Λεχωνίτικος ελαιώνας |
Ελιές Πηλίου
Καλλιέργεια
Στο Πήλιο λόγω του ήπιου
κλίματος (ήπιος χειμώνας και σχετικά δροσερό καλοκαίρι) και των πρανών
πηλοαμμωδών εδαφών του, υπάρχουν αμέτρητα ελαιόδεντρα που καλλιεργούνται
χιλιάδες χρόνια. Αυτά ευδοκιμούν ως και τα 300 μέτρα περίπου, υψόμετρο. Είναι
ποικιλίας «Αμφίσσης», βασικά βρώσιμες (=επιτραπέζιες). Σήμερα έχει αναγνωριστεί
ως ΠΟΠ «ΚΟΝΣΕΡΒΟΛΙΑ ΠΗΛΙΟΥ -ΒΟΛΟΥ».
Η καλλιέργεια είναι αλλού
ποτιστική κι αλλού άνυδρη. Καλλιεργείται σ’ όλο το μήκος και πλάτος του βουνού
του Πηλίου. Ειδικά στο Νότιο Πήλιο η ελιά είναι μονοκαλλιέργεια.
Τα ελαιόδεντρα σήμερα τα
αγοράζουμε έτοιμα από τα φυτώρια και τα μεταφυτεύουμε. Παλιά, οι ίδιοι οι
αγρότες έβγαζαν ένα «κουλουρίζ’» (=παραφυάδα) αγριελιάς και το μεταφύτευαν στην οριστική θέση του.
Μετά από συνεχές πότισμα την άνοιξη το «θ’λιάζανι» (=εμβολίαζαν). Αυτό «έπιανι»
(=ριζώνε) και μεγάλωνε σιγά-σιγά και σε λίγα χρόνια απέδιδε καρπό.
Η ελιά την άνοιξη θέλει
«καθάρ’σ’μα»(=κλάδεμα), κοπριά ή λίπασμα. Το καλοκαίρι ή καλλιέργεια είναι σε
μέρος «βαρκό» (=υγρό και βαλτώδες έδαφος) δεν χρειάζεται πότισμα. Αν είναι σε
μέρος «στραγγ’στό» (=έδαφος που δεν κρατάει υγρασία) ή «ριβένι» (=άγονο,
πετρώδες έδαφος), θέλει «δασιά πότ’σ’μα» τους θερινούς μήνες.
Εχθροί
Εχθρούς το ελαιόδεντρο κι ο
καρπός, έχει το «δάκου», τον «πυρηνουτρύτ’ », το «βιρτζίλιου», το κυκλοκόνιο,
τη σηψηριζία κ.ά. Ο μεγαλύτερος εχθρός της όμως είναι ο ισχυρός παγετός. Είναι
«του κάψ’μου»(=παγοπληξία) όπου καταστρέφονται επειδή παγώνουν, οι ιστοί των
κλαδιών και σπάνε. Η καταστροφή είναι συνήθως μεγάλη και η αναβλάστηση διαρκεί αρκετά χρόνια. Κατά συνέπεια παραγωγή την περίοδο αυτή δεν υπάρχει.
Όταν ο παγετός είναι μικρός,
«καίουντι οι ‘λιές» παγώνει δηλαδή ο καρπός. Τότε το αποτέλεσμα είναι η ολική
ελαιοποίησή του.
Πολλές φορές επίσης λόγω του βάρους από τα χιόνια σπάζουν τα κλαδιά των ελαιόδεντρων.
Πολλές φορές επίσης λόγω του βάρους από τα χιόνια σπάζουν τα κλαδιά των ελαιόδεντρων.
Συγκομιδή- Καρπός [μαξούλ(ι)]*
Ο ελαιόκαρπος ωριμάζει από
το τέλος του καλοκαιριού και στα μέσα φθινοπώρου μαζεύονται οι πράσινες ελιές,
το «κουρούκ’». Αυτό το μάζεμα σταματά μόλις «γαλατσιάσ’νι οι ’λιές» και
αρχίσουν να κοκκινίζουν. Η τελική συγκομιδή αρχίζει μετά απ’ τα μέσα Οκτώβρη.
Σε παλιότερες εποχές η συγκομιδή γινόταν «σι δυο χέργια» δηλαδή σε δύο στάδια. Πρώτα
έπαιρναν τα «αρίλουγα απ’ μαυρίσανι» και μετά τον υπόλοιπο καρπό.
Το "γκρέμ'σμα" γινόταν με λούρια ή καλάμια μόνον από τους άντρες. Οι ελιές έπεφταν στο χώμα και από εκεί τις μάζευαν οι γυναίκες μέσα "στ'ς κούφες"(=κοντά κοφίνια καλαμένια ή και πλεγμένα ορισμένα τους τμήματα από λυγαριά, τα γνωστά «χερουκόφ'να»). Μετά τις έριχναν στα "γαλίκια" (=πλεκτά καφάσια σαν τις σημερινές κλούβες) ή «στ’ς αρκάδες» (=μεγάλα κοφίνια των 50-60 οκάδων). Αυτές τις μεταφέρανε με τα ζώα στα σπίτια ή στις αποθήκες για "διάλεγμα".
