 100 χρόνια από το δύσκολο έτος 1917. 
Τότε σ' όλους τους θεσσαλικούς Νομούς πραγματοποιήθηκαν διαθεσσαλικές εκδηλώσεις-ημερίδες σχετικές με τις άγνωστες αυτές ιστορικές σελίδες. Καθηγητές, ερευνητές κλπ έκαναν εισηγήσεις πάνω στα σημεία που είχαν ερευνήσει. 
Στο Βόλο την ευθύνη για τη διοργάνωση είχε η Εταιρία Θεσσαλικών Ερευνών. 
Πριν λίγες ημέρες κυκλοφόρησαν αυτές οι εισηγήσεις σε βιβλίο και cd, με την χρηματοδότηση της Περιφέρειας Θεσσαλίας. 
Σήμερα, εδώ, παρουσιάζεται η εισήγησή μου όπως είναι δημοσιευμένη και αφορά το τότε Πήλιο.  

Αριστείδης Παπαδόπουλος
Συνταξιούχος Δάσκαλος

Ο λιμός στο Πήλιο το 1917

Α) Ο αποκλεισμός
Ήδη από τον Δεκέμβριο του 1915 οι Σύμμαχοι της Εγκάρδιας Συνεννόησης (Αντάντ) είχαν επιβάλει έλεγχο στις εισαγωγές του κράτους, περιορίζοντάς τις στις απολύτως απαραίτητες. Συγχρόνως, όλα τα ελληνικά πλοία που βρίσκονταν σε συμμαχικά λιμάνια κρατήθηκαν εκεί και οι αποστολές εμπορευμάτων στην Ελλάδα απαγορεύτηκαν. Στις 3/17 Σεπτεμβρίου 19161 κηρύχθηκε αποκλεισμός των ακτών, περιοχών που τότε είχαν καταλάβει οι Βούλγαροι, σύμμαχοι των Γερμανών. Τον Οκτώβριο δύο ελληνικά κράτη συνυπήρχαν, των Αθηνών (βασιλικοί) και της Θεσσαλονίκης (βενιζελικοί), ορίζοντας και γεωγραφικά την κοινωνική και πολιτική σύγκρουση που σήμαινε ο Διχασμός.
Τότε έγραψε στο «Ημερολόγιό» του ο ανθυπίατρος από την Αργαλαστή Γεώργιος Σατραζέμης, δίνοντας το ιστορικό στίγμα: «Nοέμβριος 1916. Κατά τας 17 έγινε αποβίβασις Αγγλογάλλων εις το Φάληρον, οίτινες εις τάξιν μάχης ανήρχοντο ίνα καταλάβουν τας Αθήνας και φέρουν τον Βενιζέλον, εκδιώκοντες τον Κωνσταντίνον, τα πλοία βάλλουν εναντίον των Αθηνών και προπαντός εις τα Ανάκτορα έρριψαν πολλάς οβίδας, ο εν Αθήναις στρατός και πολλοί έφεδροι αμέσως εφόρεσαν τας στολάς των και εξήλθον όπως αναχαιτίσουν τους επερχομένους πεζοναύτας, πέριξ του μνημείου του Φιλοπάππου έγινε μάχη, υπεχώρησαν οι Αγγλογάλλοι, αλλά και πάλιν την επομένην έγινε αντεπανάστασις (…)».2
Η ελληνική κυβέρνηση και ο βασιλιάς κρατούσαν την Ελλάδα σε ουδετερότητα. Οι σύμμαχοι της Συνεννοήσεως πίεζαν για να κηρύξει η χώρα μας τον πόλεμο εναντίον των Γερμανών. Για να εκβιαστεί η κυβέρνηση, οι Σύμμαχοι κήρυξαν στις 25 Νοεμβρίου/8 Δεκεμβρίου 1916 αυστηρό αποκλεισμό της Παλαιάς Ελλάδας, των τμημάτων που ανήκαν στη βασιλική κυβέρνηση (μεταξύ αυτών και η Θεσσαλία), πιστεύοντας έτσι ότι ο λαός θα αγανακτούσε από τον λιμό και θα εξανάγκαζε την κυβέρνησή του να μπει στον πόλεμο. Μαζί έβαλαν και όρους αφοπλισμού, ελέγχου και συλλογής όπλων ιδιωτών, μετακίνησης στρατού κ.λπ.: «(…) Εδώ, πάντες έλαβον τα όπλα και εξήλθον εις την αγοράν. Οι Βενιζελικοί, κατατρομαγμένοι, ήσαν κλεισμένοι μέσα. (…) Κατόπιν, οι Αγγλογάλλοι ηρκέσθησαν να μας αποκλείσουν για να αποθάνωμεν εις τον εξ ασιτίας θάνατον, και το κατόρθωσαν (…)».3
Τα συμμαχικά πλοία περιπολούσαν, ελέγχοντας όλο το Αιγαίο, για να εμποδίσουν την επικοινωνία των ακτών και νησιών της Ελλάδας με τον Πειραιά και αντίστροφα, αλλά και ερευνώντας για όπλα, ενώ συνελάμβαναν ιστιοφόρα που είχαν φορτίο τρόφιμα ή εμπορεύματα,4 τα ρυμουλκούσαν στα λιμάνια και τα κατακρατούσαν ως λεία πολέμου. Τους ναύτες τούς έβγαζαν και τους συμπεριφέρονταν σαν σε αιχμαλώτους. «(...) Τα ενεργούντα τον αποκλεισμόν της Σκοπέλου Συμμαχικά ημπόδισαν την προσέγγισιν εις τον λιμένα της νήσου ιστιοφόρων, άτινα εκόμιζαν τρόφιμα διά τας ανάγκας των κατοίκων (…)».5
Το λαϊκό αίσθημα, που στην αρχή του πολέμου έκλινε υπέρ των Συμμάχων, στράφηκε εναντίον τους. Έτσι, οι βασιλικοί μετατράπηκαν σε εχθρούς. Διαδηλώσεις, διώξεις βενιζελικών, τα «αναθέματα» του Βενιζέλου στον Βόλο και σε χωριά Πηλίου, μαζί με το σύνθημα «Ελιά, ελιά και Κώτσο βασιλιά», ήταν το αποτέλεσμα. Και όχι μόνο!
«(…) Δεκέμβριος. Εν αποκλεισμώ όλη η παλαιά Ελλάς. Περιπολούν τα εγγλέζικα αλλά ημείς φωνάζουμε Ελιά και Βασιλιά. Ας πεινάσουμε […]» έγραφε ο γιατρός.6
Ημερολόγιο ανθυπιάτρου Γεωργίου Σατραζέμη
Τις πρώτες ημέρες του αποκλεισμού συνέβη ένα γεγονός που είχε σχέση με τους
επιστράτους του ανατολικού Πηλίου και δείχνει την κατάσταση και την αρχή των δει-
νών που θα ακολουθούσαν:
«(…) Συμμαχικόν, το οποίον προσήγγισε εις τον όρμον της Τσαγκαράδος, απεβίβασε δύο Γάλλους και έναν πολίτην. Περίπολος επιστράτων αντελήφθη αυτούς οίτινες και επυροβόλησαν. (…) Εν τω μεταξύ, διά κωδωνοκρουσιών εγένετο εις την κωμόπολιν συναγερμός όλων των επιστράτων (...)».7
Λίγες ημέρες μετά δημοσιεύτηκε επιστολή του Απ. Βαϊνόπουλου, που επιβεβαίωνε αναλυτικά την είδηση, με μια σκηνή απ’ αυτές που φανέρωναν το όλο κλίμα:
«(…) Εις τας 15 τρέχοντος επεσκέφθη τον όρμον Δαμουχάρεως εν Γαλλικόν τορπιλλοβόλον και εξήλθεν εις την παραλίαν εις πλωτάρχης μετά δύο ναυτών. Πάντες κατελήφθημεν υπό φόβου (…). Ειδοποίησα τους επιστράτους Μουρεσίου δι’ αντιπροσώπου, ως και τους επιστράτους Τσαγκαράδος. Τους επλησίασα εις την παραλίαν ακολουθούμενος υπό των συναδέλφων μου εμπόρων (…). Ηρώτησα τον εν λόγω πλωτάρχην εις τι αποβλέπει η επίσκεψίς του. Μοι απήντησεν ότι θέλει να αγοράση ψάρια… Του είπον: “Πώς δυνάμεθα να αλιεύσωμεν, αφού μας έχετε αποκλεισμένους”. Κατόπιν ήλθον πάντες οι εν Δαμουχάρι ευρισκόμενοι, περί τους είκοσι (πλην του τελωνοφύλακος). Τότε ηρώτησεν ο Γάλλος αποτεινόμενος εις τους συναθροισθέντας ελληνιστί: “Γκουναρικοί; Γκουναρικοί;” Του απήντησα δε εγώ γαλλιστί ότι σήμερον εθνικόφρονες και φιλελεύθεροι δεν υπάρχουν, αλλ’ όλοι είμεθα μιας γνώμης υπό την αρχηγίαν του αγαπητού μας Βασιλέως Κωνσταντίνου. Τα εδέχθη μετά μειδιάματος (…). Του είπα ότι αυτά είναι φαντασίαι και ραδιουργίαι του Βενιζέλου (…). Κατόπιν τον εκάλεσα εις το κατάστημά μου και εδέχθη εν κύπελλον καφέ οθωμανικού. (…) Τότε επανέλαβε τας προπαγανδιστικάς τους ομιλίας κ.λπ., ότι θα υποφέρωμεν από την πείναν εξ αιτίας του βασιλέως μας κτλ. Του παρουσίασα μέλανα άρτον εκ κριθής και του λέγω ότι ευρίσκομαι με περιουσίαν άνω των 200 χιλ. δραχμών και εν τούτοις τρώγω εγώ και η οικογένειά μου ευχαρίστως αυτόν τον άρτον, αλλά να γογγύζω κατά του Άνακτος, όχι. Επίσης και οι παρευρισκόμενοι τρώγουν άρτον κριθής, άλλοι εξ αραβοσίτου, αλλ’ ουδείς γογγύζει κατά του Βασιλέως.
Και ταύτα εδέχθη μετά μειδιάματος. Τότε μου λέγει: “Ο Βασιλεύς σας μας ηπάτησε
την 18ην Νοεμβρίου”. (…) Τότε εγερθείς λέγει: “Σας βεβαιώ, κύριε, ότι εντός ολίγου
χρόνου θα κατέλθουν εκ Θεσσαλονίκης 300 χιλιάδες στρατού, αίτινες θα βαδίσουν κατά των Αθηνών προς εκθρόνισιν του Βασιλέως σας”. Τότε του απάντησα ειλικρινώς: “Κύριε κυβερνήτα. Σας βεβαιώ ότι ο στρατός, τον οποίον έχει από την ουδετέραν ζώνην μέχρι του Ταινάρου, ως και ο μάχιμος πληθυσμός της Ελλάδος, είμεθα έτοιμοι να πέσωμεν εις εν Του νεύμα”. (…) Απήλθεν άνευ χειραψίας (…)».8
Το ψάρεμα στον Παγασητικό και στις ακτές του ανατολικού Πηλίου απαγορευόταν. «(…) πριν πηγαίναμε στο Χόρτο. Μετά την ανεπανάστασιν δεν πηγαίνουμε, δεν υπάρχει λόγος (…)» έγραφε τότε ο γιατρός.9
Και ο αποκλεισμός της περιοχής γινόταν πιο στενός: «(…) Κυκλοφορεί φήμη ότι η Αντάντ θα ενεργήση αποβάσεις εις Βόλον, Στυλίδα (…).10 Από ημερών κυκλοφορούν αόριστοι διαδόσεις περί διαθέσεως των Συμμάχων, όπως προβούν εις την κατάληψιν του Βόλου (…)».11
Το λιμάνι του Βόλου αποκλείστηκε στο τέλος Φεβρουαρίου και η κατάσταση δυσκόλεψε περισσότερο.

