Κατά την ιδίαν πεδινήν οδόν μίαν ώραν προβαίνοντες (απὸ το Βόλο), ερχόμεθα εις τα Λεχώνια. Αυτά κείνται επί μιας με χωράφια, αμπέλους, κήπους νεραντζίων, κίτρων και άλλων διαφόρων οπωρίμων δέντρων φυτευμένης πεδιάδος...

(Νεωτάτη της Θεσσαλίας Χωρογραφία-Ιωάννης Αναστασίου Λεονάρδος, 1836)

Π Ρ Ο Σ Ο Χ Η ! Μπορείτε να αντιγράφετε κείμενα κ.ά. από το ιστολόγιο. Αυτό, ΔΕΝ αποκλείει αναφορά στην ΠΗΓΗ. - Φωτογραφίες άλλων να μην ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝΤΑΙ - Ιδιωτικά αρχεία να ΜΗΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝΤΑΙ.

Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2011

Το αρχοντικό Κοντού

(Από το αρχείο Νικ. Μαστρογιάννη)
Άμαξα μπροστά στο αρχοντικό, πριν φαρδύνει ο δρόμος. 
Επιβάτες -μάλλον-αριστερά ο Κοκοσλής και δεξιά ο Κοντός.
(Αρχείο Νικ. Μαστρογιάννη)
Το αρχοντικό Κοντού βρίσκεται πάνω στο δρόμο Βόλου-Τσαγκαράδας, σχεδόν στην είσοδο του χωριού Άνω Λεχώνια και χτίστηκε το 1900 μ.Χ. από την οικογένεια Κοντού.
Ο Νικόλαος Κοντός ήταν πρόξενος της Ρωσίας στην Ελλάδα. 

ΠΑΝΘΕΣΣΑΛΙΚΗ, Βόλος 5-12-1901
Η οικογένεια είχε μεγάλη περιουσία στη Ρωσία, στη Λωζάνη και στην Ελλάδα (Αθήνα, Βόλο και αλλού). Επίσης ο Νικ. Κοντός ήταν γνωστός και στην περιοχή των Φαρσάλων, αφού του ανήκε το τσιφλίκι της Βρυσιάς που το είχε στα 1900 νοικιάσει στα τέσσερα αδέλφια Καραντινού.
Σπίτι τους στο Βόλο ήταν το νεοκλασικό κτίριο Γαμβέτα με Τ. Οικονομάκη (;), που αγοράστηκε από το Δημ. Καβούρα και σήμερα ανήκει στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.  (Παλιά εκεί λειτουργούσε ο ιδιωτικό Γυμνάσιο «Κοραής»). Επίσης στην ίδια οικογένεια ανήκε ο γνωστός πύργος Ολύμπιου (ΕΔΩ), που βρίσκεται μέσα στο ίδιο οικόπεδο, στ' Άνω Λεχώνια.
Το ατύχημα για την οικογένεια ήταν ότι το αρσενικό (Κωνσταντίνος) και τα θηλυκά (Ελένη και Κατίνα) παιδιά της - εκτός μιας- πέθαναν από φυματίωση. 
Οι εποχές ήταν τέτοιες που η αστική αυτή οικογένεια δεν μπορούσε να στιγματιστεί, οπότε κι η απώλειά τους αποδόθηκε σε άλλη αιτία θανάτου. Ο οικογενειακός τους τάφος (σπουδαίο νεότερο καλλιτεχνικό μνημείο) υπάρχει στο νεκροταφείο Βόλου, μαζί και ο θρύλος ότι δηλητηριάστηκαν από σαμιαμίδι που έπεσε στο ρόφημά τους ενώ, είναι γνωστό πως το σαμιαμίδι δεν είναι δηλητηριώδες! 
Ο οικογενειακός  τάφος Κοντού
στο παλιό νεκροταφείο του Βόλου
Το πένθος έπεσε βαρύ στην οικογένεια. Έκτοτε το αρχοντικό εγκαταλείφθηκε.
Το 1920 περίπου η κόρη της οικογένειας, Θελξινόη (γνωστή ως Θέλξα) πούλησε το σπίτι στο Γεώργιο Αλπάκη, που είχε τρεις κόρες κι έναν γιο, τη Σεραϊνα, την Αριστέα, τη Φρόσω και το Νίκο.
Ο Αλπάκης έδωσε το σπίτι προίκα στην κόρη του Φρόσω που παντρεύτηκε το Φ. Φιλιππίδη αγρότη από τις Πινακάτες. Η Φρόσω το έδωσε προίκα στη μεγάλη της κόρη που παντρεύτηκε τον Αντώνη Ασημάκη από τις Μηλιές.
Το 1960 περίπου το σπίτι πουλήθηκε στον  εργολάβο Κουτσιδάκη ή Κουφιδάκη, ο οποίος επισκευάζοντάς το δε σεβάστηκε την αξία του ως μνημείο και χρησιμοποίησε υλικά κατώτερης ποιότητας. Στο σοβά χρησιμοποίησε υπολείμματα ασετιλίνης αντί για ασβέστη που τα έπαιρνε από το εργοστάσιο «Οξυγόνο» του Βόλου. Οι τοιχογραφίες καταστράφηκαν όλες. Ο ίδιος εργολάβος παραχώρησε μέρος της αυλής για να διαπλατυνθεί ο επαρχιακός δρόμος Βόλου-Τσαγκαράδας. Τρία χρόνια μετά αυτός αρρώστησε και πέθανε. Οι κόρες του το πούλησαν στο δικηγόρο Κίμωνα Χατζησταματίου.