Σήμερα χρησιμοποιούν πανιά για να μην πέφτουν στο έδαφος, ελαιοραβδιστικά ή δονητές για το γκρέμισμα και κλούβες(=πλαστικά καφασια αποθήκευσης) για τη μεταφορά. Όταν ο καρπός λόγω κρύου «ζάρών'νι» τον αφήνανε μέχρι την Άνοιξη να «ξιγυαλίσει» και μετά τον συγκομίζανε.
Αν μετά τη διαλογή ο καρπός είναι εμπορεύσιμος, σήμερα συνήθως πουλιέται αμέσως. Παλιά έμπαινε «στ’ν κάδ’» (=κάδη, ειδικό μεγάλο βαρέλι χωρίς καπάκι) σε αλατισμένο νερό το «γάρο» και «γιένονταν» (=ωρίμαζε).Η περιεκτικότητα σε αλάτι του «γάρου» μετριέται με το «γραδόμετρο»(= πυκνόμετρο) και πρέπει να είναι από 8 ως 10 βαθμούς. Έτσι διατηρούταν μέχρι την πώλησή του, ακόμη και 2-3 χρόνια.
(φωτογραφία του λεχωνίτη Ηλία Σακελλάρη) |
Το "γκρέμ'σμα" γινόταν με λούρια ή καλάμια μόνον από τους άντρες. Οι ελιές έπεφταν στο χώμα και από εκεί τις μάζευαν οι γυναίκες μέσα "στ'ς κούφες"(=κοντά κοφίνια καλαμένια ή και πλεγμένα ορισμένα τους τμήματα από λυγαριά, τα γνωστά «χερουκόφ'να»). Μετά τις έριχναν στα "γαλίκια" (=πλεκτά καφάσια σαν τις σημερινές κλούβες) ή «στ’ς αρκάδες» (=μεγάλα κοφίνια των 50-60 οκάδων). Αυτές τις μεταφέρανε με τα ζώα στα σπίτια ή στις αποθήκες για "διάλεγμα".
(φωτογραφία του λεχωνίτη Ηλία Σακελλάρη) |
Σήμερα χρησιμοποιούν πανιά για να μην πέφτουν στο έδαφος, ελαιοραβδιστικά ή δονητές για το γκρέμισμα και κλούβες(=πλαστικά καφασια αποθήκευσης) για τη μεταφορά. Όταν ο καρπός λόγω κρύου «ζάρών'νι» τον αφήνανε μέχρι την Άνοιξη να «ξιγυαλίσει» και μετά τον συγκομίζανε.
Αν μετά τη διαλογή ο καρπός είναι εμπορεύσιμος, σήμερα συνήθως πουλιέται αμέσως. Παλιά έμπαινε «στ’ν κάδ’» (=κάδη, ειδικό μεγάλο βαρέλι χωρίς καπάκι) σε αλατισμένο νερό το «γάρο» και «γιένονταν» (=ωρίμαζε).Η περιεκτικότητα σε αλάτι του «γάρου» μετριέται με το «γραδόμετρο»(= πυκνόμετρο) και πρέπει να είναι από 8 ως 10 βαθμούς. Έτσι διατηρούταν μέχρι την πώλησή του, ακόμη και 2-3 χρόνια.
Για οικιακή κατανάλωση, οι
παραγωγοί έπαιρναν τις φρέσκες ζαρωμένες ελιές και αφού τις έβρεχαν με νερό,
τις έβαζαν σε τσουβάλι με μπόλικο χοντρό αλάτι. Μετά τις «πάτσιαζαν»
(=πλάκωναν) με μια βαριά πέτρα. Σε δυο βδομάδες ήταν έτοιμες για φαγητό.
(γρήγορη ωρίμανση πριν τα Χριστούγεννα)
Κάδες στην παλιά αποθήκη επεξεργασίας ελαιών των Αφών Ορφανού, στ' Άνω Λεχώνια |
Η παλιά γαλιάγρια του Τσακνάκη στο Μαλάκι (φωτογραφία του λεχωνίτη Ηλία Σακελλάρη) |
Ελαιοποίηση
Ο καρπός που είναι
«πεσιάς»(=ελιές που πέφτουν στο έδαφος) ή κακής ποιότητας «λαδουλιές»,
οδηγείται στη «γαλιάγρια» (=ελαιοτριβείο) για ελαιοποίηση (=παραγωγή λαδιού).