Β) Ο λιμός
Ανάμεσα στα μέρη της βασιλικής επιρροής ήταν και το Πήλιο. Ο λαός του υπέφερε από καιρό από τον αποκλεισμό και τις συνέπειές του, που ήταν η έλλειψη βασικών τροφών (κυρίως δημητριακών, ζάχαρης και αλατιού) και απαραίτητων αγαθών (πετρελαίου, κάρβουνων κ.ά.). Οι ελλείψεις αυτές είχαν φανεί πολύ πριν γίνει ο γενικός αποκλεισμός.
Η θέσπιση του υπουργείου Επισιτισμού και Αυτάρκειας με την Επιτροπή Προμηθειών Βόλου (ΦΕΚ 33/15-2-1916) δεν μπορούσε να κάνει πολλά, παρά προσπαθούσε να διαχειριστεί τις ελλείψεις, λαμβάνοντας διάφορα άκαρπα μέτρα, όπως μοίρασμα ανεπαρκών σιτοφορτίων, διαρκής αστυνόμευση με ελέγχους σε αποθήκες κ.ά.
Από την Αθήνα, η κυβέρνηση του καθηγητή Λάμπρου διά του υπουργού Εσωτερικών Αναστ. Τσέλλου έκανε ό,τι μπορούσε για να καθησυχάσει τον λαό που λιμοκτονούσε. Η προπαγάνδα για την τόνωση του ηθικού του πληθυσμού ήταν στην ημερήσια διάταξη: «Ανακοινώσατε, παρακαλούμεν, διά των οικείων δημοτικών και κοινοτικών Αρχών εις πάντας τους πολίτας, παροτρύνοντες αυτούς εις εγκαρτέρησιν, επιμονήν επί τη ελπίδι προσεχούς βελτιώσεως της τύχης αυτών (…)».12
Σταδιακά γινόταν μεγαλύτερη η έλλειψη και επηρέαζε κυρίως τα φτωχά και μεσαία στρώματα, εκτός των «εχόντων». Η κυβέρνηση, για την τόνωση του ηθικού, ανακοίνωνε συνεχώς πως έρχονται σιτοφορτία και κατήρτιζε πίνακες «Διανομής Αλεύρων»: «(…) Θα διατεθούν διά τον Δήμον Αφετών 17 σάκκοι, Βοίβης 22, Ζαγοράς 44, Ιωλκού 29, Κισσού 17, Μακρυνίτσης 41, Μηλεών 35, Νηλείας 87 κ.λπ. (…)».13
Από τον Αλμυρό, όπου, παρά τη σιτοπαραγωγή, επίσης υπήρχαν ελλείψεις, ο αρχαιολόγος Νικ. Γιαννόπουλος, κάνοντας έναν παραλληλισμό με τα αρχαία χρόνια και την «ευεργεσίαν εις τους λοιμώττοντας κατοίκους» που έπρεπε να δείξουν οι έχοντες, έγραψε πως επρόκειτο για «σ π α ν ο σ ι τ ί α μάλλον και ουχί σ ι τ ο δ ε ί α εν Θεσσαλία, ένεκεν των υπαρχουσών θλίψεων εκ του Ευρωπαϊκού πολέμου και των αναφυεισών εσχάτως κακή μοίρα εσωτερικών ανωμαλιών εν τω ημετέρω Κράτει».14
Όπως και να το είπε, η πραγματικότητα ήταν μία – κι ήταν ακόμα Ιανουάριος…
Καθημερινά, η ανεπάρκεια τροφίμων και η στέρηση μεγάλωναν στα χωριά.
«(…) Εις τα χωρία του Πηλίου η κατάστασις ευρίσκεται εις σημείον απελπιστικόν, καθ’ όσον σπανίζει εις ταύτα ο άρτος, η δε αισχροκέρδεια οργιάζει. Η επιτροπή, τονίζομεν και πάλιν, οφείλει ευθύς ως φθάσουν τα πρώτα βαγόνια του αναμενομένου αραβοσίτου, να αποστείλη αμέσως τοιούτον εις τας Κοινότητας του Πηλίου (...)»15 και «το γεγονός προκαλεί ακουσίως την ανάμνησιν της πολιορκίας του Μεσολογγίου (…)» έγραφαν οι εφημερίδες.16
Βέβαια, σε τέτοιες περιπτώσεις η αισχροκέρδεια, η νοθεία και η κλοπή αγαθών ήταν καθημερινή πρακτική: «Ως ανηγγέλθη εκ Νιάου, υπεβλήθη καταγγελία επί αισχροκερδεία κατά των (…), οίτινες επώλουν νοθευμένον με επιβλαβείς ύλας άλευρον εκ νταρίου (=αραβοσίτου) προς 2,40 την οκάν».17 Επίσης, «η γενομένη σχετική ανάλυσις απέδειξεν ότι το δείγμα Μυρεσίου, εκτός των άλλων επιβλαβών ουσιών εις τον ανθρώπινον οργανισμόν, περιείχε ποσότητα στάκτης και χώματος. Ο άρτος Αγ. Γεωργίου ήτο κατασκευασμένος από υπολείμματα αραβοσίτου και κριθής, επιβλαβέστατα».18
     Τα άλευρα και τα άλλα δημητριακά ήταν διατιμημένα, αλλά πολλές φορές πωλούνταν σε τιμές υπερδιπλάσιες της διατίμησης19 και μοιράζονταν με ατομικό δελτίο από την Επιτροπή Τροφίμων Βόλου και στους Πηλιορείτες, μέσω των επιλεγμένων «πρατηρίων» που υπήρχαν σε κάθε χωριό, επί πληρωμή. Βέβαια, όσο μεγάλωνε η έλλειψη τόσο μίκραινε η αναλογία. Το ίδιο μεγάλωνε και η τιμή όσο περνούσε ο καιρός. 
Οι καταγγελίες των πολιτών για πλαστά δελτία επιβραβεύονταν από τις Αρχές με μεγαλύτερη ποσότητα από αυτήν που δικαιούνταν: «Διά δευτέραν χθες φοράν ελλείψει αλεύρου διενεμήθη διά δελτίων, αντί άρτου όρυζα εις τους κατοίκους, με αναλογίαν 50 δραμίων εις έκαστον άτομον. Σήμερον δεν θα γίνη ουδεμία διανομή, ο κομισθείς δε ολίγος αραβόσιτος αλευροποιούμενος θα διανεμηθή αύριον εις τα πρατήρια. Εξ άλλου, η κατάστασις εις το Πήλιον είναι έτι δεινοτέρα παρ’ όλας τας τελευταίως καταβαλλομένας προσπαθείας, όπως εκ του κομιζομένου σποραδικώς ενταύθα αραβοσίτου γίνονται και αι δυναταί αποστολαί εις τας εκεί Κοινότητας. (…) Η δοθείσα εις τα πρατήρια ποσότης δεν επήρκεσε να λάβουν πάντες οι κάτοχοι δελτίων».20
Στα «πρατήρια» διανομής πολλές φορές διαδραματίζονταν διάφορα επεισόδια μεταξύ των χωρικών και των υπεύθυνων παντοπωλών, που είχαν σχέση με ελλιποβαρή παράδοση, αισχροκέρδεια και νοθεία: «Από διάφορα μέρη του Πηλίου μάς καταγγέλλεται ότι αρκετά πρατήρια αισχροκερδούν εις βάρος του λιμοκτονούντος λαού».21
Ο τόπος κάθε ημέρα και περισσότερο υπέφερε από τη στέρηση. Ο λιμός «ήτο παρών»! Όλα τα χωριά υπέφεραν, με τα φτωχότερα να έχουν μεγαλύτερες ελλείψεις. Αλλά και τα πλουσιότερα, παρά την παραγωγή τους, δεν βρίσκονταν σε καλύτερη θέση.  Από το μακρινό Βένετο διαμαρτύρονταν και παρακαλούσαν να τους στείλουν αλεύρι και τρόφιμα, λέγοντας πως αρρωσταίνουν και θα πεθάνουν από ασιτία.22 Την ίδια διαπίστωση έκαναν και στον Άγιο Λαυρέντη: «Γενική έλλειψις άρτου. Η ζωή των κατοίκων μας κατέστη αβίωτος. Παρατηρείται γενική έλλειψις άρτου. Τα υπάρχοντα ολίγα τρόφιμα όχι μόνον ολίγον κατ’ ολίγον εξαντλούνται, αλλά και πωλούνται όσον η ψυχή του καθενός βαστά».23 Αργότερα, στις 16 Αυγούστου, στη γιορτή του Αγίου Αποστόλου του Νέου, θα εκδοθεί ανακοίνωση αδυναμίας του ναού να μοιράσει φαγητό στους προσκυνητές.24
Στη Ζαγορά διοργανώθηκε συλλαλητήριο. «Ο λαός προ της γενικής ελλείψεως άρτου, εξ ης κινδυνεύουν τόσαι αθώαι υπάρξεις, συνήλθεν εις αυθόρμητον και ταραχώδες συλλαλητήριον. Επειδή υπαίτιος της καταστάσεως όσον αφορά την έλλειψιν άρτου εθεωρήθη ο πρόεδρος, ηξιώθη παρά του λαού η παραίτησις αυτού, όπερ και εγένετο.25
Εις Μακρυνίτσαν και Δράκειαν τοιαύτη είναι η έλλειψις του άρτου, ώστε υπάρχει φόβος εξεγέρσεως»26 έλεγαν πληροφορίες της αστυνομίας. 
Στον  Άι-Γιώργη Νηλείας, ο παλιός μύλος, η «φάμπρικα» κατά τους ντόπιους, επαναλειτούργησε, εξυπηρετώντας και τους κατοίκους των γύρω χωριών.27 Το ίδιο έγινε σε όλα τα χωριά. Παντού, οι Πηλιορείτες αλευροποιούσαν όλα τα προϊόντα που περιείχαν άμυλο. Τα χωριά το μόνο που δεν παρήγαγαν επαρκώς ήταν τα δημητριακά, κι αυτό γιατί υπήρχαν λίγα σταροχώραφα στην Αργαλαστή και ελάχιστα με καλαμπόκι στον μικρόκαμπο των Λεχωνίων. Το «φασ’λόψωμου» ή «φασ’λίσιου» ήταν τότε το ψωμί τους, καθώς και το ανάμεικτο, δηλαδή αλεύρι από σιτάρι, κριθάρι ή καλαμπόκι με κάστανα, ρεβίθια, πατάτες ή κουκιά. Μαζί με αυτά και η παραγωγή αλευριού από… αγριάδα: «Η πείνα εις τα χωρία του Πηλίου έφθασεν μέχρι τοιούτου σημείου ώστε πολλοί κάτοικοι τρέφονται με ρίζας αγριάδας, τας οποίας αλευροποιούν και χρησιμοποιούν διά την παραγωγήν άρτου».28
Τις ημέρες εκείνες δημοσιεύτηκε σε αθηναϊκά έντυπα «λίαν ενδιαφέρουσα επίκαιρος μελέτη εις εποχάς σιτοδείας» του γεωπόνου Παν. Γ. Γενναδίου, συγγραφέα του Φυτολογικού Λεξικού, με τίτλο «Προϊόντα προς αρτοποιίαν και προς αντικατάστασιν του άρτου».29
Βέβαια, η παραγωγή ελιάς και λαδιού, οι πατάτες και τα λαχανικά, αλλά και τα ψάρια της Κάρλας, που ήταν χωρίς διατίμηση, έσωσαν κάπως την κατάσταση και τον πληθυσμό απ’ τον θάνατο. «Έχομεν άφθονα γεώμηλα εις τας αποθήκας μας και εσπείραμεν γεώμηλα χειμερινής εσοδείας, ώστε η πείνα δεν μας φοβερίζει»30 είχε πει ο Απ. Βαϊνόπουλος στον Γάλλο, και ήταν αλήθεια, αφού κυρίως τα «πίσω» χωριά είχαν μεγάλη παραγωγή. Μέχρι και η βασίλισσα έκανε συστάσεις στους Πηλιορείτες να τρώνε πατάτες!31 Ωστόσο, αυτή επιτάχθηκε από την Επιτροπή Τροφίμων:
«Ένεκα της μεγίστης ανάγκης εις ην ευρίσκονται αι Αθήναι, τα ενταύθα γεώμηλα θα
αποσταλώσιν εντός 15 ημερών εις Αθήνας και Πειραιά».32  Έτσι, «συνεπεία διαταγής
επετάχθησαν προχθές εν Κισσώ 5.000 οκάδες γεώμηλα».33 Ακόμη: «Εις την Θεσσαλίαν επιτάχθησαν κτήνη διά την μεταφοράν εκ Ζαγοράς εις Βόλον των επιταχθεισών 100 χιλ. οκάδ. πατατών».34 Επίσης, στη Ζαγορά έγινε συγκέντρωση διαμαρτυρίας των κατοίκων «διά την άρσιν της επιτάξεως των γεωμήλων».35  Όσοι κάτοικοι είχαν στις αποθήκες τους ή μετέφεραν προϊόντα διατροφής τα δήλωναν υποχρεωτικά. Η απόκρυψή τους συνεπαγόταν κατάσχεση, αλλά και ποινή.36
Σε Ζαγορά και Αργαλαστή ιδρύθηκαν συσσίτια «διά την ανακούφισιν των απόρων τάξεων»37 και σε πολλά χωριά γίνονταν έρανοι για τον ίδιο λόγο.38
Όμως και η Ιερά Σύνοδος έστειλε μήνυμα «δώρον άδωρον» στους χριστιανούς να μη νηστέψουν τη Σαρακοστή: «Αφού οι Ισχυροί της Γης κατεδίκασαν την Ελλάδα εις τοιαύτας στερήσεις τροφίμων, ώστε να εξαντληθούν όλα τα όσπρια και τα δημητριακά της χώρας, ουδείς χριστιανός θα αμαρτήση αν κρεωφαγήση κατά την παρούσαν Μεγάλην Τεσσαρακοστήν».39
Οι δύσκολες αυτές στιγμές του πηλιορείτη λαού περνούσαν στις διασκεδάσεις
και στη σάτιρα: «Ήρθαν οι Αποκριές έρημες και σκοτεινές/ούτε λάδι στο μπουκάλι
ούτε αλεύρι στο τσουβάλι!»
Ο γιατρός Σατραζέμης, συνεχίζοντας τις εγγραφές στο «Ημερολόγιό» του, σημείωνε: «Φεβρουάριος εν Αργαλαστή περνούμε καλά ψύχος παγωνιά εξακολουθεί η πείνα, κρύο πάρα πολύ χωρίς χιόνια. Μάρτιος, Απρίλιος η κατάστασις επιδεινούται. Πείνα, ο λαός υποφέρει».
Και η επιδείνωση συμπορεύτηκε με την κατάληψη του Βόλου (1-2 Ιουνίου) και των χωριών από τους Γάλλους: «Οι Αγγλογάλλοι έχασαν την υπομονήν διά του αποκλεισμού και τη συστάσει του Βενιζέλου εισέβαλον από Λαρίσης. Έστειλαν πολυβόλα εις σιδηρόδρομον, κανόνια και ήλθον να καταλάβουν τον Βόλον, και απεβιβάσθησαν έξωθεν προς την είσοδον και εις τάξιν μάχης εισέβαλον εις τον Βόλον με εφόπλου λόγχην, οπότε εισήλθον νικηταί χωρίς να τους σκιάξη ούτε γάτα. Και κατ’ αυτόν τον τρόπον ενίκησαν αμαχητί την Θεσσαλίαν. Οι Αγγλογάλλοι ήλθον και εδώ (στην Αργαλαστή) περί τους 20 Ζουάβους Τουρκαλάδες Αιγυπτίους από την Τύνιδα, με φέσια μεγάλα χωρίς φούντα, ήλθον εις την αγοράν και εγκαταστάθησαν εις το Σχολείον άνωθεν της εκκλησίας, ο δε επικεφαλής επιλοχίας έμεινε στην αστυνομίαν».40
Η ζωή των κατοίκων αυτήν την περίοδο είχε δυσκολέψει και όλοι προσπαθούσαν
να επιβιώσουν. «Έχει επέλθει τοιαύτη εξάντλησις ώστε είναι αδύνατον να συνεχίσουν
οι κάτοικοι τας εργασίας των επί μακράς ώρας. Υπάρχουν φόβοι μήπως σημειωθούν
αθρόοι θάνατοι εξ ασιτίας»41  έγραφε η Θεσσαλία, όταν επανακυκλοφόρησε μετά την
αναγκαστική παύση, αρχές Μαΐου. Κάποιοι επιβίωναν με τη ζητιανιά, αλλά και με
ανορθόδοξους τρόπους, όπως κλοπές και λαθρεμπόριο.42
Η έλλειψη αλατιού δημιουργούσε προβλήματα στη συντήρηση της ελιάς και των
τυριών.43 Πολλοί έβραζαν το θαλασσινό νερό για να αποκτήσουν λίγο ως άρτυμα. Οι
συνέπειες της έλλειψης φάνηκαν στον γυναικείο πληθυσμό τα επόμενα χρόνια. Οι
παλαιότεροι θυμούνται στα ορεινά χωριά πολλές ηλικιωμένες με βρογχοκήλη.
Η σιδηροδρομική συγκοινωνία Βόλου - Μηλεών, που εξυπηρετούσε και τα άλλα χωριά, είχε περιοριστεί, από τέσσερα, σε ένα δρομολόγιο ημερησίως, λόγω έλλειψης πετροκάρβουνου.44
Ο αυστηρός αποκλεισμός σταμάτησε ύστερα από 6,5 μήνες. «Χάλια, χάλια εις
το ελληνικόν Βασίλειον. Η ακρίβεια εξακολουθεί» θα γράψει ο γιατρός.45  Παρά τις
προσπάθειες των Συμμάχων να υπάρξουν προμήθειες, η ζωή των κατοίκων άργησε
πολύ να επανέλθει στα φυσιολογικά.46
Ενδεικτικά πιστοποιητικά θανάτων

Στα ληξιαρχεία των χωριών του 1917 βρέθηκαν καταγεγραμμένοι αρκετοί θάνατοι, με τα πιστοποιητικά να αναγράφουν την αιτία: «Εξ αθρεψίας, ασιτίας, ατροφίας, καχεξίας, πείνης ή εξαντλήσεως». Ήταν αποτέλεσμα της λιμοκτονίας! Ενδεικτικά, έχουμε στον Άι-Γιώργη τον θάνατο τριών παιδιών και ενός 27χρονου, στα Άνω Λεχώνια ενός 50χρονου και μιας τρίχρονης, και στο ακρινό Τρίκερι τριών παιδιών και μιας 36χρονης. Πολλαπλάσιοι όμως θάνατοι υπήρξαν την επόμενη χρονιά, το 1918, καθώς «θέρισαν» τον κόσμο τούς πρώτους μήνες η βαρυχειμωνιά και τους τελευταίους η γρίπη.
Αντί επιλόγου, τα λόγια του γιατρού: «Χάλια, χάλια εις το ελληνικόν Βασίλειον. Η ακρίβεια εξακολουθεί. Ήραν μεν τον αποκλεισμόν, αλλά έχομεν άλλον χειρότερον,
τον δι’ υποβρυχίων Γερμανικών δεν δύνανται οι Σύμμαχοι να μεταφέρουν θαλασσίως
τίποτα. (…) Άρτος δεν υπάρχει. Έλλειψις και εν γένει όλα τα είδη είνε πολύ ακριβά...
Και έτσι, με βάσανα και στεναχώριες παρήλθε το 1917!»47

-------------------------------------------------
1  Η πρώτη ημερομηνία αφορά στο Παλαιό Ημερολόγιο, που ίσχυε τότε στη χώρα μας, και η δεύτερη στο Νέο, που ίσχυε στη Δύση.
2  Ημερολόγιο του ανθυπίατρου Γεωργίου Σατραζέμη από την Αργαλαστή. (Ευχαριστώ τον γιο του,
Νικόλαο Σατραζέμη, που μου το παραχώρησε μέσω του Γιάννη Κονιόρδου.)
3  Ημερολόγιο, ό.π.
4  Εφ. Ταχυδρόμος, 29.1.1917.
5  Εφ. Ταχυδρόμος, 28.1.1917.
6  Ημερολόγιο, ό.π.
7  Εφ. Ταχυδρόμος, 17.12.1916.
8  Εφ. Ταχυδρόμος, 20.12.1916.
9  Ημερολόγιο, ό.π.
10  Εφ. Ταχυδρόμος, 20.12.1916.
11  Εφ. Ώρα, 30.1.1917.
12  Εφ. Εμπρός, 4.2.1917.
13  Εφ. Ταχυδρόμος, 10.4.1917.
14  Περ. Ιερός Σύνδεσμος, τχ. 280, 1.1.1917.
15  Εφ. Ταχυδρόμος, 30.1.1917.
16  Εφ. Ταχυδρόμος, 1.3.1917.
17  Εφ. Ταχυδρόμος, 28.2.1917.
18  Εφ. Ταχυδρόμος, 28.2.1917.
19  Εφ. Εμπρός, 3.2.1917.
20  Εφ. Ταχυδρόμος, 9.2.1917.
21  Εφ. Ταχυδρόμος, 31.3.1917.
21  Εφ. Ταχυδρόμος, 20.2.1917.
22  Εφ. Ταχυδρόμος, 20.2.1917.
23  Εφ. Ταχυδρόμος, 28.2.1917.
24  Εφ. Ταχυδρόμος,12.8.1917.
25  Εφ. Ταχυδρόμος, 28.2.1917.
26  Εφ. Ταχυδρόμος, 28.1.1917.
27  Κώστας Λιάπης, Ο μεγάλος Αϊ- Γιώργης του Πηλίου, Βόλος 1994
28  Εφ. Ταχυδρόμος, 24.2.1917.
29  Τα Οικονομικά Χρονικά, 22.4.1917.
30  Εφ. Ταχυδρόμος, 20.12.1916.
31  Εφ. Ταχυδρόμος, 31.1.1917.
32  Εφ. Ταχυδρόμος, 30.3.1917.
33  Εφ. Ταχυδρόμος, 29.12.1917.
34  Εφ. Εμπρός, 3.3.1917.
35  Εφ. Ταχυδρόμος, 20.2.1917.
36  Εφ. Ταχυδρόμος, 24.2.1917.
37  Εφ. Ταχυδρόμος, 30.3.1917.
38  Εφ. Ταχυδρόμος, 31.1.1917, 23.2.1917.
39  Εφ. Εσπερινή, 14.2.1917.
40  Ημερολόγιο, ό.π.
41  Εφ. Η Θεσσαλία, 4.5.1917.
42  Εφ. Ταχυδρόμος, 5.3.1917.
43  Εφ. Ταχυδρόμος, 18.3.1917.
44  Εφ. Ταχυδρόμος, 12.4.1917.
45  Ημερολόγιο, ό.π.
46  Εφ. Ταχυδρόμος, 5.8.1917.
47  Ημερολόγιο, ό.π.


Παρασκευή 15 Δεκεμβρίου 2017

Ο λιμός στο Πήλιο το 1917

 Ο  λ ι μ ό ς   σ τ ο  Π ή λ ι ο  τ ο  1 9 1 7*
(Για να έχουμε να διαβάζουμε - τώρα που «μαζεύει» και το 2017! ) 
1. Αποκλεισμός: 
[...] 1916.Τον Σεπτέμβριον ο Βενιζέλος απέδρα εξ Αθηνών μετά πολλών αξιωματικών και επήγαν εις Θεσσαλονίκην και έκαμον την Άμυναν και το κράτος εχωρίσθη εις δύο […] Η κατάστασις λίαν σοβαρά. Εκτός του παγκοσμίου πολέμου γίνεται και πόλεμος μεταξύ των Ελλήνων […] έγραψε στο Ημερολόγιό του ο ανθυπίατρος Γεώργιος Σατραζέμης από την Αργαλαστή, δίνοντάς μας αρχικά το ιστορικό στίγμα.
Και συνέχισε: Nοέμβριος 1916. Κατά τας 17 έγινε αποβίβασις Αγγλογάλλων εις το Φάληρον […] Εδώ, πάντες έλαβον τα όπλα και εξήλθον εις την αγοράν. Οι Βενιζελικοί κατατρομαγμένοι ήσαν κλεισμένοι μέσα […]Κατόπιν οι Αγγλογάλλοι ηρκέσθησαν να μας αποκλείσουν για να αποθάνωμεν εις τον εξ ασιτίας θάνατον και το κατόρθωσαν […] **
Οι Σύμμαχοι κήρυξαν στις 25 Νοεμβρίου, «αποκλεισμό» και της Μαγνησίας, πιστεύοντας έτσι ότι ο λαός θα αγανακτούσε από τις στερήσεις και θα εξανάγκαζε την κυβέρνησή του να μπει στον πόλεμο. Τα συμμαχικά πλοία περιπολούσαν ελέγχοντας τις ακτές του Πηλίου και των νησιών. Συλλάμβαναν ιστιοφόρα με φορτίο τρόφιμα ή εμπορεύματα. Τα ρυμουλκούσαν κατακρατώντας τα σαν λεία πολέμου.
Το λαϊκό αίσθημα των χωριών, που στην αρχή του πολέμου έκλινε υπέρ των Συμμάχων, στράφηκε εναντίον τους. Έτσι, για το μισό των Ελλήνων που στήριζαν το βασιλιά, μετατράπηκε σε εχθρικό με διαδηλώσεις, διώξεις βενιζελικών, τα «αναθέματα» στο Βόλο και στα χωριά του Πηλίου!
[…] Δεκέμβριος. Εν αποκλεισμώ όλη η παλαιά Ελλάς. Περιπολούν τα εγγλέζικα αλλά ημείς φωνάζουμε Ελιά και Βασιλιά. Ας πεινάσουμε. […] , έγραφε συνεχίζοντας ο γιατρός Σατραζέμης.
Τις πρώτες μέρες του Αποκλεισμού συνέβη ένα γεγονός που είχε σχέση με τους «επιστράτους» του Ανατολικού Πηλίου, όταν συμμαχικό πλοίο προσέγγισε την Τσαγκαράδα. Αυτό δείχνει την επικρατούσα κατάσταση και την αρχή των δεινών που θα ακολουθούσαν. Λίγο μετά δημοσιεύτηκε επιστολή του Αποστ. Βαϊνόπουλου, που επιβεβαίωνε αναλυτικά, ότι στις 15 Δεκεμβρίου ένα γαλλικό τορπιλοβόλο άραξε στην Νταμούχαρη, αποβιβάζοντας έναν πλωτάρχη και δυο ναύτες. Όλοι φοβήθηκαν. Ειδοποιήθηκαν οι επίστρατοι Μουρεσίου-Τσαγκαράδας και παράλληλα μαζί μ’ άλλους τους πλησίασαν ρωτώντας το σκοπό της επίσκεψής τους. Ο Γάλλος απάντησε πως ήθελε ν’ αγοράσει ψάρια. Ο έμπορος μιλώντας γαλλικά, του είπε πως δεν υπάρχουν, αφού δεν επιτρέπεται να ψαρέψουν λόγω του αποκλεισμού. Εκεί έγινε μια μακρά συζήτηση για το βασιλιά που κατηγορούσε ο Γάλλος και των Ελλήνων που έλεγαν πως στο όνομά του θα αντέξουν και την πείνα. Του έδειξαν μαύρο κριθαρένιο ψωμί και τον βεβαίωσαν πως θα πολεμήσουν γι’ αυτόν.

Το λιμάνι του Βόλου αποκλείστηκε στο τέλος του Φλεβάρη κι η κατάσταση δυσκόλεψε.
Ζητιάνα έξω από το Δημαρχείο Βόλου.
(Αρχείο Ν. Μαστρογιάννη)
2. Λιμός:
Ο λαός στο Πήλιο υπέφερε από την έλλειψη βασικών τροφών (κυρίως σιτηρών, ζάχαρης και αλατιού) αλλά και κάρβουνων και πετρελαίου. Οι ελλείψεις, βέβαια φάνηκαν πολύ πριν γίνει ο γενικός αποκλεισμός λόγω της προηγούμενης απαγόρευσης εισαγωγών.
Απ’ τον Αλμυρό (που παρόλη τη σιτοπαραγωγή εκεί κι είχαν έλλειψη) ο αρχαιολόγος Νικ. Γιαννόπουλος έγραψε πως επρόκειτο για «σ π α ν ο σ ι τ ί α μάλλον και ουχί σ ι τ ο δ ε ί α»! Όπως και να το είπε η πραγματικότητα ήταν μία κι ήταν ακόμη Ιανουάριος…
Η δημιουργία του Υπουργείου Επισιτισμού και Αυτάρκειας και η Επιτροπή Τροφίμων Βόλου που διαχειρίζονταν την κατάσταση, δεν μπορούσε να κάνει πολλά, παρά προσπαθούσε να ρυθμίσει τις ελλείψεις, λαμβάνοντας διάφορα μέτρα, όπως μοίρασμα ανεπαρκών σιτοφορτίων, διαρκή αστυνόμευση με ελέγχους σε αποθήκες κ.ά.
Από την Αθήνα η Κυβέρνηση Λάμπρου ήθελε να καθησυχάσει το λαό που λιμοκτονούσε. Η προπαγάνδα για την τόνωση του ηθικού του πληθυσμού ήταν στην ημερήσια διάταξη, με ανακοινώσεις-παρακάλια προς τις κοινοτικές αρχές. Αυτές έπρεπε να παροτρύνουν τους πολίτες σε εγκαρτέρηση με την ελπίδα προσεχούς βελτίωσης της τύχης τους!
Σταδιακά, η έλλειψη τροφών γινόταν μεγαλύτερη και επηρέαζε κυρίως τα φτωχά και μεσαία στρώματα, εκτός των «εχόντων». Η Επιτροπή Τροφίμων ανακοίνωνε συνεχώς πως έρχονται σιτηρά και κατήρτιζε πίνακες «Διανομής Αλεύρων»: […] Θα διατεθούν δια τον δήμον Αιαντίου σάκκοι 13, Αφετών 17, Ορμινίου 25, Σηπιάδος 28 κλπ, κλπ.
Τα άλευρα, τα δημητριακά και τα άλλα είδη μοιράζονταν, όταν υπήρχαν, με «δελτίο» από την Επιτροπή στους Πηλιορείτες, μέσω των επιλεγμένων «Πρατηρίων» που υπήρχαν σε κάθε χωριό, με πληρωμή. Όσο μεγάλωνε η έλλειψη, τόσο μίκραινε η αναλογία. Το ίδιο αύξαινε και η τιμή. Οι καταγγελίες των πολιτών για πλαστά Δελτία επιβραβεύονταν απ’ τις αρχές με περισσότερη ποσότητα απ’ την δικαιούμενη.
Εκεί στα «Πρατήρια» διανομής πολλές φορές διαδραματίζονταν διάφορα επεισόδια μεταξύ των χωρικών και των υπευθύνων παντοπωλών που είχαν σχέση με ελλιποβαρή παράδοση, αισχροκέρδεια και νοθεία. […] Εις τα χωρία του Πηλίου η κατάστασις ευρίσκεται εις σημείον απελπιστικόν, καθ’ όσον σπανίζει εις ταύτα ο άρτος [...] έλεγαν οι εφημερίδες.
Ο λαός της Ζαγοράς […] προ της γενικής ελλείψεως άρτου[…], στο τέλος Φεβρουαρίου οργάνωσε δυναμικό συλλαλητήριο, όπου απαίτησε και πέτυχε την παραίτηση του Προέδρου θεωρώντας τον υπεύθυνο για την κατάσταση.
Εις Μακρυνίτσαν και Δράκειαν τοιαύτη είναι η έλλειψις του άρτου, ώστε υπάρχει φόβος εξεγέρσεως[…], έγραφε αστυνομική αναφορά.
Όλα τα χωριά υπέφεραν, με τα φτωχότερα, να έχουν μεγαλύτερες ελλείψεις. Αλλά και τα πλουσιότερα παρ’ όλη την παραγωγή, δεν βρίσκονταν σε καλύτερη θέση.
Απ’ το ακρινό Βένετο διαμαρτύρονταν και παρακαλούσαν να τους στείλουν αλεύρι και τρόφιμα, λέγοντας πως αρρωσταίνουν και θα πεθάνουν από ασιτία.
Κι απ’ τον Άγιο Λαυρέντη φώναζαν: Η ζωή των κατοίκων μας κατέστη αβίωτος. Παρατηρείται γενική έλλειψις άρτου. Τα υπάρχοντα ολίγα τρόφιμα όχι μόνον ολίγον κατ’ ολίγον εξαντλούνται, αλλά και πωλούνται όσον η ψυχή του καθενός βαστά. […] Αργότερα στη γιορτή του Νέου Αποστόλου, θα εκδοθεί ανακοίνωση αδυναμίας του ναού να μοιράσει φαγητό στους προσκυνητές…
Οι μύλοι των χωριών αλευροποιούσαν όσα προϊόντα περιείχαν άμυλο και προέρχονταν από την παραγωγή τους. Στο Πήλιο δεν παρήγαγαν σιτάρι, εκτός από λίγο στην Αργαλαστή και καλαμπόκι στο μικρόκαμπο των Λεχωνίων! Το «φασ’λόψωμο ή φασ’λίσιο» ήταν τότε το ψωμί τους, καθώς και το ανάμεικτο. Αλεύρι με κάστανα, ρεβύθια, πατάτες ή κουκιά!
Μαζί μ’ αυτά και η παραγωγή ψωμιού από …αγριάδα: Η πείνα εις τα χωρία του Πηλίου έφθασεν μέχρι τοιούτου σημείου ώστε πολλοί κάτοικοι τρέφονται με ρίζας αγριάδας, τας οποίας αλευροποιούν […] 
Η παραγωγή ελιάς και λαδιού, οι πατάτες στα ανατολικά χωριά, τα λαχανικά, αλλά και τα ψάρια της Κάρλας που ήταν χωρίς διατίμηση, έσωσαν κάπως την κατάσταση και τον πληθυσμό από το μαζικό θάνατο!
[…] Έχομεν άφθονα γεώμηλα, ώστε η πείνα δεν μας φοβερίζει  […] είχε πει ο Βαϊνόπουλος στο Γάλλο. Μέχρι και η Βασίλισσα έκανε συστάσεις στους Πηλιορείτες να τρώνε πατάτες!
Ωστόσο οι πατάτες του Ανατολικού Πηλίου επιτάχτηκαν με διαταγή από την Επιτροπή Τροφίμων και στάλθηκαν στην Αθήνα.
Όσοι κάτοικοι είχαν στις αποθήκες τους ή μετέφεραν προϊόντα διατροφής, τα δήλωναν υποχρεωτικά. Η απόκρυψή τους συνεπαγόταν κατάσχεση, αλλά και ποινή.
Σε Ζαγορά, και Αργαλαστή ιδρύθηκαν συσσίτια «δια την ανακούφισιν των απόρων τάξεων» και σε πολλά χωριά γίνονταν έρανοι για τον ίδιο λόγο.
Κι ενώ τα δεινά συνεχίζονταν η Ιερά Σύνοδος έστειλε μήνυμα «δώρον άδωρον» στους χριστιανούς να μη νηστέψουν για τη Σαρακοστή, λέγοντας: […]εις τοιαύτας στερήσεις τροφίμων, ουδείς χριστιανός θα αμαρτήση αν κρεωφαγήση […]
Οι δύσκολες αυτές στιγμές του πηλιορείτη λαού περνούσαν και στις διασκεδάσεις του:
Ήρθαν οι αποκριές / έρημες και σκοτεινές, ούτε λάδι στο μπουκάλι / ούτε αλεύρι στο τσουβάλι!
Ο Σατραζέμης συνεχίζοντας τις εγγραφές του ανέφερε, πως εκτός από την πείνα που εξακολουθούσε, το Φεβρουάριο υπήρχε ψύχος και παγωνιά χωρίς χιόνια. Μάρτη και Απρίλη η κατάσταση επιδεινωνόταν με το λαό να υποφέρει. Οι χωρικοί προσπαθούσαν να χορτάσουν μαζεύοντας χόρτα.

Και η επιδείνωση συμπορεύτηκε και με την κατάληψη του Βόλου και των χωριών από τους Γάλλους στις 1-2 Ιουνίου.
Εκφόρτωση ξύλων για τις ανάγκες του σιδηροδρόμου
στο λιμάνι του Βόλου
(Αρχεία γαλλικού στρατού)
Η ζωή των κατοίκων αυτήν την περίοδο είχε δυσκολέψει και όλοι προσπαθούσαν να επιβιώσουν. […] Έχει επέλθει τοιαύτη εξάντλησις ώστε είναι αδύνατον να συνεχίσουν οι κάτοικοι τας εργασίας των επί μακρόν[…] έγραφε η ΘΕΣΣΑΛΙΑ όταν ξανακυκλοφόρησε. Κάποιοι επιβίωναν και με ανορθόδοξους τρόπους, όπως με κλοπές και λαθρεμπόριο.
    Η έλλειψη αλατιού δημιούργησε προβλήματα κυρίως στη συντήρηση της ελιάς και των τυριών. Πολλοί έβραζαν θαλασσινό νερό για να αποκτήσουν ελάχιστο για άρτυμα. Οι συνέπειες της έλλειψης αλατιού (βλ. ιώδιο) φάνηκαν στο γυναικείο πληθυσμό τα επόμενα χρόνια, με αποτέλεσμα τη δημιουργία βρογχοκήλης.

    Εκτός της πείνας και η έλλειψη πετροκάρβουνου επηρέασε τη ζωή των χωρικών. Η συγκοινωνία Βόλου- Μηλεών περιορίστηκε σταδιακά από τέσσερα σε ένα δρομολόγιο ημερησίως.
     Ο αυστηρός αποκλεισμός σταμάτησε μετά από εξήμιση μήνες. Παρόλες τις προσπάθειες των Συμμάχων να υπάρξουν προμήθειες η ζωή των κατοίκων άργησε πολύ να επανέλθει στα φυσιολογικά.

     Στα Ληξιαρχεία των χωριών του 1917, βρέθηκαν καταγραμμένοι αρκετοί θάνατοι, με τα πιστοποιητικά να αναγράφουν την αιτία : «εξ αθρεψίας, ασιτίας, καχεξίας, πείνης ή εξαντλήσεως». Ήταν αποτέλεσμα της λιμοκτονίας. Ενδεικτικά, έχουμε στον Αϊ-Γιώργη το θάνατο τριών παιδιών και 27χρονου, στα Άνω Λεχώνια 50χρονου και 3χρονης και στο ακρινό Τρίκερι τριών παιδιών και μιας 36χρονης. Πολλαπλάσιοι όμως θάνατοι υπήρξαν την επόμενη χρονιά του ’18 που θέρισε τους πρώτους μήνες η βαρυχειμωνιά και τους τελευταίους η γρίπη, βρίσκοντας τους συμπατριώτες μας σε πλήρη εξάντληση...
Και αντί επιλόγου τα λόγια του γιατρού: […] χάλια, χάλια εις το ελληνικόν Βασίλειον. η Ακρίβεια εξακολουθεί. ήραν μεν τον αποκλεισμόν, αλλά έχομεν άλλον χειρότερον τον δι’ υποβρυχίων Γερμανικών […] άρτος δεν υπάρχει. Έλλειψις... Και έτσι με βάσανα και στεναχώριες παρήλθε το 1917! […]***

------------------------------------------------------
* Ομιλία μου (περιληπτική εισήγηση) στην ημερίδα «Θεσσαλία: Ένας αιώνας από το πολυσήμαντο έτος 1917» (Βόλος 13-10-2017).
** Ευχαριστίες πολλές στο γιο του γιατρού κ. Νικόλαο Σατραζέμη που μου το παραχώρησε μέσω του κ. Γιάννη Κονιόρδου.
*** Δείτε για το λιμό κι (ΕΔΩ) σε παλιότερες αναρτήσεις.
Γάλλοι στρατιώτες -Ζουάβοι 
ΠΗΓΕΣ:
---Ημερολόγιο του ανθυπίατρου Γεωργίου Σατραζέμη, από την Αργαλαστή. 
---Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ, Βόλος , διάφορες ημερομηνίες.
---Εφημ. ΩΡΑ, Αθήναι,  30-1-1917.
---Εφημ. ΕΜΠΡΟΣ, Αθήναι,  3,4-2-1917.
---Εφημ. ΘΕΣΣΑΛΙΑ, Βόλος 4-5-1917
---Εφημερίδα ΕΣΠΕΡΙΝΗ, Αθήναι 14-2-1917
---Περιοδικό ΙΕΡΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ, Αθήναι, 1-1-1917, τχ 28 
---Κ. Λιάπης, «Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΑΪ-ΓΙΩΡΓΗΣ ΤΟΥ ΠΗΛΙΟΥ», Βόλος 1994 
---Τα Οικονομικά Χρονικά, Αθήναι 22-4-1917  