Το αρχοντικό χρησιμοποιήθηκε άλλοτε ως ξενοδοχείο και άλλοτε ως πολυκατοικία. Στους Λεχωνίτες είναι γνωστό και με το όνομα "πολυκατοικία". 
Από το 1930 έως το 1940 περίπου κατοικήθηκε από τις οικογένειες: Δημήτρ. Ολύμπιου, συμβολαιογράφων Σταμ. Δημητριάδη και Νικ. Κόντσα, οι οποίοι είχαν και τα συμβολαιογραφεία τους εκεί, από το βουλευτή Κων. Σαμαρά και το δάσκαλο Χαρίλαο. Μαυράκη.
Το 1941 καταλήφθηκε από Γερμανούς, που εγκατέστησαν προσωρινά σ’ αυτό το αρχηγείο τους. Το 1944 πριν και μετά την αποχώρησή τους, εγκαταστάθηκε στο κτίριο η περιβόητη φιλογερμανική ΕΑΣΑΔ-Ομάδα Άνω Λεχωνίων με αρχηγό το Λεχωνίτη Σπύρο Ραφτόπουλο -γνωστό ως Καλαμπαλίκη, όπως και η ομάδα του ως "Καλαμπαλίκηδες". 
(ΕΑΣΑΔ=Εθνικός Αγροτικός Σύνδεσμος Αντικομμουνιστικής Δράσεως με αρχηγό την εγκληματική φυσιογνωμία Τάκη-Δημήτρη Μακεδόνα από τη Σκόπελο,υπεύθυνο Μαγνησίας). 

Στη συνέχεια κατοικήθηκε από ανταρτόπληκτες οικογένειες, που έρχονταν από τα ανατολικά χωριά του Πηλίου. Επίσης στο ίδιο αρχοντικό κατοίκησαν πολλές οικογένειες από το Βόλο και τα Λεχώνια την περίοδο μετά τους καταστρεπτικούς σεισμούς του 1955.
Σήμερα το αρχοντικό είναι ακατοίκητο και εσωτερικά μισοερειπωμένο και λεηλατημένο. 
Νοτιοδυτική όψη
Νότια όψη με θέα το Πήλιο
Είναι από τα χαρακτηριστικότερα δείγματα του νεοκλασικισμού. Περιλαμβάνει ημιυπόγειο, ισόγειο, πρώτο όροφο και σοφίτα.
Διάδρομος και δωμάτια ορόφου
Σκάλα προς σοφίτα
Στο ισόγειο υπάρχει πλατιά είσοδος με σκάλα που οδηγεί στους ορόφους. Ανατολικά της εισόδου υπάρχουν σάλα, κουζίνα, τουαλέτα. Το ίδιο και δυτικά. Έξω από τις σάλες υπήρχαν μεγάλα στέγαστρα για τους θερινούς μήνες. 
Στον πρώτο όροφο περιμετρικά της κλίμακας υπάρχουν εννιά δωμάτια και δύο λουτρά. Στη σοφίτα περιμετρικά της κλίμακας υπάρχουν πέντε δωμάτια και λουτρό Στη σοφίτα έμεναν οι τρεις υπηρέτριες, όταν η οικογένεια Κοντού είχε το σπίτι.
Η οικοδομή είναι κτισμένη με πέτρα και πορσελάνη, για αυτό και από τους σεισμούς δεν ρηγματώθηκε. 

Το αρχοντικό είχε ωραίο κήπο, βεράντες με κιόσκια, σιντριβάνι και δύο φοίνικες στην είσοδο, που υπάρχουν ως σήμερα.
Έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο ως εξαιρετικό νεοκλασικό. Πριν από λίγα  χρόνια αποκτήθηκε κατόπιν αγοράς (470.000 ευρώ) από τον πρώην  δήμο Αρτέμιδος και τους όμορους πρώην δήμους Μηλεών και Αγριάς (διαδημοτική συνεργασία) για να γίνει - αφού αναπαλαιωθεί- διαδημοτικό πολιτιστικό κέντρο.
Το αρχοντικό έχει επίσης χαρακτηριστεί ως "στοιχειωμένο", αφού η πρώτη οικογένεια  σχεδόν ξεκληρίστηκε. Ακόμη επειδή το οίκημα την περίοδο του Β΄ Παγκόσμιου πολέμου χρησιμοποιήθηκε για τους σκοπούς των κατακτητών και των συνεργατών τους, η κακή του φήμη αυξήθηκε.
Ο Νικόλαος Κοντός
καταγόταν από  πλούσια οικογένεια της Ανακασιάς. Παντρεύτηκε την  Περσεφόνη Πατάκη και απόκτησε την Ελένη, τον Κώστα, την Κατίνα, την Θέλξη (Θελξινόη) και την Αγγελική.
Ο Νικόλαος ανήκε στο προξενικό σώμα της Ρωσίας. Παράγγειλε στη Ρωσία κώδωνα (καμπαναριό) για τον Άγιο Νικόλαο, γιατί ο παλιός ήταν ακατάλληλος.
Η μητέρα του Αγγελική πέθανε στη Θεσσαλονίκη, σε μεγάλη ηλικία, το Δεκέμβριο του 1889. Το 1903 ο Νικόλαος αρρώστησε. Η Περσεφόνη άφησε κληρονόμο της περιουσίας τη Θέλξη ή την Αγγελική, σύζυγο Πέτρου Μάγγου, η οποία ήταν ευκατάστατη και κατοικούσε στην Αθήνα το 1924. Τα τρία παιδιά του Νικολάου η Ελένη, ο Κώστας και η Κατίνα ήταν φυματικά  και πέθαναν σε νεαρή ηλικία. Η Κατίνα πέθανε στο Βόλο στις 9 Απριλίου 1896 σε ηλικία 16 ετών. Η Ελένη πέθανε το 1896 στη Γενεύη της Ελβετίας όπου ήταν τα σανατόρια των φυματικών σε ηλικία 15 ετών. Η χρονολογία θανάτου της είναι γραμμένη στα γαλλικά στο βάθρο του μνημείου στο Βόλο. Για τον Κων-νο δεν υπάρχουν στοιχεία. Είχε προσβληθεί και η Θελξινόη αλλά όχι σε προχωρημένο στάδιο κι έτσι ξέφυγε το θάνατο σε νεαρή ηλικία. Παντρεύτηκε το Δημήτριο Αγνίδη, πρεσβευτή της Ελλάδας στο Λονδίνο και υπουργό Εξωτερικών της εξόριστης κυβέρνησης κατά τον πόλεμο. Πέθανε μετά το 1950.
Ήταν τέτοια η νοοτροπία της εποχής που δεν επέτρεπε να μαθευτεί η αλήθεια. Έτσι βρέθηκε η αιτιολογία-πρόσχημα ότι ένα σαμιαμίδι τους δηλητηρίασε το πρωινό τους και πέθαναν. Μια ένδειξη της αρρώστιας των παιδιών είναι ότι η μητέρα Περσεφόνη κάνει δωρεά στο νοσοκομείο του Βόλου 500.000 δρχ "προς νοσηλείαν και των εν αυτώ εκάστοτε ασθενών και ιδία και εν τω δια φθισικούς προορισμένω τμήματος".
Οι επιζήσαντες έμεναν στην οδό Ιάσονος με Μαυροκορδάτου. Επειδή θεωρούσαν όμως το σπίτι γρουσούζικο και μολυσμένο, το εγκατέλειψαν και έκτισαν ένα καινούριο στην Μαυροκορδάτου με Ερμού. Δεν περιορίστηκαν όμως σ’ αυτό . Πούλησαν και την εξοχική κατοικία στα Άνω Λεχώνια, το ονομαζόμενο "ροζ σπίτι". Το πούλησαν στον Αλπάκη και αυτός στον Χατζησταματίου.
 ( Το κείμενο για τον Ν. Κοντό είναι αντιγραφή από το βιβλίο "Ιστορίες ζωής και θανάτου στο νεκροταφείο του Βόλου" της Βασιλείας Γιασιράνη –Κυρίτση. Εκδόσεις ΩΡΕΣ -Βόλος 1996)
Η συλλυπητήρια αγγελία για το θάνατο της κόρης του Ν. Κοντού σε εφημερίδα της εποχής... 
... και η ευχαριστήρια επιστολή στην ίδια εφημερίδα του πατέρα Ν. Κοντού.
ΥΓ : Η συνέχεια για το θρύλο του στοιχειωμένου -η αρχή είχε γίνει πολύ παλιότερα με τους θανάτους της οικογένειας Κοντού-, ήταν μετά τον πόλεμο και από κάποιους που ένα βράδυ ευρισκόμενοι  έξω απ’ την «πολυκατοικία», είδαν κάτι σκιές πάνω στα ψηλά παράθυρα του αρχοντικού που εμφανίζονταν και χάνονταν. 
Ήταν γάτες που είχαν κλειστεί μέσα και που πηδούσαν στα τζάμια, νομίζοντάς τα άνοιγμα για να βγουν!!!!!  
Με τις παλιές ιστορίες στο μυαλό τους οι Λεχωνίτες, ανατροφοδότησαν το μύθο του στοιχειωμένου που έκτοτε αναπαράγεται!!  (Μαρτυρία του Γρηγόρη Ολύμπιου)
ΥΓ 2: Πολλοί λένε πως στο κτήριο έγιναν εκτελέσεις, από τους Γερμανούς και τους Έλληνες συνεργάτες τους. Εκτελέσεις μέσα εκεί δεν έγιναν. Βασανισμοί δυστυχώς έγιναν, αρκετοί μέχρι θανάτου… 

Να κι ένα παιλότερο έμμετρο για το αρχοντικό Κοντού από το γνωστό "'Αλικο": 
Το στοιχειωμένο σπίτι Στ’ άνω Λεχώνια μπαίνοντας, βλέπεις παρατημένη, μιαν έπαυλη που όλοι λεν πως είναι στοιχειωμένη. Πριν χρόνια λένε παίχτηκε κάποιας αγάπης δράμα, και από τότε ακούγεται συχνά φωνή και κλάμα. Άλλοι, μας λεν, στην κατοχή την έπαυλη ορίζαν οι Γερμανοί και τις νυχτιές συντρόφους βασανίζαν. Έτσι κι αλλιώς, κι αν πρόκειται γι’ αλήθεια ή για ψέμα ο μύθος λέει πως χύθηκε εκεί αθώων αίμα . Τις νύχτες με πανσέληνο κανείς δεν πλησιάζει, όλες τις ζωντανές ψυχές κάτι άγνωστο τρομάζει. Οι ψύχραιμοι και λογικοί λένε πως είναι τρέλα, κι όμως ο Αλεξόπουλος πήγε στον Χαρδαβέλα. Όμως κι αν πήγε τι μ’ αυτό, τι κι αν μιλήσαν τόσοι, μια λογική εξήγηση κανείς δεν θα μας δώσει. Καθ’ ένας τρέμει για να μπει κακό για να μην πάθει, μα κάποιος λέει «Μπαίνω ‘γω μένα με λένε Στάθη. Μάγια, νεραϊδες, ξωτικά, φαντάσματα και τέτοια, για μένα που ‘μαι ιατρός είν’ όλα μαραφέτια. Μόνο όσοι είναι ένοχοι τέτοια στοιχειά φοβούνται.. Φοβούνται αυτούς π’ αδίκησαν ότι τους εκδικούνται. Πάρτε λοιπόν τις κάμερες πάρτε ότι μπορείτε, να δείτε πως ο Τσαταλός με τέτοια δεν πτοείται. Θα μπω σε κάθε κάμαρα κάτσε μακριά και κοίτα, θ’ αρχίσω απ’ το υπόγειο μέχρι και τη σοφίτα. Σε όποιο δώμα θα περνώ την πόρτα του θα κλείνω, θ’ ανάβω λίγο ένα κερί κι ύστερα θα το σβήνω. Θα ‘ναι αυτό απόδειξη πως το ‘χω περπατήσει, να μη μπορεί κανένας σας να με αμφισβητήσει. Κι αν ακουστούν, φωνές στριγκλιές εγώ δεν θα τρομάξω, θα ξέρω πως είναι φαρσέρ κι έξω θα τον πετάξω . Μόνο στα άρρωστα μυαλά μόνο στη φαντασία , φωλιάζει ο τρόμος συνεχώς κι η δεισιδαιμονία.»
Άλικος

Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου 2011

Κάστρο - Παλιόκαστρο των Λεχωνίων



Κάστρο - Παλιόκαστρο των Λεχωνίων 

(όπως τα είδε ο A. Mézières, το 1851)

Υπόλειμμα καστρόπυργου νότιου τείχους 

(Αντιγραφή από τη «ΘΕΣΣΑΛΙΑ» - Διαδρομές, Κυριακή 5 Σεπτεμβρίου 2004 -  Κείμενο του Κ. Λιάπη)

Επόμενος σταθμός του Γάλλου περιηγητή είναι το Παλιόκαστρο των Λεχωνίων, απ’ το οποίο ο ίδιος μας δίνει ένα πλήθος από ενδιαφέρουσες πληροφορίες. Εδώ ο Mezieres είδε καλά διατηρημένα αρκετά τμήματα των βυζαντινών αλλά και των ρωμαϊκών τειχών που σχημάτιζαν στη νότια πλευρά του κάστρου διπλό περίβολο, είδε αρκετούς επίσης τετράγωνους πύργους κατά διαστήματα στα τείχη, διαπίστωσε πολυάριθμα ίχνη κατοικιών στο εσωτερικό της πραγματικά μεγάλης αυτής καστροπολιτείας, καθώς και το χορό μιας βυζαντινής εκκλησιάς στην ακρόπολή της και δικαιολογημένα κατέληξε στο συμπέρασμα πως «εδώ υπήρξε απ’ την περίοδο του bus embire μια πόλη κάποιας σπουδαιότητας». Αλλ’ ας δώσουμε καλύτερα  το λόγο στον ίδιο, για να μας παρουσιάσει, με τη χαρακτηριστική μεθοδικότητα που χαρακτηρίζει τις περιγραφές, τις παρατηρήσεις και τους προβληματισμούς του, την ταυτότητα κι αυτού του οχυρού τόπου.

...λόφος προστατευμένος από την ανατολή από μεγάλους βράχους
 που πέφτουν κατακόρυφα...
«Πάνω απ’ το χωριό», γράφει, ύστερα από μια σύντομη αναφορά του για τα φθίνοντα υπό την τουρκική ακόμα κατοχή Λεχώνια, «υψώνεται ένας λόφος προστατευμένος από τα βόρεια, την ανατολή και τη δύση από μεγάλους βράχους, που πέφτουν κατακόρυφα, μέσα σε μια χαράδρα βαθιά. Αν και δεν υπάρχει παρά ένα πολύ μικρό οροπέδιο στην κορυφή, το δε έδαφος ακόμα και στα νότια είναι πολύ απόκρημνο, όλο το ανώτερο μέρος αυτού του υψώματος φέρνει ίχνη πολυάριθμων κατοικιών. Τμήματα τειχών, υπόβαθρα, τούβλα συσσωρευμένα, δείχνουν πως εδώ υπήρξε κάποτε μια πόλη κάποιας σπουδαιότητας. Τα περισσότερα απ’ τα ερείπια αυτά ανάγονται στην εποχή της βυζαντινής αυτοκρατορίας (bus embire), μερικά ίσως μπορούν να είναι και ρωμαϊκά, κανένα απολύτως δεν είναι ελληνικό. Παρ’ όλη τη φυσική οχύρωση που σχηματίζουν οι τρεις πλευρές των απόκρημνων βράχων, στα ενδιάμεσα, που μου φάνηκαν λίγο οχυρωμένα, ύψωσαν τείχη από πέτρες και τούβλα τσιμεντωμένες. Στη βόρεια πλευρά, ένα τμήμα τείχους καλά διατηρημένο, μου έκανε εντύπωση από την κανονικότητα της κατασκευής του. Αποτελείται από εναλλασσόμενες σειρές τούβλων και λίθων συνδεδεμένων μ’ ένα παχύ στρώμα τσιμέντου. Νόμισα πως εγνώρισα ρωμαϊκή εργασία. Όλες οι οχυρώσεις της βορινής πλευράς φαίνονται να ανήκουν στην ίδια εποχή. Στη νότια όμως πλευρά δεν υπάρχουν παρά χονδροειδώς κατασκευασμένα τείχη βυζαντινής προέλευσης.
Στη ΒΔ γωνία του οροπεδίου, που στεφανώνει το ύψωμα, παρατήρησα τα ερείπια βυζαντινής εκκλησούλας, της οποίας διασώζεται ο χορός. Ήταν χονδροειδώς διακοσμημένη, αν κρίνει κανείς απ’ τις μικρές κολόνες από γκρίζο μάρμαρο κι από μερικές πέτρες φορτωμένες βάρβαρα ανάγλυφα που βρίσκει κανείς ανάμεσα στα θραύσματα.
Γύρω τριγύρω ήταν σπίτια, που τη θέση τους τη δείχνουν ακόμα σωροί από τούβλα. Απ’ το μέρος που κοιτάζει προς τη θάλασσα, το οποίο είναι και το μόνο που είδα σχεδόν βατό, αν και αρκετά απόκρημνο, η ακρόπολη προασπίζεται από διπλό τείχος, που εκτείνεται κατ’  ευθεία γραμμή απ’ τους προς Α βράχους εις τους προς Δ παρόμοιους.
Απ’ τα δυο αυτά τείχη το βορινό περικλείει τον κατοικήσιμο περίβολο της πόλης, ενώ το νότιο δεν είναι παρά ένα ψηλότερο οχυρό, που έγινε από περίσσεια μέριμνα προστασίας. Ανάμεσα δε στα δυο τείχη εκτείνεται ένα γήπεδο πολύ ανώμαλο και απότομο, που δεν μπορεί να είχε κατοικηθεί και που χρησίμευε αποκλειστικά για την άμυνα. Και το ένα και το άλλο (τείχος) είναι ενισχυμένα με πύργους τετράγωνους, χονδροειδώς χτισμένους, πιθανώς της ίδιας εποχής, δηλαδή της βυζαντινής αυτοκρατορίας.