Οι ελιές Πηλίου δεν είναι
ιδιαίτερα αποδοτικές σε λάδι όπως π.χ. οι κρητικές ή οι μεγαρίτικες. Όμως
παίζει ρόλο η περιοχή καθώς και αν «του πιριβόλι»(=ελαιώνας) είναι ποτιστικό ή
άνυδρο. Από τα άνυδρα κτήματα οι ελιές βγάζουν περισσότερο λάδι, όπως και οι ελιές
οι «ζαρουμένες» αφού έχουν αφυδατωθεί λόγω κρύου.
Ποιότητα- Διαλογή
Παλιά οι ελαιοπαραγωγοί
διάλεγαν τον καρπό ανάλογα με το μέγεθος σε χοντρές-μέτριες- ψιλές- χαντρί. Ή
σύμφωνα με το χρώμα πράσινα- κόκκινα- κουρουκοκόκκινα- μαύρα- ζαρωμένες(=πεφρυγμέναι
ή παστουρμά ζεϊτούν). Τότε η
διαλογή γινόταν πάνω σε πάγκο. Σήμερα περνούν τον καρπό από μηχάνημα διαλογέα
που διαχωρίζει τον καρπό ανάλογα με τα τεμάχια κατά κιλό. Έτσι π.χ. αν είναι 100-110 είναι χοντρές, αν 160-200 ψιλές. Οι τιμή των βρώσιμων ελαιών ήταν ανέκαθεν
συνάρτηση της ποιότητας και χρώματος.
Φόρτωση πράσινης ελιάς στο κτήμα Λιβανού (Κοκοσλή) στ' Άνω Λεχώνια το 1956. (Από το αρχείο του Θανάση Γέρμανου) |
Εμπόριο
Όταν οι έμποροι αγοράσουν
τις ελιές, αυτές μεταφέρονται σε εργοστάσια επεξεργασίας και
τυποποίησης-κονσερβοποίησης. Παλιά υπήρχαν οι «μεσίτες» των εμπόρων που αφού
«δειγμάτιζαν» τον καρπό έδιναν τιμή αγοράς στους παραγωγούς. Έπειτα «βγάλνανι
τ’ς ‘λιές απ’ τ’ν κάδ’» τις βάζανε «στ’ς αρκάδες» και γινόταν η μεταφορά τους με το τρένο ή φορτηγά, στους διάφορους
προορισμούς διακίνησης. Τέτοιοι ήταν η Β. & Ν. Αμερική, η Ρωσία και τα Βαλκάνια κ.ά.
Σήμερα, υπάρχουν ομάδες παραγωγών που διακινούν μόνοι τους την παραγωγή τους ή την παραδίδουν στην Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών, που διακινεί την παραγωγή σ' όλα τα μέρη του κόσμου.
Σήμερα, υπάρχουν ομάδες παραγωγών που διακινούν μόνοι τους την παραγωγή τους ή την παραδίδουν στην Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών, που διακινεί την παραγωγή σ' όλα τα μέρη του κόσμου.
Επίλογος
Η «’λιά είνι χρυσάφ’» λένε
οι Πηλιορείτες και χάρη σ’ αυτήν επιβίωσαν στη Κατοχή και σ’ άλλες δύσκολες
περιόδους.
Παλιότερα οι βρώσιμες ελιές
Πηλίου ήταν το βασικό εξαγωγικό προϊόν στη Νότια Αμερική και στην Ανατολική
Ευρώπη.
Σήμερα –που κι οι Έλληνες
δεν τρώνε ελιές- κι οι εξαγωγές λιγόστεψαν, ο περισσότερος ελαιόκαρπος πηγαίνει
στα ελαιοτριβεία για την παραγωγή λαδιού.
Σ' όλες τις εφημερίδες του Βόλου, όλες τις εποχές, υπάρχουν δημοσιεύματα για την ελαιοπαραγωγή, τη διάθεση, τις αγορές, τις τιμές, την καταπολέμηση του δάκου κλπ. Αυτό είναι λογικό, αφού οι ελιές είναι το κατεξοχήν προϊόν του Πηλίου και της Μαγνησίας.
Σ' όλες τις εφημερίδες του Βόλου, όλες τις εποχές, υπάρχουν δημοσιεύματα για την ελαιοπαραγωγή, τη διάθεση, τις αγορές, τις τιμές, την καταπολέμηση του δάκου κλπ. Αυτό είναι λογικό, αφού οι ελιές είναι το κατεξοχήν προϊόν του Πηλίου και της Μαγνησίας.
Ακόμα ένα εξαιρετικό post!... Έκανε λοιπόν ένα τεστ στους γονείς μου που μ' επισκέπτονται εδώ την Αμερική με τη ορολογία και .. τα ξέρανε όλα :) H μόνη λέξη που έλειπε απο το άρθρο σου ήταν το ... "μαξούλ'" :)
ΑπάντησηΔιαγραφή