Τετάρτη 29 Νοεμβρίου 2017

Οι Επίστρατοι

Οι Επίστρατοι του 1916-17
Βρισκόμαστε ακριβώς εκατό χρόνια πίσω, τέτοιες μέρες.
Η Ελλάδα χωρισμένη στα δύο (Εθνικός Διχασμός) με το «κράτος των Αθηνών» που διοικούταν και υποστήριζε το βασιλιά Κωνσταντίνο Α΄ και τμήμα του ήταν και η Μαγνησία και το «κράτος της Θεσσαλονίκης-Κυβέρνηση Εθνικής Αμύνης» που δημιουργήθηκε από τον Ελ. Βενιζέλο κλπ.
Το Νοέμβριο του 1916 οι Σύμμαχοι θέλοντας να πάρουν τον έλεγχο του «κράτους των Αθηνών» απόκλεισαν τον Πειραιά και βομβάρδισαν την Αθήνα, θέλοντας να εξαναγκάσουν την Ελλάδα να μπει στον πόλεμο. Αποβίβασαν στην Αθήνα μικρή στρατιωτική δύναμη που συγκρούστηκε με τους «επίστρατους». Οι ένοπλες συγκρούσεις μείνανε στην ιστορία ως «Νοεμβριανά». Ωστόσο οι Αγγλογάλλοι σύμμαχοι, κάνοντας «αποκλεισμό» στα νησιά και στα λιμάνια της Ελλάδας, ανάγκασαν αργότερα τον ουδέτερο ( ; ) βασιλιά να παραιτηθεί. Ο λαός υπέφερε από την πείνα και τη στέρηση αγαθών. Ο Βόλος και τα χωριά του Πηλίου ήταν σε δύσκολη κατάσταση. Παρόλα αυτά η «πίστη» στο βασιλιά ήταν μεγάλη. (Από τότε έμεινε η ρήση «ελιά και βασιλιά»)
Τότε για στήριξη του βασιλιά δημιουργήθηκε ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Εφέδρων (Π.Σ.Ε.) οι γνωστοί «Επίστρατοι». Αυτοί  (οι απολυθέντες στρατεύσιμοι) οργανώθηκαν από το γνωστό Ιωάννη Μεταξά και αποτέλεσαν μαζική πολιτική οργάνωση στην Ελλάδα κατά των φιλελεύθερων, της ξένης επέμβασης και της εισδοχής στον πόλεμο.
Όλοι τους ήταν οπλισμένοι με τα όπλα που έφεραν μαζί τους όταν αποστρατεύτηκαν τον Ιούλιο του 1916. Το κίνημα είχε μεγάλη δράση  από το 1916 έως τη διάλυσή του (μέσα από τους όρους της ΑΝΤΑΝΤ) στο τέλος Ιανουαρίου του 1917 και την παράδοση όλων ( ; ) των όπλων τους καθώς και όλου του πολεμικού υλικού που υπήρχε στα σπίτια κάποιων μεγαλόσχημων φιλοβασιλικών (βλ. οικογ. Καρτάλη στο Βόλο).
Ωστόσο ως παρακρατικών η δράση τους συνεχίστηκε μέχρι το 1920, όταν ξαναήρθαν στην εξουσία οι βασιλικοί.
Στο Βόλο και σ’ όλα τα πηλιορείτικα χωριά οι «επίστρατοι» είχαν μεγάλη δράση, που αναπτύχτηκε μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Αρχικά δρούσαν σαν πληροφοριοδότες «καταγγέλλοντας» τους αντίθετους βενιζελικούς, σαν ομάδες επιτήρησης της τάξης και περιφρούρησης των βασιλικών κλπ. Οι «αντίθετοι» δάσκαλοι και οι δημ. υπάλληλοι ήταν οι πρώτοι που δέχτηκαν τη μανία τους. 
Ήταν πανταχού παρόντες και «ο φόβος και τρόμος» για όσους δεν ήταν μαζί τους ή δεν τους στήριζαν! 
Οι συλλήψεις των βενιζελικών εκτός από τη διαπόμπευσή τους και τον εξαναγκασμό να δηλώσουν «αντιβενιζελικοί», ήταν καθημερινές. Εκείνοι ήταν που «αντικατέστησαν» το στρατό όταν (πάλι μέσα από τους όρους της ΑΝΤΑΝΤ) αποσύρθηκε στη Νότια Ελλάδα. 
Μάλιστα ήταν τόση η δύναμή τους που ο Δήμος Παγασών (Βόλου) έδωσε στις 21-11-1916 το όνομά τους σε δρόμο της πόλης, μετονομάζοντας την οδό Κουντουριώτου σε οδό «ΕΠΙΣΤΡΑΤΩΝ» και την οδό Ελ. Βενιζέλου σε οδό «18ης ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ» σε ανάμνηση των Νοεμβριανών της Αθήνας. Βέβαια, λίγο μετά επανήλθαν στην πρότερη ονομασία τους!
Αυτοί μαζί με τους κατά τόπους Αρχιερείς (όπως και στις 14/12/1916 στο Βόλο με το δεσπότη Γερμανό στην πλατεία Στρατώνων -Ρ.Φεραίου, αλλά και σ’ όλα τα πηλιορείτικα χωριά) οργάνωσαν και τα γνωστά «αναθέματα» του Ελ.Βενιζέλου!
Οι ίδιοι «επισκέφτηκαν» τα γραφεία της εφημερίδας ΘΕΣΣΑΛΙΑ το βράδυ της 18 Νοεμβρίου και έκαψαν φύλλα της. Τότε ήταν που ο Δημοσθ. Ρίζος έδωσε εντολή να κλείσει για 5 μήνες! Ακόμη το ίδιο βράδυ οργάνωσαν συλλαλητήριο στην παραλία και λεηλάτησαν το γραφείο των Φιλελευθέρων Βόλου.
Αυτοί ήταν οι πολιτοφύλακες «επίστρατοι» που έμοιαζαν με τα γερμανοαυστριακά και ιταλικά πρωτοφασιστικά κινήματα, αφού είχαν δομή στρατιωτική, με χαρακτηριστικά βίας και αντιφιλελεύθερα αισθήματα.  
Η ιστορία τους δείχνει μετά έναν αιώνα το μέγεθος του πάθους ( ; ) των συμπατριωτών μας για το βασιλιά εκείνες τις μέρες, αφού λίγο καιρό μετά …άλλαξε και λίγα χρόνια το 1920 …άλλαξε ξανά! 
Τέλος, δεν θα μπορούσε ο Γ. Σουρής να μη «σχολιάσει» με τις ρίμες του (ΡΩΜΗΟΣ, 3 Σεπτεμβρίου 1917) τους  «επίστρατους»:
«Μ’ ένα τίτλον επιστράτου βάζει τώρα τάρματα του 
κάθε του Βαρώνου φίλος.
Μα κι εγώ το γόνυ κλίνων είτε,παίδες των Ελλήνων,
αλαλάζω σαν Αισχύλος.
Με τρουμπέταις διαλαλούν πως νομίμως
εκτελούν υψηλότατον καθήκον.
Κάθε τόσο ξαφνικά, μπαίνουν και σε σπητικά,
κάνουν κι έρευναν κατ’ οίκον.
Ψάχνουνε νάβρουν πιστόλαις,
όπλα ,γκράδες, καραμπίναις,
κι αν ευρούν και πορτοφόλαις
σού τις πέρνουνε κι εκείναις.
Έρχονται, συμπολίτη, και στο δικό μου σπίτι
και κάνουν φασαρίαις.
Και ψάχνουν νάβρουν μπάλαις σε μαγειριά,
σε σάλαις, και σε τραπεζαρίαις.
Μια τάξι σαν και τούτη ως τώρα,
βρε φαφούτη, δεν ίδανε τα μάτια μου.
Ψάχνουν να βρούνε μπόμπαις στης νυκτικαίς μου ρόμπαις
και μέσα στα κρεββάτια μου.
Δεν έχουν ησυχία, και με γενναίον φρόνημα
 με δέρνουν, με κτυπάνε.
Άλλ’ όμως και δοχεία μού πέρνουνε δυσώνυμα,
και πάνε, πάνε, πάνε.
Ω σεις ασίκικα παιδιά της γης του Παρθενώνος,
πολλή μάς δέρνει πείνα... αν ήτανε τουλάχιστον
εκείνος ο Βαρώνος ακόμη στην Αθήνα.
Πατρίς μου, μην ανησυχής, παιδιά μεγάλης εποχής,
που παίζανε την μπάτσικα*.
Με φατριών περγαμηνάς εις τας Αθήνας τας κλεινάς
εβγήκανε για πλιάτσικα.»
(Ο ΡΩΜΗΟΣ, 3 Σεπτ. 1917)

*μπάτσικα: τυχερό παιχνίδι, χαρτοπαίγχνιο