Κατά την ιδίαν πεδινήν οδόν μίαν ώραν προβαίνοντες (απὸ το Βόλο), ερχόμεθα εις τα Λεχώνια. Αυτά κείνται επί μιας με χωράφια, αμπέλους, κήπους νεραντζίων, κίτρων και άλλων διαφόρων οπωρίμων δέντρων φυτευμένης πεδιάδος...

(Νεωτάτη της Θεσσαλίας Χωρογραφία-Ιωάννης Αναστασίου Λεονάρδος, 1836)

Π Ρ Ο Σ Ο Χ Η ! Μπορείτε να αντιγράφετε κείμενα κ.ά. από το ιστολόγιο. Αυτό, ΔΕΝ αποκλείει αναφορά στην ΠΗΓΗ. - Φωτογραφίες άλλων να μην ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝΤΑΙ - Ιδιωτικά αρχεία να ΜΗΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝΤΑΙ.

Πέμπτη 21 Ιανουαρίου 2016

Αθανάσιος Μυλωνόπουλος

Ο άγνωστος ευεργέτης του Ορφανοτροφείου Βόλου
Τούτες τις μέρες έχει έλθει στο προσκήνιο το Ορφανοτροφείο του Βόλου (Φιλόπτωχος Αδελφότης Βόλου) με τα όποια προβλήματά του. Κάποιοι λένε διάφορα, κάνουν διάφορα, κάποιοι δείχνουν ενδιαφέρον(;) και οι υπόλοιποι συμπολίτες παρακολουθούν από τον ηλεκτρονικό τύπο και τις εφημερίδες εμβρόντητοι τα τεκταινόμενα σ’ αυτό το ίδρυμα που διαχρονικά έχει προσφέρει πολλά στα ορφανά του τόπου κι όχι μόνον.
Σήμερα θα παρουσιάσουμε έναν σπουδαίο δωρητή-ευεργέτη του Ιδρύματος που στην αυλή του υπάρχει η προτομή του.
Είναι ο Αθανάσιος Μυλωνόπουλος.
Κι αυτό για να γνωρίσουμε τον φιλάνθρωπο συμπατριώτη και ίσως μας «παραδειγματίσει» -ειδικά τώρα- ο βίος του!
Ο Αθανάσιος Μυλωνόπουλος γεννήθηκε στα 1856 στο Πουρί του Πηλίου. Σε ηλικία 12 ετών έφυγε από το χωριό του και πήγε στην Αίγυπτο κοντά σε άλλους συμπατριώτες του. Εκεί δουλεύοντας, έμεινε τρία χρόνια κι επέστρεψε για λόγους υγείας μετά από την προτροπή των γιατρών του. Ερχόμενος πίσω εγκαταστάθηκε στον Πειραιά, όπου και εργάστηκε για μια οκταετία. Ως τότε ασχολείται με το γενικό εμπόριο που κι αργότερα συνεχίζει.
Μετά πήγε στην Αγιά όπου για δώδεκα χρόνια επιστατούσε στην καλλιέργεια των κτημάτων του. Κάποια στιγμή έρχεται στο Βόλο και εργάζεται ως συνεργάτης της Τράπεζας Κοσμαδόπουλου ως τα 1911. Αποχωρώντας από την Τράπεζα ασχολήθηκε μόνος του με χρηματιστηριακές επιχειρήσεις. Έμενε στην οδό Κενταύρων 73 (Κ. Καρτάλη).
Απέκτησε από την πολύχρονη δουλειά του αρκετή περιουσία, που μεγάλο μέρος της άφησε με διαθήκη του στους συγγενείς του (αδελφό, αδελφή και ανηψιό περίπου 1.200.000 δρχ) και 2.000 λίρες στη σύζυγό του Βιολέτα Πολυμέρου του Γεωργίου (1862-1954) με καταγωγή επίσης από το Πουρί. 