Και αυτά είναι όσα γράφει ο Mezieres, στην προσπάθειά του να σχηματίσει και να μας δώσει μια εικόνα των λειψάνων και του παλιού τούτου οχυρού χώρου.
Ο ίδιος όμως με βάση τις παρατηρήσεις του και τα όσα ήταν γνωστά απ’ τον Όμιλο, τους αρχαίους γεωγράφους Σκύλακα, Στράβωνα και Πλίνιο, αλλά και τον σχεδόν συγκαιρινό το Άγγλο περιηγητή κι ερευνητή William Leake, καταπιάνεται στη συνέχεια με το θέμα του εντοπισμού της αρχαίας πόλης που πρέπει, κατά την άποψή του, να βρισκόταν στο συγκεκριμένο αυτό χώρο ή κοντά σ’ αυτόν. Και σημειώνει: «Αν και κανένα ερείπιο ελληνικό δεν υπάρχει στα Λεχώνια, παρ’ όλα αυτά μας επιτρέπεται να πιστεύουμε ότι μια τόσο ευνοϊκή τοποθεσία δεν ήταν δυνατόν ν’ αμεληθεί κατά την αρχαιότητα. Η θέση είναι απ’ τη φύση της οχυρή, η (διπλανή) πεδιάδα εύφορη, η θάλασσα σε μικρή απόσταση. Ξέρουμε άλλωστε ότι οι Ρωμαίοι δεν ίδρυσαν καμιά καινούργια πόλη στην Ελλάδα. Αρκούνταν στο να καταλαμβάνουν τις αρχαίες και να υψώνουν τα τυχόν κατεστραμμένα τείχη τους. Αν υπάρχουν ρωμαϊκά ερείπια στα Λεχώνια, δεν είναι αυτό κι ένα άλλο επιχείρημα για να τοποθετήσουμε στο ίδιο αυτό μέρος μια αρχαία ελληνική πόλη;
Δεχόμενοι την υπόθεση αυτή, που όλα μας την επικυρώνουν, τότε τα Λεχώνια μπορεί να είναι η θέση της ομηρικής πόλης Μεθώνης ή Μοθώνης, της μόνης πόλης που τοποθετείται από τον Πλίνιο και από το Σκύλακα ανάμεσα στην Ιωλκό και στην Ολιζώνα και την οποία δε συναντήσαμε στη δυτική παραλία της Μαγνησίας.
Μόνο μια δυσχέρεια γεννιέται στο ζήτημα αυτό: είναι ότι ο Στράβων (ΙΧ, 436) τοποθετεί τη Δημητριάδα ανάμεσα στις Παγασές και στη Νήλεια, την οποία Νήλεια κανένας άλλος συγγραφέας δεν μνημονεύει και ότι τα Λεχώνια βρίσκονται ακριβώς στην ίδια απόσταση απ’ τη Γορίτσα, όσο και η υποτιθέμενη τοποθεσία των Παγασών. Αν η Μεθώνη είναι στα Λεχώνια, τότε πού να αναζητήσουμε  τη Νήλεια; Δεν απομένει κανένα ερείπιο μέσα στο διάστημα των 4 μιλίων που χωρίζει το σημείο τούτο απ’ τη Γορίτσα κι όμως απ’ το μέρος αυτό θα έπρεπε να βρίσκεται η πόλη για την οποία μιλάει ο Στράβων, καθόσον ήταν σε κατεύθυνση αντίθετη προς την πόλη των Παγασών. Καθώς ο Έλληνας γεωγράφος δεν περιλαμβάνει τη Μεθώνη ανάμεσα στις γειτονικές της Ιωλκού πόλεις, επειδή δε και κανένας συγγραφέας δεν αναφέρει τη Νήλεια, πιθανόν τα δυο αυτά ονόματα να προσδιόριζαν, σε διαφορετικές εποχές, μια και την αυτή πόλη, ή μάλλον, αν πρέπει να δεχτούμε την ύπαρξη δυο ξεχωριστών πόλεων, τότε μπορούμε να τοποθετήσουμε τη Νήλεια στα Λεχώνια και να οπισθοδρομήσουμε τη Μεθώνη μέχρι το Γενιτσαρόκαστρο, παρόλο ότι το τελευταίο αυτό ύψωμα ταιριάζει πολύ λιγότερο σε μια πολεμική θέση, σε μια ομηρική πόλη, απ’ όσο η οχυρή θέση των Λεχωνίων».

Διαβάστε ακόμη περισσότερα στα παρακάτω :
1.      Τα Λεχώνια και το Παλιόκαστρό τους- Κ. Λιάπης -Ανάτυπο 39ος τόμος Θεσσαλικά Χρονικά -Λάρισα 2001
       2. Τα "Παλιόκαστρα" του Πηλίου - Κώστας Λιάπης - Πανεπιστημιακές Εκδόσεις   Θεσσαλίας-    2010



Παρασκευή 2 Σεπτεμβρίου 2011

Δημοτικό Σχολείο Άνω Λεχωνίων


Η σχολική χρονιά αρχίζει...Καλή δύναμη σε παιδιά, δασκάλους και γονείς!

Ας δούμε ...και το Δημοτικό Σχολείο των Άνω Λεχωνίων

Αυλή και παλιό κτήριο σήμερα


Η λειτουργία του σχολείου και η κτηριακή του υποδομή:

Στα Κ. Λεχώνια, 1932, με το δάσκαλο Τσικρικά

Στα Κ. Λεχώνια, 1935

Στα Κ. Λεχώνια, 1939, με δασκάλα την Άννα Ηλία

Έτη πριν το 1955: Το σχολείο λειτουργεί ως ημερήσιο αλλά και ως νυχτερινό στο κτίριο του Δημοτικού στο Τοπάλειο Δημοτικό που βρίσκεται στα όρια των δύο χωριών Κάτω και Άνω Λεχώνια.

Έτος 1955-56 : Διαχωρισμός σχολείων και μεταστέγαση στα Άνω Λεχώνια.

‘Ετος 1956: Κτίσιμο 3 αιθουσών   3Χ48=144τμ & βοηθητικοί χώροι κλπ 56τμ. Το Σχολείο λειτουργεί ως 3/θέσιο

Έτος 1987: Προσθήκη 1 αίθουσας   4Χ12=48τμ  &  βοηθητικοί χώρων κλπ 42τμ. Λειτουργία ως 4/θεσίου

Έτος 2000: Νέα προσθήκη 2 αιθουσών   2Χ32,5= 65 & αίθουσας εκδηλώσεων, βοηθ. χώροι κλπ 190τμ Το Σχολείο από το 2000 λειτουργεί ως 6/θέσιο και ολοήμερο.



           Οικόπεδο: 2.365τμ -Σύνολο κτιρίου: 455τμ - Αυλή: 1.364τμ - Σχολ. κήπος: 1.001τμ                              

Δείτε εδώ 
& εδώ   (τη σελίδα του Σχολείου)