Κάποια στιγμή του Αύγουστο του 1930, πήγε σε γάμο μιας ορφανής (τότε ήταν συνηθισμένο το Ίδρυμα να παντρεύει τις κοπέλες του αποκαθιστώντας τες) και γνωρίζοντας από κοντά και τα άλλα παιδιά του ορφανοτροφείου, συγκινήθηκε κι αποφάσισε να δώσει κάποιο χρηματικό ποσό σαν βοήθεια και για προίκα των κοριτσιών. Αυτό όμως το ποσό ήταν αρκετά μεγάλο! Δώρισε σε τρεις ισόποσες δόσεις το ποσόν των 6.000 λιρών. Πρώτα έδωσε από 2.000 τον Οκτώβριο και το Δεκέμβριο του 1930 και 2.000 τρεις μέρες πριν το θάνατό του. (Σκεφτείτε πως τότε η λίρα είχε 280 δρχ περίπου)
Πέθανε άτεκνος στις 2 Απριλίου 1931, από καρκίνο του προστάτη σε ηλικία 75 ετών.  Η κηδεία του έγινε πάνδημη την επόμενη στις 10.30΄ στον Άγ. Νικόλαο και λόγους έβγαλαν ο τότε πρόεδρος του Ιδρύματος Αθανάσιος Φιλιππάκης και φίλος του ευεργέτη και ο καθηγητής Σπυρίδων Διαμαντόπουλος μέλος του συμβουλίου. Παραβρέθηκαν οι αρχές του Βόλου και πλήθος κόσμου.  
Στο παλιό νεκροταφείο Βόλου βρίσκεται ο τάφος του, με μνημείο-στήλη του γλύπτη Νικόλα που στην επιγραφή στο υπόβαθρο γράφει: ΤΟ ΟΡΦΑΝΟΤΡΟΦΕΙΟΝ ΒΟΛΟΥ ΕΙΣ ΤΟΝ ΜΕΓΑ ΕΥΕΡΓΕΤΗΝ ΑΘΑΝ. ΜΥΛΩΝΟΠΟΥΛΟΝ.
Το μνημείο-στήλη.
(Από το βιβλίο της Βασ. Γιασιράνη-Κυρίτση "Ιστορίες ζωής και θανάτου...")
Το Ίδρυμα και σωστά, τον ανακήρυξε σε μέγα ευεργέτη, αφού ήταν ο μεγαλύτερος Βολιώτης που τότε έκανε αγαθοεργίες και έστησε την προτομή του στον αύλειο χώρο του, μετά από απόφαση των μελών του Διοικητικού του Συμβουλίου.
Η προτομή έγινε με δαπάνη του και εκτελέστηκε από τη Βολιώτισσα γλύπτρια Καίτη Τσολάκη, κόρη του τότε καθηγητή του Ελληνικού σχολείου Κοντογεωργίου, Βασιλείου Τσολάκη. Η γλύπτρια είχε γνωρίσει τον «παππού των ορφανών» όπως τον αποκαλούσαν και είχε σχεδιάσει τη μορφή του εκ του φυσικού. Έτσι απέδωσε και στην προτομή ακριβώς τα χαρακτηριστικά του. Στ' αριστερά του βάθρου αναφέρεται το όνομά της.
Η προτομή είναι στημένη σε βάθρο και στα δεξιά της εισόδου του Ιδρύματος.  
Κλείνοντας, ας δούμε ένα απόσπασμα του επικήδειου από τον καθηγητή Διαμαντόπουλο, σαν επίλογο αλλά και δίδαγμα.(*)    
ΠΗΓΕΣ:
-Εφημερίδες Βόλου ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ, ΛΑΪΚΗ ΦΩΝΗ, ΘΕΣΣΑΛΙΑ - Απρίλιος 1931
-«ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΖΩΗΣ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΟΥ ΣΤΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΤΟΥ ΒΟΛΟΥ» Γιασιράνη-Κυρίτση Βασιλεία, ΩΡΕΣ 1996

(*) Πιστεύω, πως έχει τον τρόπο του ο καθένας μας -ακόμη κι αυτές τις δύσκολες εποχές- να βοηθά το ίδρυμα. 
π.χ. Υπάρχουν σε διάφορα σημεία της πόλης κουμπαράδες ή κάνοντας μια κλήση στο τηλέφωνο-γραμμή στήριξης κλπ  κλπ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου